Μία από τις μεγαλύτερες φετινές εκδοτικές επιτυχίες είναι το βιβλίο του ιστορικού Μενέλαου Χαραλαμπίδη «Δωσίλογοι. Ενοπλη, πολιτική και οικονομική συνεργασίας στα χρόνια της Κατοχής» (εκδ. Αλεξάνδρεια). Ομολογουμένως, προκαλεί έκπληξη ότι ένα ογκώδες μη λογοτεχνικό βιβλίο έχει τέτοια επιτυχία. Σίγουρα, συντελεί το γεγονός ότι αποτελεί υποδειγματική προσέγγιση της πολυεπίπεδης συνεργασίας με τον κατακτητή, ενοποιώντας τις πρακτικές κατοχικής διακυβέρνησης, την οικονομική συναλλαγή και την ένοπλη δράση στο πλευρό του κατακτητή και κατά των αντιστασιακών οργανώσεων.

Ομως, πιστεύω ότι η απήχηση του βιβλίου δεν οφείλεται μόνο στην ιστοριογραφική ποιότητα και εγκυρότητά του. Κυρίως εκτιμώ ότι οφείλεται στο ότι προσφέρει ένα είδος ιστορικής πατριδογνωσίας, καθώς αποκαλύπτει ότι η γενεαλογία ενός σημαντικού τμήματος των πολιτικών και οικονομικών ελίτ κατεξοχήν περιλαμβάνει και τη στιγμή της Κατοχής και αυτές τις πρακτικές συνεργασίας με τον κατακτητή. Σε ένα μεγάλο μέρος το μετεμφυλιακό καθεστώς, ως συνολικό πλέγμα πρακτικών εξουσίας, έχει ως αφετηρία τις πρακτικές δωσιλογισμού, ιδίως από τη στιγμή που αυτές θεωρήθηκαν τμήμα ενός εμφυλίου πολέμου που ξεκίνησε αρκετά πριν από την επίσημη κήρυξή του.

Πάνω από όλα αυτό που εντυπωσιάζει στο βιβλίο του Χαραλαμπίδη και μάλλον είναι η βασική εξήγηση της απήχησής του είναι η εξαντλητική αποτύπωση της ατιμωρησίας όσων συνεργάστηκαν με τους κατακτητές. Γιατί αυτή η ατιμωρησία δεν είναι απλώς ένα συγκυριακό φαινόμενο, αποτέλεσμα του τρόπου που όσοι συνεργάστηκαν εκ των υστέρων θεωρήθηκε ότι εξαρχής εργάζονταν για την προστασία του καθεστώτος από την «κομμουνιστική απειλή». Αποτυπώνει έναν τρόπο λειτουργίας του κράτους περισσότερο διαχρονικό, όχι μόνο την απροθυμία ανάληψης ευθύνης αλλά την καθεστωτική αντίληψη ότι η συμμετοχή στην άσκηση εξουσίας σημαίνει τελικά και την επίτευξη μιας ορισμένης ασυλίας. Και είναι αυτή η αίσθηση ότι το «καθεστώς» εν τέλει προστάτεψε «τους δικούς του» που έρχεται να συναντήσει τη σημερινή δυσπιστία ως προς την ικανότητα του κράτους να αναλαμβάνει ευθύνη και να τιμωρεί τα στελέχη του όταν πρέπει.