Εφτασε στη χώρα μας, και πιο συγκεκριμένα στην Κρήτη, μέσω Ιταλίας, το 2017. Στην Αθήνα το ξυλοφάγο έντομο με… καταγωγή από την Κίνα, το οποίο σκοτώνει τις μουριές, άρχισε να εντοπίζεται το 2019. Από τότε μέχρι σήμερα περίπου 5.000 δέντρα έχουν χαθεί. Με στόχο τη σωτηρία των μουριών στην πόλη, ο Δήμος Αθηναίων έθεσε σε εφαρμογή πριν από έναν μήνα σχέδιο για την προστασία των δέντρων που έχουν ταυτιστεί με την αθηναϊκή χλωρίδα.
Στην πρωτεύουσα το έντομο Xylotrechus chinensis πρωτοεμφανίστηκε στην οδό Σπύρου Πάτση στον Βοτανικό. Το πέρασμά του από την πόλη όμως αποδείχθηκε καταστροφικό, καθώς χιλιάδες μουριές «πέθαναν». Οπως εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο αντιδήμαρχος Περιβάλλοντος και Πρασίνου του Δήμου Αθηναίων, Γιώργος Αποστολόπουλος, έπρεπε να είχαν γίνει ενέργειες ήδη από το 2021, ωστόσο η καθυστέρηση των διαδικασιών στοίχισε σε δέντρα. Σήμερα στην Αθήνα υπολογίζεται πως έχουν απομείνει περί τις 25.000 μουριές.
Εγχύσεις σε 5.100 δέντρα
Από τις αρχές Ιουλίου ο δήμος, σε συντονισμό με τη Διεύθυνση Πρασίνου και σε συνεργασία με το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο, το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων, ξεκίνησε πρόγραμμα εγχύσεων φυτοπροστατευτικού σκευάσματος στους κορμούς των δέντρων. «Μέχρι τώρα έχουμε ολοκληρώσει τις εγχύσεις σε 5.100 δέντρα και στόχος μας είναι να φτάσουμε ή και να ξεπεράσουμε τα 8.000. Εχουμε περιορισμένο χρονικό περιθώριο, μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου, όσο δηλαδή το έντομο είναι στο στάδιο της προνύμφης» σημειώνει ο κ. Αποστολόπουλος. Αξίζει να σημειωθεί πως μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος θα ακολουθήσουν η καταγραφή των αποτελεσμάτων και η δημοσιοποίηση των συμπερασμάτων.
«Δεδομένου ότι οι μουριές αποτελούν ένα από τα βασικότερα είδη δέντρων στους δρόμους και στα πάρκα, με πολλαπλά περιβαλλοντικά οφέλη, η ανάγκη λήψης μέτρων για την προστασία τους ήταν επιτακτική. Η διαδικασία των εγχύσεων θα πρέπει να ξαναγίνει και του χρόνου την ίδια εποχή. Ελπίζουμε η φύση να αναλάβει… δράση και να βρεθεί ο φυσικός εχθρός για το έντομο». Ωστόσο ο αντιδήμαρχος Αθηναίων σπεύδει να ξεκαθαρίσει πως αυτή είναι μια μάχη που δίνει ο δήμος, ευελπιστώντας πως θα φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα και θα σωθούν τα δέντρα. Στην Ισπανία πάντως, όπου το σκεύασμα χορηγήθηκε πάνω από τρία χρόνια, είχε θετικά αποτελέσματα.
Εμφανίσεις ασθενειών
Το ξυλοφάγο έντομο που εξολοθρεύει τα τελευταία χρόνια το «δέντρο του μεταξοσκώληκα», ο μύκητας Ceratocystis Platani, που προκαλεί τη νόσο του μεταχρωματικού έλκους πλατάνου ή «καρκίνου» του πλατάνου, το κόκκινο σκαθάρι που προσβάλλει τους φοίνικες, το «σκαθάρι της φτελιάς»: τις τελευταίες δύο δεκαετίες όλο και πιο συχνές είναι οι εμφανίσεις ασθενειών που προσβάλλουν είδη δέντρων στη χώρα μας. Οπως τονίζουν οι ειδικοί, το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει ένα ανοιχτό σύστημα εισαγωγών, δηλαδή μπορούν να εισέλθουν όλα τα είδη, για τα οποία δεν υπάρχει ενημέρωση ότι είναι επιβλαβή, είναι ένας καθοριστικός παράγοντας. «Οι ανεπαρκείς έλεγχοι στις εισαγωγές έχουν φέρει τα τελευταία 15-20 χρόνια ασθένειες που είναι ξένες για τη χώρα μας. Αλλωστε, εισαγωγές πραγματοποιούνταν και τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 και του ’90, αυτό που άλλαξε είναι η χαλάρωση των ελέγχων» υπογραμμίζει ο κ. Αποστολόπουλος.
Στην περίπτωση δε του μύκητα που σκοτώνει τα ελληνικά πλατάνια, πρωτοεντοπίστηκε στη χώρα μας το 2004 στην περιοχή της Μεγαλόπολης και από τότε έως σήμερα η ασθένεια έχει προσβάλει διαδοχικά τα πλατανοδάση σε πολλές περιοχές της χώρας μας, ξεκινώντας από την Πελοπόννησο, την Ηπειρο, τη Στερεά Ελλάδα αλλά και τη Θεσσαλία. Το τελευταίο διάστημα φαίνεται πως έχει προχωρήσει και στην Κεντρική Μακεδονία, στις διοικητικές περιφέρειες Πιερίας, Ημαθίας, Κοζάνης. Σύμφωνα, δε, με τα δεδομένα που έχει το Τμήμα Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, δυστυχώς τα πλατανοδάση που τα έχει προσβάλει η ασθένεια έχουν καταστραφεί σε ποσοστό 70% ενώ «γιατρειά» δεν υπάρχει.
Γι’ αυτό και η προσπάθεια, σύμφωνα με τους επιστήμονες, θα πρέπει να επικεντρωθεί στην πρόληψη, με τη χρήση ανθεκτικών στην ασθένεια υβριδίων του ελληνικού με τον δυτικό πλάτανο, ως αποκλειστικό φυτευτικό υλικό σε αναδασώσεις, αλλά και μεμονωμένες φυτεύσεις, να θεωρείται επιτακτική. Ταυτόχρονα, απαραίτητη θεωρείται και η άμεση δημιουργία «ζώνης καραντίνας», πλάτους δύο χιλιομέτρων από την οριογραμμή των πλέον προωθημένων εστιών προσβολής στη Μακεδονία και την Ηπειρο, η οποία θα ελέγχεται διαρκώς για τον εντοπισμό τυχόν νέων εστιών μόλυνσης και την άμεση εξάλειψή τους.