Εδώ και σχεδόν 20 χρόνια ο 41χρονος Αμπντουλάχι Σούλεμαν βρίσκεται παγιδευμένος στις φυλακές της Βρετανίας και στα γρανάζια του σωφρονιστικού συστήματος της χώρας.
Ήταν μικρό παιδί όταν η οικογένειά του έφυγε από τη Σομαλία για να γλιτώσει από τις συγκρούσεις, αναζητώντας μια καλύτερη ζωή επί βρετανικού εδάφους.
Το 2005, σε ηλικία 22 ετών, ο Αμπντουλάχι -ο οποίος έχει διαγνωστεί με διπολική διαταραχή και διαταραχή μετατραυματικού στρες- καταδικάστηκε για την κλοπή ενός φορητού υπολογιστή, σε πάρκο του Κάρντιφ.
Ήταν από τους πρώτους που καταδικάστηκαν βάσει ενός νέου νόμου από την τότε κυβέρνηση των Εργατικών, επί πρωθυπουργίας Τόνι Μπλερ.
Αορίστου χρόνου, έχουν ελάχιστη, αλλά όχι μέγιστη διάρκεια.
Στον Αμπντουλάχι Σούλεμαν επιβλήθηκε αρχική ελάχιστη ποινή τριών ετών και 276 ημερών.
Πέρασαν έξι χρόνια προτού αποφυλακιστεί για πρώτη φορά, με αναστολή.
Έκανε οικογένεια. Δούλευε σε οικοδομές ως σοβατζής.
Όμως δυόμισι χρόνια αργότερα φυλακίστηκε ξανά, λόγω υποτροπής της ψυχικής νόσου.
Ένα πρόγραμμα θεραπείας προστέθηκε στους αυστηρούς όρους της επόμενης αποφυλάκισής του.
Όταν έχασε ένα ραντεβού ιατρικής παρακολούθησης επέστρεψε ξανά τη φυλακή, σε ένα φαύλο κύκλο.
Συνέβη συνολικά τέσσερις φορές μέσα στα τελευταία 19 χρόνια, τα 15 από τα οποία ο Αμπντουλάχι τα έχει περάσει στις φυλακές, χωρίς να διαπράξει κάποιο νέο αδίκημα.
Κάθε φορά, η αιτιολογία ήταν «μη συμμόρφωση με την ψυχική υγεία».
Η τελευταία φορά που μεταφέρθηκε ξανά στη φυλακή ήταν το 2017, ων πλέον πατέρας τριών παιδιών.
Δεν έχει ακόμη πάρει ημερομηνία αποφυλάκισης, ενώ η ψυχική υγεία του επιδεινώνεται διαρκώς.
Πρέπει να λάβει «θεραπεία, όχι τιμωρία», διαμαρτύρεται η σύζυγός του, που όλα αυτά τα χρόνια μεγαλώνει μόνη τις τρεις κόρες τους, σήμερα ηλικίας 9, 10 και 19 ετών.
Αλλά η περίπτωση του Αμπντουλάχι Σούλεμαν δεν είναι καν μοναδική.
Σχεδόν 3.000 κρατούμενοι στις βρετανικές φυλακές είναι παγιδευμένοι με ποινές IPP.
Νομική «γκρίζα ζώνη»
Υπάρχουν πολλές τραγικές, εξωφρενικές περιπτώσεις εσαεί κρατούμενων στις φυλακές της Βρετανίας για λόγους δημόσιας προστασίας.
Ένας για παράδειγμα έχει εκτίσει περισσότερα από 16 χρόνια για κλοπή ποδηλάτου.
Ένας άλλος βρίσκεται 11 χρόνια στη φυλακή για την κλοπή κινητού τηλεφώνου.
Περίπου 2.734 άτομα παραμένουν έως και σήμερα παγιδευμένα στον καφκικό εφιάλτη που δημιούργησε ο νόμος για τις ποινές IPP.
Υποτιθέμενος στόχος του ήταν να προστατευτεί η κοινωνία από δυνητικά «επικίνδυνους παραβάτες», τα εγκλήματα των οποίων δεν ήταν αρκετά σοβαρά ώστε να δικαιολογούν ισόβια κάθειρξη.
Στην πραγματικότητα, χρεώνεται ως τακτικισμός της τρίτης και τελευταίας κυβέρνησης των Εργατικών υπό τον Τόνι Μπλέρ (2005-2007), που ήθελε να δείξει ότι μπορούσε να είναι το ίδιο σκληρή σε θέματα ποινικής δικαιοσύνης με τους Συντηρητικούς, σε μια περίοδο που στο επίκεντρο ήταν «ο νόμος και η τάξη».
Στην πράξη, αποδείχθηκε ότι έγινε κατάχρηση των ποινών IPP, σε βάρος χιλιάδων ατόμων, που φυλακίστηκαν για σχετικά ήσσονος σημασίας αδικήματα, χωρίς να γνωρίζουν εάν και πότε θα αποφυλακίζονταν.
Πολλοί από αυτούς καταδικάστηκαν για μικρής έκτασης εμπρησμούς, καβγάδες σε παμπ και μικροκλοπές στο δρόμο.
Έρευνα του Vice News εντόπισε μια περίπτωση για απλή πρόκληση ζημιών σε ένα περιβόλι.
Το αποτέλεσμα ήταν να αυξηθούν οι πιέσεις σε ένα ήδη επιβαρυμένο σωφρονιστικό σύστημα και να επιδεινωθεί η ήδη διαταραγμένη ψυχική υγεία κρατούμενων, που βάσει της IPP κατέληξαν να εκτίουν πολλαπλάσια ποινή σε σχέση με το αδίκημα που είχαν διαπράξει.
Το μέτρο καταργήθηκε τελικά το 2012 από την κυβέρνηση συνασπισμού Συντηρητικών-Φιλελεύθερων Δημοκρατών, υπό το βάρος απόφασης καταπέλτη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατά του Ηνωμένου Βασιλείου.
Έκρινε «αυθαίρετη και επομένως παράνομη» την επιβολή ποινών IPP.
Όμως η κατάργηση του σχετικού νόμου δεν είχε αναδρομική ισχύ.
Και κάπως έτσι χιλιάδες κρατούμενοι στις βρετανικές φυλακές βρέθηκαν εγκλωβισμένοι σε μια νομικά «γκρίζα ζώνη».
Άλλη μια «καυτή πατάτα» για τους Εργατικούς
Θεωρητικά, οι αρχικές ελάχιστες ποινές IPP δίνουν στον κρατούμενο τη δυνατότητα να υποβάλει αίτηση αποφυλάκισης.
Θα πρέπει ωστόσο να αποδείξει ότι δεν αποτελεί πλέον κίνδυνο για το κοινό.
Συχνά αυτό προϋποθέτει την παρακολούθηση «συνεδριών επανένταξης» ή ψυχικής θεραπείας.
Όμως με την αποσάθρωση των δημόσιων υπηρεσιών υγείας -έπειτα από 14 χρόνια λιτότητας από τις κυβερνήσεις των Συντηρητικών- η πρόσβαση σε τέτοιου είδους προγράμματα δεν είναι δεδομένη.
Συχνά δεν είναι καν εφικτή.
Το αποτέλεσμα είναι πολλοί κρατούμενοι με IPP να καταλήγουν ξανά και ξανά στη φυλακή, με πρόσθετη επιβάρυνση της ψυχικής τους υγείας.
Ο αριθμός τους μειώθηκε μόλις κατά 6% σε σχέση με πέρυσι.
Υπολογίζεται ότι σχεδόν 700 άτομα -το ένα τέταρτο όσων παραμένουν υπό αυτό το καθεστώς κράτησης- έχουν εκτίσει τουλάχιστον 10 χρόνια περισσότερο από το ελάχιστο όριο της ποινής τους.
Παρά τις εισηγήσεις για επανεκδίκαση όλων των υποθέσεων IPP, η πρόταση απορρίφθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση των Συντηρητικών, υπό τον Ρίσι Σούνακ.
Εγκρίθηκε ωστόσο η μείωση του χρόνου αναστολής -άρα και πιθανότητας εκ νέου φυλάκισης- στα τρία χρόνια.
Αν και η νέα κυβέρνηση των Εργατικών υπό τον Κιρ Στάρμερ έχει δεσμευτεί για την αποσυμφόρηση των βρετανικών φυλακών με ένα πρόγραμμα πρόωρων αποφυλακίσεων από τον προσεχή Σεπτέμβριο, στα σχέδιά της δεν περιλαμβάνονται οι περιπτώσεις IPP.
Όμως ειδικοί σε θέματα ψυχικής υγείας και ποινικής δικαιοσύνης, οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και συγγενείς αυτής της κατηγορίας κρατουμένων κρούουν κώδωνα κινδύνου.
Ζητούν να τερματιστεί αυτός ο «ζωντανός εφιάλτης», για τον οποίο έχει εκφράσει δημόσια τη μεταμέλειά του ο εισηγητής του μέτρου, πρώην υπουργός Εσωτερικών της Βρετανίας, Λόρδος Ντέιβιντ Μπλάνκετ.
Υπολογίζεται εν τω μεταξύ ότι 80 κρατούμενοι IPP έχουν αυτοκτονήσει, ενώ καταγράφεται «ανησυχητική αύξηση» αυτοτραυματισμών, λόγω εγκλωβισμού -όπως καταγγέλλει η Βρετανική Ψυχολογική Εταιρεία- σε μια «χρόνια κατάσταση άγχους και απελπισίας».
Κατά την ανεξάρτητη εμπειρογνώμονα του ΟΗΕ, Άλις Τζιλ Έντουαρντς, πρόκειται για «απάνθρωπες πρακτικές», που ισοδυναμούν με «ψυχολογικά βασανιστήρια».