Το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο στην ολλανδική πόλη Αϊντχόβεν αποφάσισε το 2019 να δοκιμάσει κάτι: άνοιξε όλες τις κενές θέσεις εργασίας ακαδημαϊκών αποκλειστικά για γυναίκες. Εάν έπειτα από μισό χρόνο δεν βρισκόταν κατάλληλη γυναίκα αιτούσα, μπορούσαν να υποβάλουν αίτηση και άνδρες.

Η Ολλανδία υστερεί σοβαρά σε σχέση με τις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης όσον αφορά το ποσοστό των γυναικών καθηγητών: μόλις το 12% των τακτικών καθηγητών και το 16% των αναπληρωτών καθηγητών ήταν γυναίκες το 2017. Οι υπεύθυνοι είχαν προσπαθήσει να το αλλάξουν με διάφορους τρόπους: θέτοντας στόχους, διαφοροποιώντας τις επιτροπές αιτήσεων και παρέχοντας εκπαίδευση για ασυνείδητη προκατάληψη στα μέλη της. Δεν είχε μεγάλη διαφορά: το 2019 ο αριθμός των γυναικών τακτικών καθηγητών είχε αυξηθεί μόνο στο 18% και ο αριθμός των γυναικών αναπληρωτών καθηγητών καθόλου.

Ετσι αποφασίστηκε να ανοίξουν όλες οι κενές θέσεις για ακαδημαϊκό προσωπικό μόνο σε γυναίκες. Στους νέους επιστήμονες δόθηκε ένας μέντορας και 100.000 ευρώ για να δημιουργήσουν ένα εργαστήριο. Η νέα πολιτική προκάλεσε σάλο, με τη μεγαλύτερη εφημερίδα στην Ολλανδία, τη δεξιά «De Telegraaf», να το χαρακτηρίζει «μποϊκοτάζ ανδρών».

Οι αντιδράσεις μέσα στο πανεπιστήμιο διέφεραν: ορισμένοι υπάλληλοι ήταν περήφανοι. Αλλοι κατηγόρησαν τον πρόεδρο για διακρίσεις εις βάρος ανδρών – με εκείνον να απαντά ξερά: «Ναι, απολύτως». Είναι συναρπαστικό το γεγονός ότι αιώνες συστηματικού αποκλεισμού γυναικών από τα πανεπιστήμια δεν οδήγησαν ποτέ σε αντιδράσεις, αλλά όταν οι άνδρες πρέπει να περιμένουν μόλις έξι μήνες για τη σειρά τους – προκειμένου να μειωθεί ο αποκλεισμός γυναικών – προκλήθηκε έντονος θυμός. Το Ολλανδικό Ινστιτούτο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έκρινε ότι το μέτρο ήταν αντίθετο με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για την ίση μεταχείριση και το πανεπιστήμιο έκανε ένα βήμα πίσω – το μέτρο αφορά πλέον μόνο το 30% με 50% των κενών θέσεων ακαδημαϊκών θέσεων εργασίας αντί για όλες.

Η πρόσληψη γυναικών σε κορυφαίες θέσεις δεν είναι απλώς θέμα δικαιοσύνης. Είναι καλό για τις επιχειρήσεις. Πολυάριθμες μελέτες έχουν δείξει ότι σε οργανισμούς όπου η πλειοψηφία του προσωπικού είναι άνδρες υπάρχει γενικά περισσότερος ανταγωνισμός και λιγότερη συνεργασία, ενώ η καλύτερη ισορροπία μεταξύ των φύλων συμβάλλει στη δημιουργικότητα και στην καινοτομία.

Στο Αϊντχόβεν η διοίκηση του πανεπιστημίου το κατάλαβε πολύ καλά. Και η ριζοσπαστική πολιτική της είχε θεαματικά αποτελέσματα. Σε πέντε χρόνια το ποσοστό των νεοπροσληφθεισών καθηγητριών αυξήθηκε από 30% σε 50%. Ο αριθμός του γυναικείου μόνιμου ακαδημαϊκού προσωπικού αυξήθηκε από 22% σε 29%. Μια αξιολόγηση έδειξε επίσης ότι οι εργαζόμενοι είχαν αρχίσει να δίνουν μεγαλύτερη σημασία στη διαφορετικότητα.

Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα το Αϊντχόβεν μετατράπηκε από ένα ίδρυμα που υστερούσε όσον αφορά την πρόσληψη γυναικών ακαδημαϊκών σε λαμπρό παράδειγμα για άλλα πανεπιστήμια. «Είναι μια πρακτική προσέγγιση» λέει η Ευαγγελία Δεμερούτη, που είχε και την ιδέα του νέου μέτρου, εξηγώντας ότι το να προχωρήσεις στην πρόσληψη αντί να μιλάς απλώς για αυτήν, όπως λέει ότι συμβαίνει σε πολλά άλλα πανεπιστήμια, λειτουργεί πολύ καλύτερα.

Η Ρενάτε βαν ντερ Ζέε είναι ολλανδή δημοσιογράφος