Ένα νομοσχέδιο που προωθεί η κυβέρνηση της Σουηδίας, βάσει του οποίου δημόσιοι υπαλλήλοι θα είναι υποχρεωμένοι να καταδίδουν στις αρχές παράτυπους μετανάστες, έχει προκαλεί μεγάλες κοινωνικές αντιδράσεις στη χώρα, με ορισμένους να μιλούν για ένα «νομοσχέδιο χαφιέδων» και να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τις επιπτώσεις μιας τέτοιας κίνησης, η οποία έχει καταδικαστεί από εργαζόμενους του δημόσιου τομέα, μεταξύ άλλων γιατρούς, κοινωνικούς λειτουργούς, βιβλιοθηκάριους ως «εντελώς απάνθρωπη».
Το προτεινόμενο νομοσχέδιο είναι μεταξύ των πολλών μέτρων που συμπεριλήφθησαν σε μια συμφωνία το 2022 που συνήφθη μεταξύ τεσσάρων δεξιών κομμάτων, μια συμφωνία που άνοιξε το δρόμο για τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης συνασπισμού στην οποία συμμετέχουν τρία κεντροδεξιά κόμματα με κοινοβουλευτική υποστήριξη από βουλευτές του ακροδεξιού αντιμεταναστευτικού κόμματος, Σουηδοί Δημοκράτες (SD).
Σχεδόν δύο χρόνια μετά το SD, ένα κόμμα του οποίου το μανιφέστο επιδιώκει να δημιουργήσει στη χώρα ένα από τα πιο εχθρικά περιβάλλοντα στην Ευρώπη για μη Ευρωπαίους, έγινε το δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα της Σουηδίας, και το μέτρο αυτό άρχισε να επεξεργάζεται για να γίνει νόμος. Μια κοινοβουλευτική επιτροπή έλαβε εντολή από την κυβέρνηση να παρουσιάσει ένα σχέδιου νόμου, με στόχο να παρουσιάσει τα ευρήματά της στην κυβέρνηση έως τα τέλη Νοεμβρίου.
Παρά το γεγονός ότι το σχέδιο βρίσκεται στα αρχικά του στάδια, η ιδέα, ότι έως και ένα εκατομμύριο εργαζόμενοι, από οδοντιάτρους μέχρι δασκάλους, θα αναγκαστούν να αναφέρουν στις αρχή οποιαδήποτε επαφή έχουν με ασθενείς, φοιτητές που δεν έχουν έγγραφα παραμονής στην χώρα, έχει βρει αντίθεση από μεγάλο μέρος της κοινωνίας, από υπερασπιστές ανθρώπινων δικαιωμάτων μέχρι επαγγελματικές ενώσεις.
«Αυτή η πρόταση είναι εντελώς απάνθρωπη», δήλωσε η Μισέλ Λεβόϊ από την Πλατφόρμα για τη Διεθνή Συνεργασία για τους Μετανάστες χωρίς Έγγραφα. Οι επιπτώσεις μπορεί να είναι εκτεταμένες, με ανθρώπους να διστάζουν ενδεχομένως να στέλνυον τα παιδιά τους στο σχολείο και να είναι απρόθυμοι να έχουν πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη ή να μην αναφέρουν εγκλήματα που διαπράχθηκαν εναντίον τους.
Πώς θα τροφοδοτήσει τον ρατσισμό αυτός ο νόμος
Επαγγελματικές ενώσεις τόνισαν ότι το σχέδιο αυτό της κυβέρνησης θα μπορούσε να διαβρώσει την εμπιστοσύνη για την οποία εργάστηκαν τόσο πολύ να οικοδομήσουν και αντ ‘αυτού να τροφοδοτήσει τον ρατσισμό και να ενισχύσει τον στιγματισμό.
Η Λεβόϊ περιέγραψε τα μέτρα ως μέρος μιας αυξανόμενης τάσης σε όλη την Ευρώπη για ποινικοποίηση της αλληλεγγύης με μετανάστες που δεν έχουν έγγραφα. Η φινλανδική κυβέρνηση εξετάζει επίσης το ενδεχόμενο να επεκτείνει τις υποχρεώσεις αναφοράς ατόμων χωρίς έγγραφα.
Από τον Δεκέμβριο του 2023, περισσότερες από 150 σουηδικές περιφέρειες, δήμοι, συνδικαλιστικές ενώσεις και άλλες ομάδες της κοινωνίας των πολιτών έχουν ταχθεί ενάντια στο σχέδιο της κυβέρνησης.
Μεταξύ των κλάδων που έχουν εκφραστεί δημόσια για το θέμα είναι ο Σουηδικός Ιατρικός Σύλλογος (SMA). «Έγινα γιατρός για να βοηθάω ανθρώπους, όχι να τους παρακολουθώ και να τους καταδίδω», είπε η Σοφία Ρίντγκρεν Στάλε, πρόεδρος της SMA.
Για μήνες, η SMA υποστηρίζει ότι η υποχρέωση να καταδίδεις ανθρώπους, εναντιώνεται στους κανόνες και τις αρχές επαγγελματικής δεοντολογίας που ορίζουν ότι η περίθαλψη πρέπει να παρέχεται σε όποιον έχει ανάγκη και ότι οι ασθενείς δεν πρέπει να υφίστανται διακρίσεις. «Θεωρούμε πολύ πιθανό ότι θα οδηγήσει ανθρώπους να μην τολμούν να αναζητήσουν φροντίδα υπό τον φόβο μήπως τους καταδώσουν», πρόσθεσε η Στάλε.
Η σουηδική κυβέρνηση τονίζει ότι η επιτροπή που προετοιμάζει το σχέδιο νόμου, εξετάζει παράλληλα αν η υποχρέωση παροχής πληροφοριών έρχεται σε σύγκρουση με επαγγελματικές αξίες, όπως στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης.
Οι απαιτήσεις υποβολής αναφορών διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην υποστήριξη της νόμιμης μετανάστευσης, επιτρέποντας στο κράτος να απελαύνει πιο αποτελεσματικά άτομα στα οποία αρνείται το άσυλο, υποστήριξε η δήλωσε η υπουργός Μετανάστευσης, Μαρία Μάλμερ Στένεγραντ
Ωστόσο, οι προσπάθειες της κυβέρνησης να κατευνάσει τις ανησυχίες δεν έχουν φέρει αποτέλεσμα.
Τον Μάιο, το συμβούλιο επαγγελματικής δεοντολογίας που ιδρύθηκε από δύο σουηδικά σωματεία που εκπροσωπούν εκπαιδευτικούς δήλωσε ότι η υποχρέωση αναφοράς ανθρώπων, θα τους έθετε σε μια αδύνατη κατάσταση. «Εάν το σχέδιο γίνεται πραγματικότητα, θα μπορούσε να οδηγήσει σε τόσο σοβαρά προβλήματα δεοντολογίας για τους εκπαιδευτικούς που το συμπέρασμά μας είναι ότι η πολιτική ανυπακοή θα ήταν πιθανώς η μόνη λογική διέξοδος», ανέφερε στον ιστότοπό της.