Εσοδα μεγαλύτερα των αναμενομένων παρουσίασαν οι τράπεζες την προηγούμενη εβδομάδα, με τις προμήθειες να συνεισφέρουν 1 δισ. ευρώ στα ταμεία των τραπεζών. Συγκριτικά, τα εν λόγω έσοδα για το σύνολο του 2023 έφτασαν περί τα 1,8 δισ. ευρώ. Ολες οι τράπεζες είδαν αυξήσεις στα έσοδα από προμήθειες στο α’ εξάμηνο, με τα ποσοστά των αυξήσεων σε ετήσια βάση να κυμαίνονται από 5% έως 24%.
Τα αυξημένα έσοδα από προμήθειες τροφοδοτούν τη συζήτηση που έχει ανοίξει σχετικά, με την κυβέρνηση να ασκεί κριτική στις τράπεζες για τις υψηλές τους χρεώσεις σε καθημερινές συναλλαγές. Η κριτική αυτή εκφράστηκε διά στόματος του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστή Χατζηδάκη, ο οποίος ζήτησε «με το καλό» από τους τραπεζίτες να μειώσουν τις προμήθειές τους σε δύο περιστάσεις, ώστε να μη χρειαστεί «το άσχημο» – δηλαδή μια νομοθετική ρύθμιση. Η πρώτη «επίπληξη» έγινε σε δημόσια θέα, στη Γενική Συνέλευση της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών στις 25 Ιουνίου 2024, και η δεύτερη ιδιωτικά, σε συνάντηση του υπουργού με ηγετικά στελέχη των τραπεζών στις 8 Ιουλίου 2024.
Εκτοτε, οι τράπεζες σταδιακά ανακοινώνουν προγράμματα για μείωση των προμηθειών σε καθημερινές συναλλαγές, προτείνοντας στους πελάτες τους συνδρομητικά πακέτα, μειωμένες χρεώσεις σε μεταφορές χρημάτων, αλλά και προωθώντας περισσότερο το σύστημα άμεσων πληρωμών IRIS, το οποίο προσφέρει μηδενικές προμήθειες στις προσωπικές συναλλαγές (person-to-person, Ρ2Ρ) και σημαντικά χαμηλότερες από τις κάρτες στις επαγγελματικές συναλλαγές. Ωστόσο, ως προμήθειες δεν λογίζονται μόνο τα κόστη που επωμίζεται ο πελάτης στις καθημερινές του συναλλαγές. Σε αυτές εντάσσονται τα έσοδα των τραπεζών από υπηρεσίες (π.χ. η εξέταση φακέλου για χορήγηση δανείου), από εκδόσεις που διενεργούν για άλλους φορείς (π.χ. εκδόσεις ομολόγων του Δημοσίου) και από άλλες δραστηριότητες (π.χ. διαχείριση περιουσίας και αμοιβαία κεφάλαια).
Οι εκτιμήσεις
Γι’ αυτό και θα ήταν παραπλανητικό να πούμε ότι το 1 δισ. ευρώ από προμήθειες που έβαλαν στα ταμεία τους κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους προέρχεται μόνο από τις προμήθειες που αποκομίζουν από τις καθημερινές συναλλαγές των πελατών τους. Ετσι, ακόμα κι αν οι προμήθειες που προέρχονται από συναλλαγές ενδέχεται να δουν κάποιες επιμέρους μειώσεις, οι εκτιμήσεις των τραπεζών για το δεύτερο εξάμηνο του 2024 δεν προβλέπουν περιορισμό των εσόδων από προμήθειες. Αντιθέτως, ιδιαίτερα ανοδικές τάσεις παρουσιάζουν τα έσοδα από προμήθειες που συνδέονται με το bancassurance (δηλαδή την ιδιωτική ασφάλιση που γίνεται μέσω τραπέζης), με τη διαχείριση πλούτου (wealth management) και με τα αμοιβαία κεφάλαια. Παράλληλα, ο αυξημένος αριθμός πληρωμών με κάρτα εξακολουθεί να φέρνει έσοδα στις τράπεζες.
Το πραγματικό αποτέλεσμα των κινήσεων των τραπεζών για τη μείωση των προμηθειών σε καθημερινές συναλλαγές αναμένεται να αρχίσει να φαίνεται στα αποτελέσματα για το γ’ τρίμηνο του έτους. Συνολικά, πάντως, τα μεγεθυσμένα έσοδα των τραπεζών από τις προμήθειες δεν συνεισφέρουν τόσο στη μεγάλη τους κερδοφορία. Αλλωστε, η αναλογία τους προς τα έσοδα από τόκους κυμαίνεται από 1 προς 3 έως 1 προς 5. Την ίδια στιγμή, η αναλογία αυτή είναι περίπου 1 προς 1,5 σε μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες. Επομένως, για να γίνουν πιο «ευρωπαϊκές», οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να στοχεύσουν στην αύξηση των εσόδων τους από προμήθειες που σχετίζονται με επενδυτικά προϊόντα και διαχείριση πλούτου, να μειώσουν τις χρεώσεις τους στις καθημερινές συναλλαγές, αλλά – κυρίως – να μειώσουν τα περιθώρια μεταξύ των επιτοκίων δανείων και καταθέσεων.