Κάπου στη βόρεια Γερμανία, το καλοκαίρι του 1958, μια γυναίκα είδε ένα πρόσωπο που της φαινόταν γνωστό. Η πρώτη εντύπωση πρέπει να μετατράπηκε σε σοκ, όταν αντιλήφθηκε ότι ξαναέβλεπε μπροστά της τον άνθρωπο που τραυμάτιζε -ακόμα και θανάσιμα- γυναίκες για να δει πως θα αντιδράσουν στα φάρμακά του: Τη διαβόητη Χέρτα Ομπενχόιζερ.
Η βασανισμένη γυναίκα ήταν από τις τυχερές που είχαν επιβιώσει από τα φρικιαστικά δωμάτια του Ράβενσμπρικ, ενός κολαστηρίου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ειδικά κατασκευασμένου για γυναίκες, 55 μίλια βόρεια του Βερολίνου.
Σε αυτό το στρατόπεδο συγκέντρωσης, όμως, πέραν των συνηθισμένων βασανιστηρίων τέτοιων «δομών», οι γερμανικές αρχές, είχαν «επενδύσει» πολλά. Ανέθεσαν στους καλύτερους Γερμανούς επιστήμονες να βρουν φάρμακα και μεθόδους που θα «αναβαθμίσουν» την ιατρική προς όφελος των Γερμανών στρατιωτών που τραυματίζονταν στον πόλεμο.
Εκεί γίνονταν πειράματα θεραπείας επιμολυσμένων τραυμάτων με σουλφονιλαμίδια και μεταμοσχεύσεις οστών. Επικεφαλής της ιατρικής ομάδας ήταν ο Καθηγητής Καρλ Γκέμπχαρτ.
Τα έγγραφα της δίκης αποκάλυπταν ότι η Ομπενχόιζερ έβλεπε του ανθρώπους σαν… κουνέλια έτοιμα προς πειράματα.
Ο Γκέμπχαρντ προκαλούσε τραύματα στις κρατούμενες και τα επιμόλυνε με βακτήρια, για να παρατηρήσει στη συνέχεια το αποτέλεσμα της σουλφοναμίδης σε αυτά.
Στόχος ήταν να δημιουργηθεί ένα φάρμακο περίθαλψης τραυμάτων στο πεδίο της μάχης, προς όφελος του Γερμανικού Στρατού.
Αγαπημένα πειραματόζωα ήταν 24 νεαρές Πολωνές, ενώ άλλες 35 γυναίκες -στην πλειοψηφία τους αθίγγανες- ήταν η ομάδα πειραματοζώων του καθηγητή Καρλ Κλάουμπεργκ που τις υπέβαλε σε πειράματα στείρωσης.
Ωστόσο, ενώ ακόμα και οι παραπάνω γιατροί φαίνεται ότι δεν μπορούσαν να αντέξουν αυτά τα πειράματα, υπήρχε η συνάδελφός τους, η δερματολόγος Χέρτα Ομπενχόιζερ που ανέλαβε να κάνει εκείνη τα πειράματα. Φαίνεται ότι είχε το πιο γερό «στομάχι».
Τα καθήκοντά της περιλάμβαναν την επιλογή των γυναικών κρατουμένων για τα πειράματα, τη βοήθεια κατά τις εγχειρήσεις και τη διασφάλιση της μετέπειτα φροντίδας, η οποία συνίστατο κυρίως στη σκόπιμη μη παροχή φροντίδας ή σκόπιμη επιδείνωση της διαδικασίας επούλωσης προκειμένου να επιτευχθεί το υψηλότερο επίπεδο μόλυνσης.
Επέλεγε κυρίως νεαρές Πολωνές που φυλακίστηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης για πολιτικούς λόγους. Μετά τη θεραπεία, η Ομπενχόιζερ δολοφόνησε πολλές γυναίκες με ενέσεις, τις οποίες αργότερα προσπάθησε να παρουσιάσει ως ανθρωπιστική πράξη.
Σε αντίθεση με τους συναδέλφους της, οι οποίοι επίσης σκότωναν σκόπιμα ασθενείς με ένεση, η Ομπενχόιζερ έκανε ενέσεις βενζίνης, το αποτέλεσμα των οποίων ίσχυε μόνο μετά από τρία έως πέντε λεπτά και όταν τα θύματα είχαν πλήρως τις αισθήσεις τους.
Η ώρα του δικαστηρίου
Όταν νικήθηκε η ναζιστική Γερμανία την Άνοιξη του 1945, όλα φαίνεται να είχαν τελειώσει για την δερματολόγο. Ωστόσο, θα είχε μια ακόμα «διάκριση»: θα ήταν η μοναδική γυναίκα που κατηγορήθηκε για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας στη δίκη των γιατρών της Νυρεμβέργης, μεταξύ 3 και 8 Απριλίου 1947.
Τα έγγραφα της δίκης αποκάλυπταν ότι η Ομπενχόιζερ έβλεπε του ανθρώπους σαν… κουνέλια έτοιμα προς πειράματα.
Στο δικαστήριο πρόβαλε τη θηλυκότητά της, υποστηρίζοντας ότι μια γυναίκα δεν θα μπορούσε να είναι τόσο βάναυση, όσο περιέγραφε το κατηγορητήριο.
Σύμφωνα με την ίδια τα πειράματα είχαν σκοπό να σώσουν τις ζωές 100.000 τραυματισμένων στρατιωτών της Βέρμαχτ, ενώ επαναλάμβανε το κλασικό επιχείρημα των ναζιστών υπόδικων, ότι δηλαδή εκτελούσε διαταγές, οπότε λειτουργούσε νόμιμα.
Ήταν ανάμεσα στους γιατρούς μάλιστα που υποστήριξε ότι οι πειραματικές επεμβάσεις είχαν δώσει στις γυναίκες που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο μια ευκαιρία επιβίωσης. Βέβαια, στην πραγματικότητα οι γυναίκες που είχαν συνέλθει από τα πειράματα, πολύ συχνά δολοφονούνταν ή πέθαιναν μετά από περιπλοκές. Υπολογίζεται ότι στο Ράβενσμπρικ κρατήθηκαν συνολικά περίπου 135.000 γυναίκες, από τις οποίες 92.000 θανατώθηκαν.
Στο δικαστήριο κατέθεσε, για παράδειγμα η Πολωνή Βλαντισλάβα Καρολέφκσα, η οποία υποβλήθηκε σε ιατρικά πειράματα με σουλφοναμιδικά φάρμακα το 1942.
Τελικά, στις 20 Αυγούστου, δίχως να έχουν πειστεί οι δικαστές από τα «επιχειρήματα» της δερματολόγου, την καταδίκασαν σε 20 χρόνια φυλάκιση.
Μετά από τέσσερις εβδομάδες διαβούλευσης, το δικαστήριο την έκρινε ένοχη για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Στις 20 Αυγούστου 1947, η Ομπενχόιζερ καταδικάστηκε σε 20 χρόνια φυλάκιση, τα οποία όμως στην πορεία γίνανε 10 και αργότερα κατέληξε να μείνει μέσα μόνο 5 χρόνια!
Έτσι, την 4η Απριλίου 1952 ο Ομπενχόιζερ όχι μόνο αποφυλακίστηκε, αλλά… άσκησε το επάγγελμα της γιατρού στο σανατόριο Johanniter Sanatorium Sorge, στη βόρεια Γερμανία.
Οι δικαστές «ξέχασαν» να αφαιρέσουν την άδεια άσκησης επαγγέλματος σε έναν άνθρωπο που χρησιμοποίησε την επιστήμη για να σκοτώσει ανθρώπους.
Ωστόσο, η τύχη της θα σφραγιζόταν το 1958, όταν κάπου στο Σλέσβιχ-Χόλσταϊν, μια μια επιζώσα του Ράβενσμπρικ την αναγνώρισε. Αν και ο υπουργός Εσωτερικών της τοπικής Κυβέρνησης του κρατιδίου, Χέλμουτ Λέμκε, ήταν και εκείνος πρώην μέλος του ναζιστικόυ κόμματος, ωστόσο οι κοινωνικές διαμαρτυρίες ήταν έντονες και ο Τύπος είχε ασχοληθεί πολύ με το σκάνδαλο.
Το πρόβλημα ήταν η γυναίκα είχε καταδικαστεί ήδη από τη Νυρεμβέργη και πλέον απολάμβανε κάποιου είδους νομικής «ανοσίας», καθώς είχε εκτίσει την ποινή της.
Παρ’ όλα αυτά, οι τοπικές αρχές, λόγω αντιδράσεων, αναγκάστηκαν, τον Αύγουστο του 1958, να ανακαλέσουν την ιατρική της άδεια και να κλείσουν το ιατρείο της.
Η Ομπερχόιζερ προσπάθησε να αναιρέσει τη απόφαση προσφεύγοντας στο Διοικητικό Δικαστήριο του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν. Ωστόσο, τον Δεκέμβριο του 1960, το δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή της και έτσι η ιατρός δεν θα ασκούσε ξανά το επάγγελμα, αν και δεν το άσκησε ποτέ στην πραγματικότητα. Η ίδια θα πέθαινε το Ιανουάριο του 1978.
Με πληροφορίες από United States Holocaust Memorial Museum, Wikipedia