Το φαινόμενο Ντάνινγκ – Κρούγκερ είναι μια γνωστική προκατάληψη που παρατηρήθηκε πειραματικά από τους Ντέιβιντ Ντάνινγκ και Τζάστιν Κρούγκερ στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ το 1999. Σύμφωνα μ’ αυτήν, άτομα με περιορισμένη επάρκεια σε έναν συγκεκριμένο τομέα υπερεκτιμούν τις ικανότητές τους, με αποτέλεσμα να αδυνατούν να αναγνωρίσουν τη δική τους έλλειψη δεξιοτήτων και την έκταση της ανεπάρκειάς τους, αλλά και να σεβαστούν τις δεξιότητες των άλλων. Αντίστοιχα, άτομα υψηλής ειδίκευσης υποτιμούν τη δική τους σχετική ικανότητακαι υποθέτουν πως ό,τι είναι εύκολο για αυτούς είναι επίσης εύκολο για άλλους. Απλουστευμένο, συνοψίζεται στις φράσεις «Την αυτοπεποίθηση τη γεννά πιο συχνά η άγνοια, παρά η γνώση» (Δαρβίνος, «Καταγωγή του Ανθρώπου») και «Η βασική αιτία των προβλημάτων είναι ότι στον σύγχρονο κόσμο οι ηλίθιοι είναι σίγουροι για όλα ενώ οι έξυπνοι βουτηγμένοι στις αμφιβολίες τους» (Μπέρτραντ Ράσελ, «Θνητοί και Αλλοι»). Η γνωστική αυτή προκατάληψη μας προσβάλλει όλους και μας επηρεάζει ολέθρια. Κυρίως, γιατί μας ωθεί στην (πολύ φυσική) τάση τού να ακούμε περισσότερο εκείνους που εκφράζονται με σιγουριά κι αυτοπεποίθηση. Το να μην ξέρεις κάτι είναι δυσάρεστο. Το να μην ξέρεις ότι δεν ξέρεις κάτι είναι προβληματικό. Το να μην ξέρεις ότι αυτός που πιστεύεις ότι ξέρει κάτι δεν το ξέρει είναι επικίνδυνο. Και αυτός είναι ο κόσμος μας σήμερα.
Μια αθλήτρια στους Ολυμπιακούς Αγώνες που είναι γυναίκα, γεννήθηκε γυναίκα και θα παραμείνει γυναίκα (βάσει στοιχείων της βιολογίας που οι περισσότεροι από εμάς δεν έχουμε σπουδάσει) και που έχει λάβει μέρος σε πολλούς άλλους αγώνες με πολλές ήττες (βάσει δεδομένων που οι περισσότεροι από εμάς δεν παρακολουθούμε), βαφτίστηκε άντρας, τραβεστί, τρανς, διεμφυλική κ.ά. και βάσει αυτών των χαρακτηρισμών πολλοί θεωρούν ότι μπορούν και πρέπει να κρίνουν το δικαίωμά της να συναγωνίζεται με συναθλήτριές της. Ενας 17χρονος άντρας γεννημένος στην Ουαλία του Ηνωμένου Βασιλείου, ένας Βρετανός δηλαδή, που σκότωσε τρία κοριτσάκια και τραυμάτισε άλλα εννιά παιδιά και δύο ενηλίκους βαφτίστηκε αλλοδαπός, μετανάστης, εξτρεμιστής μουσουλμάνος και λιγότερο από δύο ώρες μετά η φήμη αυτή είχε εξαπλωθεί. Και βάσει αυτής αμολήθηκαν οι οργανώσεις κατά των μεταναστών και ισλαμιστών, και πήρε φωτιά το κύμα ρατσιστικής βίας που συνεχίζεται ως σήμερα.
Ο Φάρατζ, ο Τραμπ, οι Ρώσοι, οι ακροδεξιοί, οι μισαλλόδοξοι, οι επαγγελματίες ταγμένοι σε κάποιο σκοπό θα κάνουν, όπως έκαναν πάντα, τη δουλειά τους. Πολύ πιο εύκολα και γρήγορα, χάρη στα ΜΚΔ (γιατί, για παράδειγμα, από το 2022 που απέκτησε ο Ιλον Μασκ το Χ, πρώην Twitter, επανέφερε λογαριασμούς διαφόρων επαγγελματιών παραπληροφορητών που είχαν προηγουμένως αποκλειστεί, όπως του ηγέτη ακροδεξιάς οργάνωσης Στίβεν Γιάξλεϊ – Λένον που σήμερα αυτοονομάζεται Τόμι Ρόμπινσον). Πώς θα κάνουμε όμως εμείς τη δική μας; Πώς θα παραδεχτούμε ότι πολλά απ’ όσα μας παροτρύνουν να ωρυόμαστε στο Διαδίκτυο, στις παρέες, στους δρόμους, να εκφέρουμε γνώμες, να γινόμαστε τιμητές και κατήγοροι, οφείλονται στην υπερεκτίμηση της δικής μας γνώσης κι αντίληψης των πραγμάτων; Και πώς να μιλήσουμε γι’ αυτό στα παιδιά που «έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα»; Να το κουκούτσι του προβλήματος: τα παιδιά, ο μελλοντικός κόσμος μας, που με την άκρη των δαχτύλων τους, προτού καν προλάβουμε να τελειώσουμε εμείς τη φράση μας με το ερωτηματικό στο τέλος, έχουν απλώσει το δάχτυλο, έχουν πληκτρολογήσει και «το έχουν βρει».
Για όποιο θέμα: ιατρική, τεχνολογία, πολιτική, επιστήμη, ιστορία, στην άκρη των δαχτύλων τους έχουν, πιστεύουν, τις απαντήσεις. Δισεκατομμύρια απαντήσεις, αλλά ούτε μία που να γράφει «Δεν ξέρω. Δεν ξέρεις. Πρέπει να σπουδάσεις πέντε χρόνια, να ειδικευτείς δέκα χρόνια, να δουλέψεις είκοσι χρόνια, πρέπει να προβληματιστείς / δοκιμάσεις / ψάξεις / αποτύχεις και ξαναδοκιμάσεις για όλη σου τη ζωή για να ξέρεις». Πώς να πείσεις τα παιδιά που δεν είναι πια παιδιά αλλά και τους ενηλίκους, που έχουν μπροστά τους ανοιγμένο να φωσφορίζει το πιο πιασάρικο σάιτ, ότι η πρόσβαση στην αληθινή πληροφόρηση, την τσεκαρισμένη, τη βασισμένη σε γεγονότα και δοκιμασμένες γνώσεις δεν έχει γίνει γι’ αυτούς, για μας, ούτε τόσο πιο εύκολη ούτε τόσο πιο σίγουρη όσο θέλουμε να πιστεύουμε;