Η ανάλυση κόστους – οφέλους για την ανθεκτικότητα των ελληνικών δασών προκαλεί ερωτήματα σχετικά με τη στρατηγική διαχείρισης των δασών. Η καταστροφή των δασών από πυρκαγιές αποτελεί μία από τις σοβαρότερες απειλές για τα οικοσυστήματα της Ελλάδας. Οι βασικοί πυλώνες της πολιτικής διαχείρισης των δασικών πυρκαγιών είναι η πρόληψη, η κατάσβεση και η αποκατάσταση των οικοσυστημικών υπηρεσιών μετά την καταστροφή. Η αρχή της αποτελεσματικής κατανομής πόρων υπαγορεύει τον σχεδιασμό των πολιτικών αυτών με αυστηρά κριτήρια ανάλυσης του κοινωνικού οφέλους και κόστους των επιμέρους πολιτικών. Πρόκειται για μία από τις προβληματικές που θίγει και αναλύει η έκθεση της Ακαδημίας Αθηνών για την «Ανθεκτικότητα των Ελληνικών Δασικών Οικοσυστημάτων στην Κλιματική Αλλαγή».
Ο συνδυασμός. Η στρατηγική που επικεντρώνεται στην πρόληψη και την άμεση κατάσβεση θα πρέπει να συνδυαστεί με στρατηγική αποκατάστασης των οικοσυστημικών υπηρεσιών που χάνονται ύστερα από μια πυρκαγιά, αφού η ταχύτητα και η αποτελεσματικότητα της αποκατάστασης καθορίζουν την οικονομική και κοινωνική σταθερότητα της περιοχής. Οι δασικές οικοσυστημικές υπηρεσίες που επηρεάζονται από τις πυρκαγιές διακρίνονται σε τρεις βασικές κατηγορίες: υπηρεσίες παροχής, όπως η ξυλεία και τα μη ξυλώδη προϊόντα (π.χ. μέλι, ρετσίνι) και το νερό, ρυθμιστικές υπηρεσίες, όπως η δέσμευση του διοξειδίου του άνθρακα και η πρόληψη πλημμυρών, και πολιτιστικές υπηρεσίες, όπως η αναψυχή και η αισθητική αξία του δάσους. Υστερα από μία δασική πυρκαγιά, οι υπηρεσίες αυτές χάνονται μέχρι να υπάρξει πλήρης αποκατάσταση. Να σημειωθεί ότι ο χρόνος αποκατάστασης οικοσυστημικών υπηρεσιών είναι από 5 έως 20 χρόνια, ενώ το κόστος αποκατάστασης ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο κατεστραμμένου δάσους κυμαίνεται από 2.000 έως 5.000 ευρώ.
Η αξία. Σύμφωνα με την έκθεση της Ακαδημίας Αθηνών, η αξία των οικοσυστημικών υπηρεσιών ενός ελληνικού δάσους μπορεί να κυμαίνεται από 298 έως 1.252 ευρώ ανά εκτάριο (10 στρέμματα) ετησίως, ανάλογα με τις υπηρεσίες που παρέχει και το είδος του δάσους, με την πλέον ασφαλή εκτίμηση να ξεπερνά τα 720 ευρώ ανά εκτάριο (720 ευρώ/10 στρέμματα). Η απώλεια αυτών των υπηρεσιών μπορεί να οδηγήσει σε οικονομικές ζημιές εκατομμυρίων ευρώ, ειδικά αν λάβουμε υπόψη ότι οι πυρκαγιές καταστρέφουν χιλιάδες εκτάρια δασών κάθε χρόνο. Οι ζημιές αυτές ξεπερνούν τα 720 ευρώ, αν ληφθούν υπόψη το κόστος απώλειας ακίνητης περιουσίας και το κόστος σε όρους υγείας από δασικές πυρκαγιές.
Για να έχουμε μια ιδέα της τάξης των μεγεθών, σημειώνουμε ότι την περίοδο 2000-2022, με βάση τα στοιχεία του Πυροσβεστικού Σώματος Ελλάδος, υπήρξαν 233.116 δασικές πυρκαγιές που έκαψαν περίπου 5,5 εκατ. στρέμματα συνολικά.
Σύμφωνα με την ανάλυση της έκθεσης, η μακροχρόνια οικονομική αξία που παράγεται από ένα δάσος βασίζεται στη συνεχή παροχή αυτών των υπηρεσιών. Αν το δάσος δεν αποκατασταθεί γρήγορα έπειτα από μια πυρκαγιά, οι απώλειες για την κοινωνία μπορεί να είναι ανυπολόγιστες.
Αυτό σημαίνει ότι η πρόληψη ή η κατάσβεση και η αποκατάσταση θα πρέπει να αποτελέσουν τους βασικούς πυλώνες της δασοπροστασίας. Η κλιματική αλλαγή φαίνεται ότι θα συνεχίσει να αυξάνει τη συχνότητα και την ένταση των πυρκαγιών, καθιστώντας την πρόληψη και την αποκατάσταση έναν κρίσιμο παράγοντα για την επιβίωση των ελληνικών δασών. Ο τρόπος κατανομής των πόρων στις επιμέρους δραστηριότητες θα πρέπει να προκύψει από κοινωνική ανάλυση οφέλους – κόστους.