Η άτυπη απασχόληση στην Ελλάδα και την Πορτογαλία κινείται ως και σε διπλάσια ποσοστά από τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης, σύμφωνα με έκθεση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας του ΟΗΕ (ΔΟΕ). Tα στοιχεία δημοσιοποιεί ρεπορτάζ του Εuronews, που ταυτίζει την άτυπη απασχόληση (informal employment) με τα «συμβόλαια μηδενικών ωρών». Όταν δηλαδή ο εργαζόμενος δουλεύει όποτε και όσο θέλει ο εργοδότης – όντας σε μια ιδιόμορφη περίπτωση ομηρίας.
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ, οι «περιστασιακοί» εργαζόμενοι είναι ευάλωτοι λόγω της έλλειψης κοινωνικής και νομικής προστασίας. Η άτυπη απασχόληση στην Ευρώπη κινείται σε χαμηλότερα επίπεδα από τον παγκόσμιο μέσο όρο, εξακολουθεί να είναι υψηλή σε αρκετές χώρες.
Η άτυπη απασχόληση ή αλλιώς γνωστή ως εργασία χωρίς σύμβαση, νομική προστασία ή κοινωνική ασφάλιση, παραμένει διαδεδομένη παγκοσμίως, εξηγεί το άρθρο. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΔΟΕ για το 2023, το 58% του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού απασχολείται στην άτυπη απασχόληση. Αφού εξαιρεθούν οι εργαζόμενοι στη γεωργία, το ποσοστό πέφτει στο 50%.
Στην Ευρώπη και την Κεντρική Ασία, η άτυπη απασχόληση αφορούσε μέχρι πρόσφατα τον 1 στους 5 εργαζομένους. Παρόλο που το ποσοστό αυτής της απασχόλησης είναι χαμηλότερο στις χώρες της ΕΕ σε σύγκριση με άλλες περιοχές, ένας σημαντικός αριθμός εργαζομένων σε όλη την Ευρώπη εξακολουθεί να συμμετέχει στην «άτυπη οικονομία» ή να απασχολείται με συμβάσεις μηδενικών ωρών εργασίας.
Με βάση τα δεδομένα της ΔΟΕ για το 2023 ή τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, η Ουγγαρία και η Πολωνία είχαν τα υψηλότερα ποσοστά άτυπης απασχόλησης μεταξύ των χωρών της ΕΕ, με 17,8% και 9,8% αντίστοιχα. Αντίθετα, η άτυπη οικονομία είναι πολύ λιγότερο διαδεδομένη σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, με τα ποσοστά άτυπης απασχόλησης να πέφτουν κάτω από το 2% στο 1/3 των χωρών της Ε.Ε.
Με βάση πάντα τη ΔΟΕ, η Ελλάδα έχει 4,5% άτυπη απασχόληση, την υψηλότερη στην Ευρωζώνη μετά την Πορτογαλία (4,6%). Η Μάλτα κατέγραψε το χαμηλότερο ποσοστό άτυπης απασχόλησης με 0,7%, ακολουθούμενη από τη Σλοβενία με 1% και το Βέλγιο και τη Βουλγαρία με 1,3%.
Η άτυπη απασχόληση στα χαρτιά και στην πράξη
Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι η άτυπη απασχόληση στην Ελλάδα περιορίζεται στο 4,5%, όταν το μέγεθος της παραοικονομίας είναι υπερτριπλάσιο, σύμφωνα με τις εκτιήσεις του ΔΝΤ. Πώς μετριέται η άτυπη εργασία όταν από την ίδια τη φύση της είναι δύσκολο να εντοπιστεί; Είναι το ίδιο με την αδήλωτη ή υποδηλωμένη εργασία; Και τι σχέση έχει με τα ωράρια μηδενικής απασχόλησης; Η ξερή παράθεση στοιχείων από τον ΔΟΕ δεν δίνει επαρκείς απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα.
Όπως εξηγεί ο Γιάννης Κουζής, καθηγητής Εργασιακών Σχέσεων και Κοσμήτορας της Σχολής Πολιτικών επιστημών του Παντείου Πανεπιστημίου, ο όρος informal employment παραπέμπει στην αδήλωτη και ανασφάλιστη εργασία. Τα συμβόλαια μηδενικής απασχόλησης δεν υφίστανται επισήμως στην Ελλάδα. Υπάρχει μια παραλλαγή τους, που εισήχθη πέρυσι με το νόμο Γεωργιάδη, που λέγεται «κατά παραγγελία εργασία». Ο εργοδότης ορίζει κάποιες ώρες εργασίας για ένα χρονικό διάστημα, και μπορεί να φωνάξει τον εργαζόμενο όποτε θέλει. Αν δεν συμπληρωθούν οι απαιτούμενες ώρες, δεσμεύεται να πληρώσει το ¼ των ωρών που είχε ορίσει.
Νούμερα κατ’εκτίμηση
Ο καθηγητής θεωρεί ότι τα νούμερα που παρουσιάζουν οι Διεθνείς Οργανισμοί, τα οποία αντλούνται από τις υπηρεσίες κάθε χώρας, όπως η Επιθεώρηση Εργασίας, συντάσσονται κατ’εκτίμηση και δεν είναι απαραίτητα αντιπροσωπευτικά της πραγματικής εικόνας.
Η ανασφάλιστη και αδήλωτη εργασία στην Ελλάδα για παράδειγμα είναι πολύ υψηλότερη από τα ποσοστά που δίνει το ΕΡΓΑΝΗ ή το σύστημα Άρτεμις – που το 2020 την υπολόγισε στο 5%, από 40% το 2013, στο ζενίθ της μνημονιακής κρίσης.
Καταρχάς, τα ποσοστά αυτά αφορούν εκείνους που «πιάνονται» να απασχολούν εργαζόμενους άτυπα, που είναι ένα μικρό μέρος του συνόλου.
Δεύτερον, εντός της νόμιμης εργασίας, περιλαμβάνονται μορφές άτυπης και αδήλωτης εργασίας. Για παράδειγμα οι απλήρωτες υπερωρίες, που είναι κανόνας σε πολλές αν όχι στις περισσότερες δουλειές στον ιδιωτικό τομέα, αποτελούν αδήλωτη και ανασφάλιστη εργασία – γκρίζες ζώνες εντός της «λευκής» και όχι της μαύρης οικονομίας.
Επιπλέον, εξηγεί ο κ. Κουζής, εκτός από την άτυπη εργασία (informal) υπάρχει και ο όρος «ατυπική» εργασία (atypic στα γαλλικά), που αφορά κάθε είδος εργασίας που δεν έχει πλήρες ωράριο και σύμβαση αορίστου χρόνου. Περιλαμβάνει τη μερική απασχόληση, τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου και άλλες μορφές περιστασιακής εργασίας, οι οποίες στην Ελλάδα κινούνται επισήμως σε διψήφια ποσοστά.
Ακόμα όμως και αν τα πραγματικά επίπεδα της άτυπης – αδήλωτης απασχόλησης στην Ελλάδα είναι πολλαπλάσια του 4,5%, οι πίνακες της ΔΟΕ χρησιμεύουν ως μέτρο σύγκρισης. Οι οικονομίες του Νότου, όπως η Ελλάδα, παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά μη δηλωμένης εργασίας, μας λέει ο καθηγητής, ένα φαινόμενο που συνδέεται και με την ακμάζουσα παραοικονομία.
Γι’αυτό και τα πραγματικά μεγέθη της άτυπης – αδήλωτης εργασίας, παραμένουν ακαθόριστα και δύσκολα μετρήσιμα.