Την τελευταία του πνοή σε ηλικία 89 ετών άφησε ο Γιώργος Λεωτσάκος, κορυφαίος μουσικολόγος, κριτικός μουσικής και πρωτοπόρος στην έρευνα της έντεχνης ελληνικής μουσικής.
Την είδηση του θανάτου του έκανε γνωστή το Διοικητικό Συμβούλιο του Σωματείου Ελλήνων Κριτικών Μουσικής, Θεάτρου και Χορού, του οποίου υπήρξε ιδρυτικό μέλος.
Η κηδεία του και η αποτέφρωση της σορού του θα πραγματοποιηθούν το Σάββατο 17 Αυγούστου στις 11.00 π.μ., στη Ριτσώνα.
Ο πρώτος μουσικολόγος που επισκέφθηκε την σοσιαλιστική Αλβανία
Ο Γιώργος Λεωτσάκος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 9 Αυγούστου 1935. Σπούδασε θεωρητικά με τους συνθέτες Κώστα Κυδωνιάτη και Γιάννη Ανδρέου Παπαϊωάννου και το 1964 έλαβε δίπλωμα αντιστίξεως και φούγκας από το Ελληνικό Ωδείο. Κατόπιν υπήρξε αυτοδίδακτος.
Ως μουσικοκριτικός κάλυψε όλο σχεδόν το φάσμα του αθηναϊκού Τύπου από το 1959 έως τον Μάρτιο του 2021. Συγκεκριμένα, εργάστηκε στις εφημερίδες Η Καθημερινή, Μεσημβρινή (1959-1965), Τα Νέα, Το Βήμα (1965-1979), Πρωινή (1979-1980), Ελεύθερη Γνώμη (1983-1985), Πρώτη (1986-1989), Επικαιρότητα, στο εβδομαδιαίο 6 Ημέρες της Ημερησίας (1999-2002), στο Εξπρές (2003-2013) και στο ηλεκτρονικό περιοδικό κριτικής μουσικής, θεάτρου, χορού και εικαστικών τεχνών Critics΄ Point (2013-2020).
Το 1981 υπήρξε ο πρώτος μουσικολόγος του κόσμου που επισκέφθηκε την σοσιαλιστική Αλβανία, γνωρίζοντας σε βάθος το ιδιόμορφο και εντυπωσιακά αποδοτικό σύστημα της μουσικής ζωής, παιδείας και παραγωγής. Ερευνητικό υλικό του για την ΕΕΜ δημοσίευσε στην εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος – Larousse – Britannica, στο Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, αλλά και, κυρίως, στην παγκοσμίου κύρους αγγλική μουσική εγκυκλοπαίδεια Grove.
Επίσης συμμετείχε στην αγγλόφωνη αλβανική έκδοση Biographical Dictionαry of Balkan Composers, παρουσιάζοντας Έλληνες συνθέτες.
Τα κυριότερα έργα του
Κυριότερα έργα του είναι τα: «Αλβανική Μουσική» (Αθήνα 1985, εκτός εμπορίου). «Λύχνος υπό τον μόδιον, Έργα Ελλήνων συνθετών για πιάνο 1847-1908» (ΠΕΚ 1999). «Παύλος Καρρέρ Απομνημονεύματα και Εργογραφία» (Μουσείο Μπενάκη, 2003). «Σπύρος Σαμάρας (1861-1917). Ο Μεγάλος Αδικημένος της Εντεχνης Ελληνικής Μουσικής. Δοκιμή βιογραφίας» (Μουσείο Μπενάκη, 2013). Επίσης, υπό τον γενικό τίτλο «Μουσικολογικά Ιχνηλατήματα», έχει δημοσιεύσει σε ελληνικά μουσικολογικά περιοδικά 25 περίπου εκτενέστατα μελετήματα πάνω σε διαφόρους Έλληνες συνθέτες.
Ανάμεσα στις μεταφράσεις του ιδιαίτερη θέση κατέχουν οι παρακάτω: «Αrmand Lanou, Καλημέρα, κύριε Ζολά» (Γ. Φέξης, 1961), «Simon Vestdijk, Ελ Γκρέκο, Δομήνικος Θεοτοκόπουλος» (Άλβα, 1965), «Yasunari Kawabata Η χώρα του χιονιού» (Κέδρος, 1968), «Nguyen Du. Η κόρη με τα ξεσκισμένα σπλάχνα» (Κέδρος, 1969), «Emile Vuillermoz, Ιστορία της Μουσικής», 2 τόμοι (Υποδομή, 1980 -1981), «Βenvenuto Cellini Η ζωή του Μπενβενούτο Τσελλίνι, Φλωρεντινού, ιστορημένη από τον ίδιο» (Άγρα, 1994).
Τελευταία του συγγραφική εργασία αποτελεί η μελέτη αφιερωμένη στο έργο του Σπύρου Σαμάρα, Αναλύσεις Σκηνικών Εργων, Α’ και Β’ τόμος (24 γράμματα, 2024).
Η σχέση του με την Κέρκυρα
Για την Κέρκυρα και για τα Επτάνησα γενικότερα, ο Γιώργος Λεωτσάκος είναι ο άνθρωπος εκείνος που από πολύ νωρίς συνέβαλε όσο κανείς άλλος στην ανάδειξη, προβολή, έρευνα και επαναπροσέγγιση του επτανησιακού μουσικού πολιτισμού τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδος.
Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 πραγματοποίησε επιτόπιες έρευνες αλλά και ανέδειξε και σύστησε ξανά έργα και συνθέτες της Επτανήσου, όπως ο Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος, ο Παύλος Καρρέρ, ο Σπύρος Σαμάρας.
Επίσης, ο εκλιπών υπήρξε σταθερός φίλος και θερμός υποστηρικτής της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κερκύρας. Η Παλαιά Φιλαρμονική τον είχε φιλοξενήσει πολλάκις με αφορμή συναυλίες ή παραστάσεις που διοργάνωνε, αλλά και επικουρήσει ποικιλοτρόπως το ερευνητικό έργο του.
«Το έργο του Γιώργου Λεωτσάκου θα παραμείνει εις το διηνεκές ως σημείο αναφοράς, ιδιαιτέρως σε ό,τι αφορά τη μουσική των Επτανήσων, και είμαστε βέβαιοι, ότι ο εκλιπών έφυγε με τη σιγουριά ότι οι ερευνητικοί κόποι του έχουν ήδη αποδώσει εξαιρετικούς καρπούς και έχουν δημιουργήσει ουκ ολίγους αφοσιωμένους συνεχιστές», αναφέρει σε συλλυπητήριο μήνυμά της η Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας.
Επίσης, για το χαμό του Γιώργου Λεωτσάκου γράφει η πρόεδρος του Τμήματος Μουσικών Σπουδών στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, Αναστασία Σιώψη, του οποίου ο εκλιπών ήταν Επίτιμος Διδάκτορας.
Η ίδια κάνει λόγο για μια μεγάλη και βαριά απώλεια και τονίζει ότι «η ιστορία της νεοελληνικής μουσικής θα παρουσίαζε μεγάλα κενά αν ο σημαντικός αυτός μουσικολόγος δεν είχε αφιερωθεί «ψυχή τε και σώματι» στην έρευνα και την αξιολόγησή της».
Και συμπληρώνει: «Σε δύσκολες εποχές της πορείας του Τμήματός μας, υπήρξε συναγωνιστής και ένθερμος υποστηρικτής μας. Στα πλαίσια, άλλωστε, αυτής της πολύχρονης και ουσιαστικής σχέσης, δεχθήκαμε τη γενναιόδωρη μεταθανάτια δωρεά (α) του Μουσικού Αρχείου Γιώργου Λεωτσάκου και (β) της Βιβλιοθήκης Γιώργου Λεωτσάκου που θα φιλοξενούνται εφεξής στη Βιβλιοθήκη του Τμήματός μας».
«Θα μας λείψεις, φίλε Γιώργο! Θα μας λείψει το θάρρος σου, η μεγάλη καρδιά που άνοιγες διάπλατα σε όσους αγαπούσες, οι γλαφυρές και απίστευτα λεπτομερείς αφηγήσεις στιγμιότυπων της νεοελληνικής ιστορίας της μουσικής (και όχι μόνο) που και εσύ αποτελούσες μέρος τους, οι πολλές και πολύτιμες γνώσεις σου, η δυναμική παρουσία σου που άφησε σε όλους εμάς που συναναστραφήκαμε μαζί σου έντονα σημάδια. Όσοι σε ζήσαμε από κοντά σε αγαπήσαμε και γι’ αυτό σε αποχαιρετούμε με απέραντη θλίψη αναγνωρίζοντας το βάθος της απώλειας στο χώρο των γραμμάτων και των τεχνών και, πάνω από όλα, στις καρδιές μας. Καλό ταξίδι στο φως», καταλήγει.
Ανακοίνωση για τον θάνατο του Γιώργου Λεωτσάκου εξέδωσε και το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ: «Το ΚΚΕ με μεγάλη συγκίνηση και σεβασμό αποχαιρετά τον κορυφαίο μουσικολόγο και κριτικό μουσικής Γιώργο Λεωτσάκο, έναν πρωτοπόρο και πρωτεργάτη ερευνητή της Έντεχνης Ελληνικής Μουσικής με διεθνή αναγνώριση. Ως δημιουργικό πνεύμα, ο βαθιά και πολύπλευρα καλλιεργημένος αυτός άνθρωπος μας αφήνει μια πολύτιμη παρακαταθήκη που, μαζί με την πλούσια αρθρογραφία του επί 60 χρόνια στον αθηναϊκό τύπο, περιλαμβάνει πολλές μελέτες σε περιοδικά, ένα σοβαρό μεταφραστικό έργο και μια σημαντικότατη εργογραφία, καρπό των πολύχρονων ερευνών του στο έργο των Ελλήνων κυρίως μουσουργών.
Ένα από τα σπουδαιότερα επιτεύγματά του αποτελεί το γεγονός ότι πρώτος αυτός ανακάλυψε, μελέτησε και δημοσίευσε επιστημονική μελέτη για την Επτανησιακή Σχολή. Υπήρξε ακόμη ο πρώτος διεθνώς μουσικολόγος που επισκέφτηκε τη σοσιαλιστική Αλβανία για να μελετήσει από κοντά το ιδιαίτερο και εξαιρετικά αποτελεσματικό σύστημα μουσικής παιδείας και παραγωγής αυτής της χώρας. Εκφράζουμε τα συλλυπητήριά μας στην οικογένεια και τους οικείους του».