Το πιο πολύνεκρο πλήγμα από την έναρξη του πολέμου, εξαπέλυσε τη Παρασκευή 9 Αυγούστου, ο Ισραηλινός στρατός, ισοπεδώνοντας σχολείο στη Γάζα και θανατώνοντας πάνω από 100 αμάχους. Άραγε πως μπορεί αισθάνονται οι Ισραηλινοί στρατιωτικοί που εκτελούν τέτοιες εγκληματικές επιχειρήσεις.
Η τραγική περίπτωση του αντισυνταγματάρχη της Ισραηλινής Αεροπορίας Γιφτάχ Ζέμερ (Yiftach Zemer), που ήρθε στην επιφάνεια λίγες μέρες πριν την 7η Οκτωβρίου, είναι ενδεικτική του πως δουλεύει το ισραηλινό σύστημα, αλλά και του προσωπικού βάρους που καλείται να σηκώσει ένας πιλότους που διατάχθηκε να εγκληματήσει.
Το 1973, ο αντισυνταγματάρχης Ζέμερ υπηρερούσε ως διοικητής της 201ης Μοίρας Phantom, γνωστής ως The One, που θεωρείται η αιχμή του δόρατος της Πολεμικής Αεροπορίας.
Στις 21 Φεβρουαρίου 1973, λόγω μιας σειράς συμπτώσεων, εγκληματικών σφαλμάτων και κακής τύχης, ο Ζεμέρ και ένας άλλος πιλότος κατέρριψαν ένα πολιτικό αεροσκάφος από τη Λιβύη.
«Εδώ και 50 χρόνια, δεν έχω μιλήσει για αυτό το πράγμα» θα έλεγε τον Σεπτέμβριο του 2023 στα 90 χρόνια σε εκδήλωση της Ισραηλινής Ένωσης Στρατιωτικής Ιστορίας που, πατάει σε μια μικρή σκηνή στην καρδιά της αίθουσας.
«Για πολλά χρόνια, οι υπηρεσίες ασφαλείας με συμβούλευαν να κρατάω χαμηλό προφίλ», συνεχίζει. «Το μόνο άτομο που εμπιστεύτηκα ήταν η γυναίκα μου, η οποία γνώριζε από την πρώτη μέρα. Ενώ υπηρετούσα ως πιλότος, αντιμετώπισα πολλούς περιορισμούς και άλλαξα το όνομά μου λόγω προειδοποιήσεων από τις υπηρεσίες για πιθανές απειλές απαγωγής.
Σε εκείνο το συνέδριο, για πρώτη φορά μετά από 50 χρόνια, είπε δημόσια τέσσερις λέξεις: «Κατέρριψα το λιβυκό αεροπλάνο». Ακόμη και ο μεγαλύτερος γιος του, 53 ετών, άκουσε για πρώτη φορά την εκπληκτική ιστορία του πατέρα του.
Όταν είχαν ξεκινήσει το μεσημέρι της Τρίτης, και ώρα 12:40 το μεσμηέρι, όταν ένα Boeing 727 που απογειώθηκε από τη Βεγγάζη της Λιβύης με προορισμό το Κάιρο, την πρωτεύουσα της Αιγύπτου, έχασε το δρόμο του και εισήλθε κατά λάθος στον ισραηλινό εναέριο χώρο.
Δύο αεροσκάφη Phantom της Πολεμικής Αεροπορίας κινήθηκαν προς το μέρος του, προσπαθώντας να το εκτρέψουν, φοβούμενοι ότι σκόπευε να χτυπήσει στρατηγικό στόχο όπως ο αντιδραστήρας Dimona.
Λόγω των ακραίων καιρικών συνθηκών, οι πιλότοι προσπάθησαν να αναγνωρίσουν τους επιβάτες του πολιτικού αεροσκάφους, καθώς όλα τα παράθυρά του ήταν θολά. Έδωσαν σήμα δύο φορές στον πιλότο του Boeing και έριξαν προειδοποιητικές βολές κοντά του, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Τότε, ο Διοικητής της Πολεμικής Αεροπορίας Υποστράτηγος Μότι Χοντ έδωσε τη μοιραία και αμφιλεγόμενη εντολή: «Καταρρίψτε το!».
O Zέμερ προσπάθησε να εξαντλήσει κάθε περιθώριο να μην ρίξει διότι καταλάβαινε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Το αεροπλάνο δεν είναι απειλή.
Όπως προέκυψε αργότερα από τις ηχογραφήσεις του μαύρου κουτιού, τα τρία μέλη του πληρώματος του πιλοτηρίου του λιβυκού Boeing προσπάθησαν να εντοπίσουν πού βρίσκονταν, αναρωτιούνται αν κάτι δεν πήγαινε καλά με τα όργανα. Όταν είδαν το ισραηλινό μαχητικό να ρίχνει πυρά τρομοκρατήθηκαν.
Ωστόσο, οι ανώτεροί του, στο έδαφος, επαναλάμβαναν συνεχώς να το ρίξει αμέσως, δίχως δεύτερη σκέψη.
Μετά από 50 χρόνια λέει με βαριά καρδιά ότι δεν είχε άλλη λύση.
«Πυροβολώ γιατί είμαι άνθρωπος του συστήματος και ακολουθώ εντολές, ακόμα κι αν δεν μου αρέσουν. Κάνω ό,τι μου πει ο διοικητής της Πολεμικής Αεροπορίας. Στοχεύω στο πίσω μέρος του αεροπλάνου, εκεί που είναι οι μηχανές που βρίσκεται πραγματικά ήλπιζα ότι θα κατάφερνε να κάνει αναγκαστική προσγείωση στους αμμόλοφους».
Σκοτώθηκαν 108 αθώοι πολίτες. Πέντε τραυματίστηκαν σοβαρά αλλά επέζησαν.
«Το θυμάμαι από καιρό σε καιρό, συνήθως τη νύχτα. Υπάρχουν δύο σημεία που βλέπω στα μάτια μου. Ένα από αυτά είναι ότι αυτό το αεροπλάνο χτυπά στο έδαφος, μπλέκεται, ανεβαίνει σκόνη και βγαίνει καπνός. Και μετά βλέπεις μαύρο καπνό, και είναι ξεκάθαρο ότι δεν έχω τίποτα άλλο να κάνω εκεί» θυμάται.
Ο Ζέμερ θα πήγαινε στο νοσοκομείο για να δει τους επιζώντας και να πάρει υπογραφές από τους ίδιους, αλλά δεν ήθελε να έρθουν μαζί του άλλοι πιλότοι.
«Τους είπα, “Δεν έρχεστε, μένετε σε ετοιμότητα”. Αυτή ήταν μια δικαιολογία, είμαι τόσο χαρούμενος που δεν ήρθαν μαζί μου, γιατί ήταν ένα σκληρό θέαμα, εμείς οι πιλότοι έχουμε το προνόμιο να μην δούμε αυτούς που πληγώσαμε».
«Υπήρχαν τρομακτικές κραυγές. Η δυσωδία της σάρκας… έκαψε κόσμο. Μια τρομακτική δυσωδία. Σχεδόν με κανέναν δεν μπορούσε να μιλήσει. Μπορούσα να μιλήσω με τον Λίβυο συγκυβερνήτη, αλλά ήταν σοκαρισμένος. Μιλούσε κυρίως γαλλικά. Δεν μου απάντησε και ξαφνικά κατάλαβα ότι δεν θα έπαιρνα καμία υπογραφή από αυτόν. Το νοσοκομείο είναι το δεύτερο πράγμα που θυμάμαι μερικές φορές τα βράδια, εκτός από το αεροπλάνο να πέφτει στους αμμόλοφους. Οι κραυγές, η μυρωδιά των καμένων ανθρώπων. Με στοιχειώνει εδώ και 50 χρόνια» ανέφερε ο ίδιος.
Για το περιστατικό αυτό, το Ισραήλ ζήτησε επίσημα συγνώμη, αλλά η τότε πρωθυπουργός Γκόλντα Μέιρ, ο υπουργός Άμυνας Μοσέ Νταγιάν και ο αρχηγός του επιτελείου επέμεναν ότι έφταιγε ο πιλότος του αεροπλάνου της γραμμής, αρνούμενοι πεισματικά να συστήσουν εξεταστική επιτροπή για τη μεγαλύτερη αεροπορική καταστροφή στην ιστορία του Ισραήλ.
Με πληροφορίες από το Ynetnews