Η ελληνική αποστολή επιστρέφει από το Παρίσι με οκτώ μετάλλια στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Τα πήγε πολύ καλά – κι όχι ανέλπιστα. Οι γνωρίζοντας τα μυστικά της μου έλεγαν πριν αρχίσει η περιπέτεια πως δεν θα είναι παράξενο να φτάσει και τα 10 μετάλλια. Είχαν δίκιο. Χάθηκαν τουλάχιστον τρία που ήταν στο χέρι ελλήνων αθλητών να τα κατακτήσουν. Οι υπέροχοι κολυμβητές μας Απόστολος Χρήστου και Κρίστιαν Γκολομέεφ έχασαν μετάλλια για μια χεριά, ενώ πόνεσε όλους μας το δάκρυ των παικτών της Εθνικής πόλο ανδρών που έχασαν τον προημιτελικό από τους Σέρβους ενώ ήταν οι καλύτεροι στο τουρνουά. Το ολοκλήρωσαν στην πέμπτη θέση με μία μόλις ήττα.
Η επιτυχία της ελληνικής αποστολής αποτελεί απόδειξη πως μπορεί να υπάρχει ένας μη κρατικοδίαιτος αθλητισμός που φέρνει μετάλλια – ένας αθλητισμός πολύ διαφορετικός από εκείνον που είχαμε μέχρι το 2010. Μέχρι τότε τα μετάλλια ήταν αποτελέσματα επενδύσεων του κράτους μας. Τα θαύματα που είχαμε δει από τους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης και μέχρι αυτούς του Πεκίνου οφείλονταν σε απεριόριστο ξόδεμα χρημάτων, σε διάφορους «ειδικούς» στη χημική προετοιμασία – όχι όλα φυσικά, αλλά όχι και λίγα. Είναι αλήθεια πως τον καιρό εκείνο είδαμε πολλά και θαυμαστά – ζήσαμε όμως και ιστορίες σχεδόν εξευτελιστικές όπως την τιμωρία ολόκληρης της Εθνικής άρσης βαρών το 2009, το κρυφτούλι κορυφαίων αθλητών από τους ελέγχους ντόπινγκ, τις σχέσεις με κάτι απίθανους Κινέζους, όπως ήταν εκείνη η τρομερή Σου Λι στην οποία θέλαμε κάποτε να χρεώσουμε τις δικές μας μπαγαποντιές. Και μετά; Μετά ήρθε η κρίση. Δηλαδή η υποχρέωση των ομάδων που βγάζουν αθλητές να πορευτούν με τις δικές τους δυνάμεις και η προσπάθεια των ίδιων των αθλητών να βρουν χορηγούς να τους στηρίξουν χωρίς να περιμένουν τα πάντα από το κράτος.
Η αρχή ήταν δύσκολη: πολύ δύσκολη. Θυμάμαι μετά τους Ολυμπιακούς του Λονδίνου το 2012 να ακούγονται κραυγές αγωνίας για το αν θα υπάρξουν ξανά αθλητικές επιτυχίες εξαιτίας των Μνημονίων. Θυμάμαι ότι μετά τους Ολυμπιακούς του Ρίο (και παρά τις επιτυχίες που και τότε δεν ήταν λίγες) όλοι οι αθλητές παραπονιόντουσαν για τις συνθήκες υπό τις οποίες δουλεύουν στην Ελλάδα – και είχαν τα δίκια τους. Αλλά η προσαρμογή στις δύσκολες νέες συνθήκες υπήρξε τελικά η καλύτερη: και τώρα είχαμε κάποια παράπονα – ποτέ δεν θα λείψουν – αλλά είχαμε και μια τεράστια απόδειξη πως η νέα πραγματικότητα δεν μικραίνει τις πιθανότητες επιτυχίας διάκρισης: ίσα ίσα. Ολοι οι αθλητές έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους, κάποιοι τα κατάφεραν, κάποιοι όχι, αλλά σημασία έχει πως η συνολική εκπροσώπηση της χώρας ήταν παραπάνω από αξιοπρεπής. Σήμερα αγκαλιάζουμε τους αθλητές μας πλέον χωρίς υποψίες. Είναι παιδιά που προκόβουν δουλεύοντας σκληρά χωρίς να περιμένουν αεροπλάνα να τους φέρουν πίσω από την Ντόχα όπου κρύβονται για να ξεφύγουν από ελέγχους. Είναι παιδιά της κρίσης. Ικανά, αξιαγάπητα, στηριγμένα πρώτα από όλα στον εαυτό τους.
Το μετάλλιο του υιοθετημένου Νταουρέν Κουρουγκλίεφ στην πάλη δείχνει πως ακόμα υπάρχει μια κρατική επιθυμία για μετάλλια: δεν είναι κακό να υιοθετείς κι έναν αθλητή κάπου κάπου, ειδικά όταν αυτός θέλει να φύγει από μια πατρίδα που τον πληγώνει. Αλλο είναι η καλοδεχούμενη κρατική μέριμνα και άλλο η εξαγορά μεταλλίων με κρατικές σπατάλες. Το σημαντικό είναι ότι οι ομοσπονδίες και η ΕΟΕ έκαναν καλή δουλειά οργανωτικά: στάθηκαν δίπλα σε αθλητές κάνοντας στο μέτρο του δυνατού ό,τι μπορούν για να τους βοηθήσουν και θα έπρεπε να κάνουν το ίδιο και με τους συλλόγους που τους ανέδειξαν.
Το σημαντικό είναι ότι οι έλληνες αθλητές εκπροσώπησαν στο Παρίσι μια δυτική χώρα. Οχι μια που ήθελε κάποτε να διαδεχτεί την Ανατολική Γερμανία προκαλώντας του κόσμου την κατάπληξη. Και του κόσμου τις ειρωνείες…