Επειτα από κάθε φυσική καταστροφή, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που ασχολούνται με την ψυχική υγεία δραστηριοποιούνται στο πεδίο. Στην περίπτωση της ΕΠΑΨΥ, οι επαναλαμβανόμενες φυσικές καταστροφές μάς ανάγκασαν να δημιουργήσουμε μια ομάδα διαχείρισης κρίσεων που παρεμβαίνει άμεσα και λειτουργεί 24/7 προσφέροντας υποστήριξη διά ζώσης και εξ αποστάσεως όταν υπάρχει ανάγκη συνδρομής στην ανακούφιση των πληγέντων από πλημμύρα, σεισμό, φωτιά, ναυάγιο και μεγάλα ατυχήματα.
Οι ομάδες είναι διεπιστημονικές και εκπαιδευμένες για τις πρώτες βοήθειες στην ψυχική υγεία σύμφωνα με τις οδηγίες του ΠΟΥ. Πηγαίνουμε εμείς κοντά στους ευάλωτους πολίτες, αντί να τους περιμένουμε στο γραφείο μας. Οι παρεμβάσεις γίνονται πάντα σε συνεργασία με τους δήμους και την Κοινωνική Υπηρεσία, έτσι ώστε να υπάρχει κατάλληλη διανομή των ανθρώπινων αλλά και των υλικών πόρων. Η εμπειρία από επισκέψεις κατ’ οίκον ή ομάδες αυτοβοήθειας δείχνει ότι άτομα ή και ολόκληρες οικογένειες χρειάζονται ψυχοκοινωνική στήριξη και για πολλά χρόνια είναι «αόρατοι» για τις υπηρεσίες.
Η ανταμοιβή μας δεν είναι, ασφαλώς, οικονομική, κάθε άλλο. Είναι ηθική. Συνδέεται με τη χαρά που προσφέρει η αλληλεγγύη, με αυτό που παίρνεις όταν δίνεις, με το νόημα που αποκτά η ζωή και η ύπαρξη όταν το συλλογικό διακύβευμα υπερβαίνει τις ατομικές επιδιώξεις. Η αποστολή μας δεν είναι γραφειοκρατική, διαδικαστική ή απλά τεχνική. Είναι βαθιά πολιτική, ανθρωπιστική και θεσμική, γιατί αφορά τη στήριξη των πολλών, και ειδικά των πιο αδύναμων, χωρίς διακρίσεις, αποκλεισμούς και στιγματισμό. Υστερα από τόσες αλλεπάλληλες παρεμβάσεις και τόσες εφιαλτικές επαναλήψεις καταστροφών, για πολλές δεκαετίες, έρχεται και για εμάς τους ειδικούς η στιγμή να αναστοχαστούμε για την ουσιαστική αξία της δράσης μας.
Μήπως προσφέρουμε δημοκρατικό, προοδευτικό άλλοθι, παρέχοντας εκ των υστέρων δευτερεύουσες υπηρεσίες, οι οποίες χρησιμοποιούνται από τους κυβερνώντες ως επικοινωνιακό μέσο για συγκάλυψη των ευθυνών τους; Μήπως διευκολύνουμε τη συντήρηση του κατακερματισμού και της αποσπασματικότητας που χαρακτηρίζουν τη λειτουργία του πολυδάπανου και αναποτελεσματικού κοινωνικού κράτους, προωθώντας εμβαλωματικές λύσεις που σώζουν τα προσχήματα; Μήπως ξεμπερδεύουμε με τις ενοχές μας κάνοντας ό,τι μπορούμε ενταγμένοι σε ένα δυσλειτουργικό πλαίσιο που δομήθηκε ερήμην μας και ίσως με την ανοχή μας; Μήπως ανοίγουμε τον δρόμο σε ΜΚΟ που κάνουν business πάνω στα ερείπια και εμπορευματοποιούν την ανθρώπινη οδύνη με σκοπό το κέρδος, αξιοποιώντας τις δυνατότητες που τους προσφέρει η παντελής έλλειψη αξιολόγησης, κανόνων και κριτηρίων αποδοτικότητας;
Μήπως, τελικά, γινόμαστε εργαλείο στα χέρια πονηρών πολιτικών και επιχειρηματιών για να κάνουν πελατειακά παιχνίδια και να συσκοτίζουν τις ευθύνες για την ανελέητη επανάληψη της αποτυχίας στην πρόληψη και την αντιμετώπιση των φυσικών και ανθρωπιστικών καταστροφών;
Οποιες και αν είναι οι απαντήσεις, θα είμαστε εκεί όσο χρειάζεται, για όσους μας χρειάζονται, στο μέτρο των δυνατοτήτων μας. Αλλά δεν θα βολευτούμε με καμία αυταπάτη αυτάρκειας, ότι αποτελούμε κομμάτι ενός δήθεν συγκροτημένου εθνικού σχεδίου προσφοράς κοινωνικών και υγειονομικών υπηρεσιών, ότι η προσπάθειά μας αθροίζεται με άλλες που όλες μαζί οδηγούν εκεί που πρέπει να πάμε και όχι εκεί όπου μας σπρώχνουν η έλλειψη συντονισμού, λογοδοσίας, τεκμηρίωσης, αποτίμησης, εξορθολογισμού, εκσυγχρονισμού, εκπαίδευσης, αξιοποίησης των νέων τεχνολογιών, υιοθέτησης καλών πρακτικών από το εξωτερικό, παραδοχής των διαστάσεων των εθνικών παθογενειών και πολιτικής βούλησης για την υπέρβασή τους, ανεξάρτητα από πολιτικό κόστος, επικοινωνιακές παραμέτρους και δημοσκοπικά δεδομένα.
Ισως θα είμαστε περισσότερο αξιόπιστοι και χρήσιμοι επιδιώκοντας έναν διπλό στόχο: από τη μια να προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή φροντίδα ψυχικής υγείας και από την άλλη να καταγγέλλουμε συστηματικά μαζί με τους κοινωνικούς μας εταίρους τη σαθρότητα και την υποκρισία του πελατειακού συστήματος εξουσίας.