Παραγόμενο από τους καρπούς του ελαιοφοίνικα, το φοινικέλαιο υπάρχει σχεδόν παντού.
Από τα σαμπουάν και τα κραγιόν, μέχρι μπισκότα, πατατάκια, παγωτά, μαγιονέζες, στο ψωμί για τοστ, παιδικές τροφές, στην κατεψυγμένη πίτσα, ακόμη και σε ζωοτροφές ή στα βιοκαύσιμα.
Αποτελεί το πιο διαδεδομένο φυτικό έλαιο στην αδηφάγα καταναλωτική Δύση.
Μια σειρά από ιδιότητες -όπως η υψηλή οξειδωτική σταθερότητα, η αποδοτικότητα των καλλιεργειών σε λιγότερη γη και το χαμηλό κόστος παραγωγής- το καθιστούν σχεδόν αναντικατάστατο στη βιομηχανική διαδικασία, συγκριτικά με άλλα φυτικά έλαια.
Καθώς όμως η ζήτηση και η χρήση του διαρκώς αυξάνονται, το φοινικέλαιο αποκτά μια βαριά περιβαλλοντική ενοχή.
Η επέκταση των καλλιεργειών του συνεπάγεται περαιτέρω αποψίλωση παρθένων τροπικών δασών.
Κατηγορούνται για μαζική καταστροφή της βιοποικιλότητας, με τεράστιες επιπτώσεις για το κλίμα.
Σχετίζονται επίσης με παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κυρίως σε βάρος αυτόχθονων πληθυσμών.
Και δη σε χώρες όπως η Ινδονησία και η Μαλαισία, που αντιπροσωπεύουν από κοινού περίπου το 85% των εξαγωγών φοινικέλαιου παγκοσμίως.
Καθώς όμως χώρες και μπλοκ κρατών, όπως η ΕΕ, προχωρούν στη λήψη μέτρων απαγόρευσης προϊόντων, που συνδέονται με την αποψίλωση δασών, η βιομηχανία φοινικελαίου βρίσκεται αντιμέτωπη με τις ευθύνες της και με νέες προκλήσεις.
Σε αυτό το φόντο η Μαλαισία ανακοίνωσε προσφάτως μια πρωτοβουλία, που φάνταζε copy-paste της κινεζικής «διπλωματίας των πάντα».
Σε μια προσπάθεια να αμβλύνει τις κατηγορίες για την καταστροφή δασικών βιότοπων απειλούμενων ειδών, πρότεινε τη «διπλωματία των ουρακοτάγκων».
Η κεντρική ιδέα της μαλαισιανής κυβέρνησης ήταν να δωρίζει ουρακοτάγκους στους εμπορικούς εταίρους της, που αγοράζουν το φοινικέλαιό της.
Όμως η κατακραυγή οργανώσεων την ανάγκασε να ανακρούσει πρύμναν.
Κρεσέντο υποκρισίας;
Αντί να στείλει λοιπόν «πακέτο» στο εξωτερικό απειλούμενους με εξαφάνιση ουρακοτάγκους, με αποδέκτες πρόθυμους εμπορικούς εταίρους, η Μαλαισία χρησιμοποιεί τώρα ως δέλεαρ για τις πωλήσεις του περιβαλλοντικά «ένοχου» φοινικελαίου της νέες μεθόδους.
Προσφέρει πρακτικά ως άλλοθι για τις εξαγωγές της την υιοθεσία ουρακοτάγκων από το εξωτερικό, αλλά με παραμονή τους στο φυσικό τους περιβάλλον πίσω στη Μαλαισία.
«Πρόκειται για μια εκδήλωση του τρόπου με τον οποίο η χώρα μας διαφυλάσσει την άγρια ζωή και τη βιωσιμότητα των δασών μας, ιδίως εντός του τοπίου των φυτειών φοινικέλαιου», τόνισε προ ημερών ο Τζοχάρ Αμπντούλ Γκάνι, υπουργός Φυτειών και Εμπορευμάτων της Μαλαισίας.
Οι ουρακοτάγκοι, διευκρίνισε, θα παραμείνουν «σε δασικές εκτάσεις ή δασικά “μπαλώματα” σε φυτείες ελαιοφοίνικα».
«Αυτές οι περιοχές θα τους παρέχουν χώρο να κινούνται ελεύθερα», υποστήριξε, «να βρίσκουν τροφή και να αναπαράγονται χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση».
Όπως και να έχει, η αναθεωρημένη μαλαισιανή «διπλωματία των ουρακοτάγκων» έχει τον ίδιο στόχο με τον αρχικό σχεδιασμό της.
Ζητούμενο είναι να διασφαλιστούν οι εξαγωγές φοινικέλαιου, ενόσω όλο και περισσότερες δυτικές κυβερνήσεις λαμβάνουν μέτρα απαγόρευσης των εισαγωγών, λόγω των καταστροφικών επιπτώσεων για το περιβάλλον.
Πολλές οργανώσεις για την προστασία της άγριας ζωής μιλούν για καθαρή υποκρισία.
Εκτιμούν ότι σχέδιο της Κουάλα Λουμπούρ θα επιταχύνει επί της ουσίας την αποψίλωση των δασών, αντί να βοηθήσει τα υπό εξαφάνιση θηλαστικά.
Στη διαμάχη έχει μάλιστα προστεθεί η διατήρηση μεγάλων πιθήκων σε αιχμαλωσία στη χώρα της Νοτιοανατολικής Ασίας.
Αρκετοί εξ αυτών προορίζονταν -βάσει του αρχικού σχεδίου- να δωριστούν στο εξωτερικό.
Τώρα ειδικοί εκφράζουν αυξανόμενη ανησυχία ότι η απελευθέρωση των υπό αιχμαλωσία ουρακοτάγκων πίσω στη φύση θα μπορούσε να τους θέσει σε κινδύνους.
Ορισμένα από τα πιο καλά χρηματοδοτούμενα σχετικά προγράμματα εκτιμάται άλλωστε ότι επί της ουσίας λειτουργούν ως «πλυντήρια» εταιρικής ευθύνης, με τα μεγαλύτερα ποσά να προέρχονται συνήθως από τις ίδιες τις εταιρείες φοινικέλαιου.
Πολιτικοί ακροβατισμοί
Στους μεγαλύτερους εισαγωγείς φοινικέλαιου από τη Μαλαισία συγκαταλέγονται η Ινδία, η Κίνα και ορισμένα τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Από τα τέλη αυτού του έτους, ωστόσο, τίθεται σε ισχύ στην ΕΕ η οδηγία 2023/115 (EUDR), γνωστή ως «Κανονισμός για τα Προϊόντα Χωρίς Αποψίλωση των Δασών».
Αποτελεί κομβικό μέρος της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και του στόχου των «27» για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050.
Πρακτικά ο εν λόγω κανονισμός υποχρεώνει τις εταιρείες που εμπορεύονται προϊόντα όπως βοοειδή, κακάο, καφέ, φοινικέλαιο, καουτσούκ, σόγια και ξυλεία, να διασφαλίζουν ότι αυτά δεν συνδέονται με δραστηριότητες αποψίλωσης δασών.
Χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας έχουν επικρίνει τον κοινοτικό κανονισμό ως «ρυθμιστικό ιμπεριαλισμό».
Πολλώ μάλλον όταν οι πρώτες φυτείες στην περιοχή δημιουργήθηκαν από πάλαι ποτέ αποικιοκρατικές δυνάμεις της Ευρώπης.
Τώρα οι ηγεσίες τους βλέπουν πίσω από τις απαγορεύσεις μια προσπάθεια παρεμπόδισης της οικονομικής ανάπτυξης της Νοτιοανατολικής Ασίας.
Μόνο η βιομηχανία φοινικέλαιου έχει τζίρο πάνω από 39 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, απασχολώντας περίπου 3 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως.
Εξ αυτών, περίπου το ένα εκατομμύριο απασχολείται στη Μαλαισία.
Αν και αναγνώρισε τις καταστροφικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τη βιομηχανικής κλίμακας παραγωγή φοινικέλαιου με τις συμβατικές μεθόδους, ο υπουργός Περιβάλλοντος της Μαλαισίας κατηγόρησε την ΕΕ για προστατευτισμό.
Τον ενέταξε σε πρακτικές ενίσχυσης των Ευρωπαίων αγροτών με ανταγωνιστικές καλλιέργειες, αλλά και στο πλαίσιο των προσπαθειών μεγαλύτερης αυτονομίας της Γηραιάς Ηπείρου στην παραγωγή βιοκαυσίμων.
Ειδικοί από την πλευρά τους τονίζουν ότι δεν αποτελεί βιώσιμη λύση η στροφή της βιομηχανίας σε άλλα φυτικά έλαια, η μαζική παραγωγή των οποίων απαιτεί την χρήση μεγαλύτερων εκτάσεων γης.
Αντίθετα, η τάση που προκρίνουν είναι η παραγωγή φοινικέλαιου με περιβαλλοντικά υπεύθυνο τρόπο.
Για την ακρίβεια, το λεγόμενο αειφόρο φοινικέλαιο κυκλοφορεί στην αγορά από το 2003, από παραγωγούς που δεν εκχερσώνουν παρθένα δάση.
Περιβαλλοντικές οργανώσεις ωστόσο καταγγέλλουν ότι οι έλεγχοι και ως προς αυτή τη διαδικασία είναι ελλιπείς.