«Μπράβο και πάλι μπράβο στον Μίλτο Τεντόγλου… Προοιωνίζεται τι θα είναι για τον κάθε άνθρωπο ο λαϊκός αθλητισμός στη νέα σοσιαλιστική κοινωνία του αύριο. Στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο».

Το παραπάνω εγκώμιο δημοσιεύτηκε πλάι σε νεκρολογίες αγωνιστών, προαναγγελίες συνδικαλιστικών κινητοποιήσεων, ρεπορτάζ για την αντίσταση των Παλαιστινίων. Καλά όλα αυτά, ο Τεντόγλου όμως πού κολλάει; Θέλει και ρώτημα; Ο προπονητής του, Γιώργος Πομάσκι, υπήρξε υποψήφιος του ΚΚΕ στις εκλογές του 2023. Εκτός από το να τον βελτιώσει στα άλματα, ο Πομάσκι – δεν μπορεί – θα τον αφύπνισε και πολιτικά.

Δεν λαχταρούν μονάχα οι μαρξιστές – λενινιστές να πάρουν λίγη από τη δόξα του χρυσού Ολυμπιονίκη. Ακουγα στο ραδιόφωνο τον δήμαρχο Γρεβενών. «Ο Μίλτος…» έλεγε συγκινημένος «το καμάρι μας… Μεγάλωσε μαζί μας! Πήγαινε σχολείο με τον γιο μου»! Ο δημοσιογράφος συμφωνούσε και επαύξανε. «Το αστέρι από τη δυτική Μακεδονία έλαμψε στο παγκόσμιο στερέωμα! Φώτισε την ανθρωπότητα»! Αν δεν συνομιλούσαν στο τηλέφωνο, εάν η συνέντευξη δινόταν διά ζώσης, σίγουρα θα αγκαλιάζονταν και θα έχυναν δάκρυα χαράς.

Παλιά μου τέχνη κόσκινο. Κάθε που κάποιος αθλητής διακρίνεται διεθνώς, πόσω δε μάλλον όταν ανεβαίνει στο ψηλότερο βάθρο, άπαντες – από την πολιτειακή ηγεσία μέχρι τον διαχειριστή της πολυκατοικίας του – στριμώχνονται για να μπουν στο πλάνο. Για μια γουλιά από το αθάνατο κρασί του.

Η εκάστοτε κυβέρνηση επαίρεται πως η πολιτική της στον αθλητισμό κάνει τα λουλούδια να ανθίζουν. Η αντιπολίτευση διατείνεται το ακριβώς αντίθετο. Οτι κόντρα στην κρατική αδιαφορία, σε πείσμα των καρεκλοκένταυρων και των χαλασοχώρηδων, η ταλεντάρα άνοιξε τον δικό της δρόμο. «Προπονούνταν στα χωράφια! Σήκωνε αντί για βάρη, κοτρώνες! Ετρεχε ξυπόλητη, με δανεικά έστω παπούτσια!» ισχυρίζονται στα ρεπορτάζ.

Δεν παραλείπουν τα ρεπορτάζ να τονίσουν ότι ο ήρωας του στίβου ή της πισίνας διαθέτει και σπάνιες ψυχικές αρετές. Σεμνός και ταπεινός, ταγμένος στο όνειρό του, σεβαστικός προς τους συναθλητές του, κοινωνικά ευαίσθητος. Βάρδα μην τους διαψεύσει. Αναρωτιέμαι πώς θα αντιμετώπιζαν οι δημοσιογράφοι και οι παρεπιδημούντες στα σόσιαλ μίντια τον Στέφανο Τσιτσιπά έτσι και κέρδιζε κάποιο μετάλλιο. Θα έπαιρνε το ποτάμι τις αλαζονικές κατά καιρούς δηλώσεις του; Κι αν αμολούσε δαφνοστεφής καμιά αντιφεμινιστική ρουκέτα; Αμα έλεγε ότι τον θριάμβό του τον χρωστάει στον εαυτό του και τον αφιερώνει στο κορίτσι του;

Γούστο – καπέλο όποιου ανδραγαθεί να μοιραστεί τη δόξα. Να την εντάξει σε ένα εθνικό πλαίσιο, το οποίο ξεκινάει από το «Νενικήκαμεν» στον Μαραθώνα και φτάνει στο αλησμόνητο «για την Ελλάδα, ρε γαμώτο!» Ή να κάνει σαφές, έστω κι αν δεν το πει ρητά, ότι τον ενδιαφέρει πρωτίστως η καριέρα του και οι οικονομικές του απολαβές. Το ζόρι, τις στερήσεις της προετοιμασίας, την αγωνία πριν από τον αγώνα ο κάθε αθλητής τα τραβάει μόνος του. Αντε μαζί με τον προπονητή του. Το κοινό αράζει την κρίσιμη ώρα μπροστά στην τηλεόραση, με μπίρες και μεζέδες. Μας έβγαλε ασπροπρόσωπους η κοπελιά, το παλικάρι; Τίμησε τη γαλανόλευκη; Θα αποθεωθεί! Ατύχησε; Πριν να τον φάει η μαρμάγκα ίσως και να το μουτζώσουμε…

Ισχυρίζομαι εν ολίγοις ότι ο κόσμος οικειοποιείται ως μη όφειλε, σφετερίζεται, τα επιτεύγματα των πρωταθλητών; Μιλώντας για φορείς, κόμματα, οργανώσεις δεν χωράει αμφιβολία. Οι απλοί αντιθέτως άνθρωποι, οι φίλαθλοι, και οι ευκαιριακοί ακόμα οπαδοί, έχουν κάθε δικαίωμα να πανηγυρίσουν. Να ταυτιστούν με τον ήρωα, να τους τονώσει η νίκη του την αυτοπεποίθηση, ακόμα και να ξεφουρνίσουν ανοησίες, για το ελληνικό dna που ως εκ θαύματος φωλιάζει και στον Γιάννη Αντετοκούνμπο. Μια από τις συγκινητικότερες εικόνες της ζωής μου; Οι τρόφιμοι του Ασύλου Ανιάτων, στην Κυψέλη, πάνω στα καροτσάκια τους, κάτω από τον πλάτανο της Αγίας Ζώνης, να αναγαλλιάζουν με τα τρίποντα του Γκάλη.

Ο αθλητής στην ευτυχέστερη εκδοχή του είναι ένας υψηλού επιπέδου ψυχαγωγός. Ο Μίλτος Τεντόγλου το έθεσε απλά, με αφοπλιστική ειλικρίνεια: «Χαίρομαι που κατάφερα να σας ευχαριστήσω».