Η μεγάλη έκθεση με τίτλο «The Equilibrists» («Οι Ισορροπιστές»), αφιερωμένη σε μια νέα γενιά νέων ελλήνων και κυπρίων καλλιτεχνών, που παρουσιάστηκε το 2016 στο Μουσείο Μπενάκη, διοργανώθηκε από το New Museum της Νέας Υόρκης και το Ιδρυμα ΔΕΣΤΕ, σε συνεργασία με το Μουσείο Μπενάκη, με αφορμή την 33η επέτειο του ΔΕΣΤΕ. Ο Γκάρι Κάριον-Μουραγιάρι ήταν συνεπιμελητής αυτής της έκθεσης μαζί με τη Χέλγκα Κριστόφερσεν και τον καλλιτεχνικό διευθυντή του New Museum Μασιμιλιάνο Τζιόνι.
Οκτώ χρόνια αργότερα ο επιμελητής, γνωστός για την ικανότητά του να συνταιριάζει στις εκθέσεις που επιμελείται διαφορετικές γενιές καλλιτεχνών, προερχόμενων και από απομακρυσμένες γεωγραφικές ζώνες, επιστρέφει στην Ελλάδα. Ο οξυδερκής παρατηρητής της σύγχρονης τέχνης που ανθεί στη Νέα Υόρκη βρέθηκε στα εγκαίνια της έκθεσης του αμερικανού καλλιτέχνη Τζορτζ Κόντο στον χώρο των Σφαγείων της Υδρας. Σήμερα είναι ο ανώτερος επιμελητής στο New Museum συμπληρώνοντας 14 χρόνια σε έναν οργανισμό όπου η εμπειρία του να συναντά νέους καλλιτέχνες τον έμαθε να ξεχωρίζει την ποιότητα από τον εντυπωσιασμό.
Ποιες είναι οι ιδανικές συνθήκες επιμέλειας για εσάς;
Νομίζω ότι ήδη τις έχω βρει και εργάζομαι μέσα σε αυτές, διαφορετικά δεν θα είχα μείνει εκεί τόσα χρόνια. Το New Museum είναι εξ ολοκλήρου επιμελητικό, δεν δημιουργεί συλλογή, οπότε η αποστολή μας είναι να κάνουμε εκθέσεις και να συνεργαζόμαστε με τους εν ζωή καλλιτέχνες. Αλλά δεν υπάρχουν περιορισμοί στο πού μπορούμε να κοιτάξουμε και τα πράγματα που μπορούμε να εξερευνήσουμε. Ξέρετε, υποστηριζόμαστε πραγματικά από τον διευθυντή μας, από το διοικητικό συμβούλιο, και αυτό δεν συμβαίνει πάντα με τα ιδρύματα στις ΗΠΑ. Μερικές φορές υπάρχει λίγο περισσότερη κατευθυντήρια γραμμή, την οποία δεν τη θέλεις. Αλλά είμαστε πραγματικά τυχεροί. Φαίνεται ότι επειδή έχουμε κάνει κάτι σημαντικό οι άνθρωποι μας εμπιστεύονται και είναι ενθουσιασμένοι να δουν τι κάνουμε. Γι’ αυτό και μας δίνεται η ευκαιρία να κάνουμε πραγματικά έρευνα σε παγκόσμιο επίπεδο πηγαίνοντας σε διαφορετικά μέρη. Ειδικά εδώ στην Ελλάδα, ερχόμαστε για άλλη μια φορά. Και είναι πολύ λίγες οι ευκαιρίες να επιστρέψουμε σε ένα μέρος ξανά και ξανά και να δημιουργήσουμε σχέσεις και συνεργασίες που εκτείνονται πίσω στον χρόνο. Οπότε, θα έλεγα ότι αυτές είναι οι ιδανικές ευκαιρίες για έναν επιμελητή.
Τι έχετε να πείτε για το ελληνικό σας κεφάλαιο, την εμπειρία σας με την καλλιτεχνική σκηνή της Αθήνας πριν από μερικά χρόνια;
Για την πρώτη έκθεση που κάναμε, τους «Equilibrists», συνεργαστήκαμε με το Ιδρυμα ΔΕΣΤΕ. Ο Δάκης Ιωάννου είναι μεγάλος υποστηρικτής και φίλος του Νέου Μουσείου, κατά κάποιον τρόπο ένας από τους μακροβιότερους επιτρόπους. Παρακολουθούσαμε το Βραβείο ΔΕΣΤΕ για πολλά χρόνια συμμετέχοντας σε ορισμένα σημεία. Αλλά μετά τη διακοπή αυτού του βραβείου, υπήρξε μια ωραία στιγμή για εμάς να ξανασκεφτούμε πώς θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ίσως ένα ευρύτερο φάσμα ελλήνων καλλιτεχνών. Και σίγουρα, με την κρίση, ήταν δύσκολα τα πράγματα για τους καλλιτέχνες και τις γκαλερί και τα ιδρύματα. Φυσικά υπάρχουν ικανοί πολιτιστικοί οργανισμοί ως υποστηρικτές στην Ελλάδα, αλλά δεν μπορούν να τα κάνουν όλα συνέχεια. Οπότε ήταν μια αρκετά ισότιμη ανταλλαγή μεταξύ του New Museum και του ΔΕΣΤΕ. Μπορούσαμε να έρθουμε και να φέρουμε ας πούμε μια αντικειμενική ματιά στα πράγματα. Γιατί προφανώς η Αθήνα ήταν πάντα αυστηρή και κριτική στη σύγχρονη τέχνη, όπου οι συζητήσεις και ίσως οι διαφωνίες θα μπορούσαν να διαρκέσουν για πολλά πολλά χρόνια. Οπότε φέραμε θα λέγαμε μία φρέσκια ματιά. Αλλά ήρθαμε ως ξένοι για να βρούμε έναν χάρτη πραγμάτων και σχέσεων που είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα και που ίσως δεν είχαν βγει στην επιφάνεια ακόμα. Ετσι, αυτό ήταν σπουδαίο και για εμάς, καθώς κάνουμε έρευνα για τον δικό μας προγραμματισμό στο Νew Museum.
Ο σκοπός ήταν να φέρετε και στο New Museum υλικό από αυτή την έρευνα σας για την ελληνική τέχνη;
Εκείνη την εποχή ξεκινούσα να ερευνώ για την Τριενάλε του New Museum, μια έκθεση που κάνουμε κάθε τρία χρόνια και επικεντρώνεται σε νέους καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο. Ειδικά με αυτή την έκθεση επικεντρώθηκα σε τοποθεσίες και γεωγραφίες που βρίσκονταν εκτός της Νέας Υόρκης, του Λονδίνου, του Βερολίνου, των πιο παραδοσιακών κέντρων της αγοράς και των κέντρων επιρροής. Για μένα, η Αθήνα ήταν μια καταπληκτική ευκαιρία να έχω πραγματικά μια διαρκή δέσμευση. Μερικές φορές πηγαίνεις σε ένα μέρος, κάνεις έρευνα για δύο ή τρεις ημέρες και μετά προσπαθείς να κάνεις όσα περισσότερα μπορείς. Αλλά ποτέ δεν μπορείς να γνωριστείς σε βάθος και να πάρεις πραγματικά το ζουμί από μία περιφερειακή καλλιτεχνική σκηνή. Αυτός ήταν λοιπόν ο στόχος, και τελικά ήταν πολύ πιο πλούσιο, περίπλοκο, ικανοποιητικό και αρκετά επιδραστικό συναισθηματικά αυτό το επιμελητικό πρόγραμμα. Στην Αθήνα έκανα πολλούς φίλους που ακόμα εκτιμώ και με τους οποίους επικοινωνώ.
Για παράδειγμα, σε ποιους καλλιτέχνες αναφέρεστε;
Συμπεριλάβαμε στην έκθεση τις Τριενάλε ορισμένους έλληνες καλλιτέχνες. Ο Μανόλης Λαιμός είναι ένας από αυτούς, ο Πέτρος Μώρης, η Εύα Παπαμαργαρίτη, αλλά και πολλοί άλλοι των οποίων παρακολουθώ τη δουλειά τους και όταν έρχονται στη Νέα Υόρκη συναντιόμαστε και ανταλλάσσουμε σκέψεις. Και τώρα επέστρεψα πάλι για έρευνα.
Πιστεύετε ότι η νέα σας έρευνα μπορεί να χάσει την αντικειμενικότητα της πρώτης φοράς, τότε που παρουσιάσατε τους «Ισορροπιστές»;
Οχι, γιατί δεν αναζητώ καλλιτέχνες που τους έχουμε ήδη παρουσιάσει στις προηγούμενες εκθέσεις. Σίγουρα μπορώ να τους χαιρετήσω και να μιλήσουμε για οτιδήποτε. Αλλά νομίζω ότι ακόμα και εκείνοι, τουλάχιστον οι νεότεροι, καλλιτέχνες βρίσκονται σε άλλη στιγμή στην πορεία τους. Εχουν περάσει σχεδόν 10 χρόνια από τότε που ξεκινήσαμε την έρευνα για την πρώτη αυτή έκθεση. Είναι μια εντελώς διαφορετική ομάδα και οι συνθήκες έχουν αλλάξει από τότε. Σίγουρα ύστερα από εκείνη την έκθεση των «Ισορροπιστών» και φυσικά και μετά την Documenta, πολύ περισσότεροι Ευρωπαίοι ήρθαν εδώ. Καλλιτέχνες εκτός ελληνικής επικράτειας εγκαταστάθηκαν εδώ.
Και αυτό σίγουρα άλλαξε την ενέργεια σε κάποιον βαθμό. Τότε, όταν πρωτοήρθαμε, μας ενδιέφεραν οι καλλιτεχνικοί χώροι και τα επόμενα χρόνια αυτό έγινε ακόμη πιο σημαντικό. Τώρα έχει συρρικνωθεί λίγο αυτή η επιθυμία, καθώς και οι γκαλερί έχουν βρει τον ρόλο τους στην Αθήνα. Οι συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές. Υπάρχουν επίσης προγράμματα και από άλλα ιδρύματα πολιτισμού, όπως το Ωνάσης, που προσφέρουν υποδομές και στηρίζουν νέους καλλιτέχνες. Οπότε οι νέοι καλλιτέχνες λειτουργούν με διαφορετικές παραμέτρους και συστήματα υποστήριξης και οι ίδιοι καλούνται να περιηγηθούν με διαφορετικούς τρόπους για να δείξουν το έργο τους. Σήμερα δεν έρχομαι με φανατικούς στόχους. Στην πραγματικότητα είναι μια πολύ καλή στιγμή για να επιστρέψω καθώς υπάρχει ένα εντελώς διαφορετικό τοπίο με μια πραγματικά νέα γενιά που έρχεται με διαφορετικές προσδοκίες και ίσως αισιοδοξία για την Αθήνα και το τι είναι δυνατό εκεί. Προσπαθώ να ξεκινήσω την έρευνά μου με φρέσκα μάτια.
Αυτή η νέα έρευνα αφορά μια έκθεση στη Νέα Υόρκη για το New Museum ή μια άλλη έκθεση στην Αθήνα;
Δεν ξέρω τι επιτρέπεται αυτή τη στιγμή να πω, αλλά θα κάνουμε μια άλλη έκθεση το επόμενο καλοκαίρι.
Και τώρα σκάβετε τη νέα καλλιτεχνική σκηνή. Αισθάνεστε σαν κηπουρός από αυτή τη διαδικασία;
Είναι περισσότερο σαν να περνάς μέσα από το δάσος, μέσα από τα δέντρα. Αλλωστε γι’ αυτό κάνουμε αυτό που κάνουμε. Η τέχνη πάντα αλλάζει, οι σύγχρονοι καλλιτέχνες ειδικά, αλλάζουν γρήγορα. Ειδικά τα τελευταία χρόνια συνεργάζομαι με πολλούς παλαιότερους καλλιτέχνες, από τη δεκαετία του ’90. Αλλά όταν επιστρέφεις στη νέα γενιά, βρίσκεις πάντα κάτι εκπληκτικό και καινούργιο.
Τι βλέπετε λοιπόν στο καινούργιο της τέχνης;
Είναι δύσκολο να πω. Αυτό συνδέεται λίγο με το πώς σκεφτόμαστε για τον προγραμματισμό του μουσείου. Στην Αμερική, υπάρχουν ορισμένες υπαρξιακές και θεμελιώδεις κρίσεις τις οποίες προσεγγίζουμε ως χώρα και ως ανθρωπότητα. Μπορεί να φαίνονται σαν νέα προβλήματα, αλλά είναι επίσης ιστορικά προβλήματα. Και νομίζω ότι η αξία για τη συνεργασία με σύγχρονους καλλιτέχνες είναι ότι έχουν προσεγγίσει αυτά τα προβλήματα με νέα μάτια. Για εμάς, σημασία έχει ο τρόπος με τον οποίο οι καλλιτέχνες βλέπουν αυτόν τον κόσμο και προσπαθούν να φανταστούν ένα μέλλον που να έχει νόημα. Υπάρχει ένα νόημα για όλους. Αυτή είναι η γενική ιδέα του New Museum. Tο γεγονός ότι το μουσείο μας συνεχίζει να το κάνει αυτό, παρά το πόσο δύσκολα είναι τα πράγματα αυτή τη στιγμή, είναι πολύ ενθαρρυντικό για εμάς και μας δίνει ενέργεια για να συνεχίσουμε να προχωράμε μπροστά.
Τι ψάχνετε λοιπόν στους καλλιτέχνες;
Τώρα ψάχνω την έκπληξη. Αυτή ήταν για μένα η πραγματική ομορφιά της πρώτης μου επιμελητικής εργασίας. Το πόσο πολλά μπόρεσα να ανακαλύψω. Και προσπαθώ να ξαναζήσω την ίδια εμπειρία. Νομίζω ότι σίγουρα θα έχω πάλι τη δυνατότητα.