Το παιχνίδι του ποιος θα ανοιγοκλείσει πρώτος τα μάτια παίζουν αυτές τις μέρες οι Ρώσοι με τους Ουκρανούς όσον αφορά την ουκρανική προέλαση στην περιφέρεια του Κουρσκ από τη μία και τη ρωσική πίεση στο Ντονμπάς από την άλλη.
Οι Ουκρανοί χρειάζονται επειγόντως ενισχύσεις στο Ντονμπάς, καθώς οι Ρώσοι καταλαμβάνουν διαρκώς θέσεις χρησιμοποιώντας την τεράστια αριθμητική τους υπεροχή.
Πλέον οι ρωσικές δυνάμεις βρίσκονται σε πολύ κοντινή απόσταση από την πόλη Ποκρόφσκ, η οποία θεωρείται κομβικής σημασίας για τη μετέπειτα εξέλιξη των συγκρούσεων στο Ντονμπάς.
Οι Ρώσοι δείχνουν διατεθειμένοι να ρίξουν δεκάδες χιλιάδες άτομα στον θάνατο για να καταλάβουν αυτή την πόλη, επαναλαμβάνοντας αυτό που είδαμε στο Μπαχμούτ.
Οι Ουκρανοί από την άλλη προχωρούν εντός της ρωσικής περιφέρειας Κουρσκ, έχοντας καταλάβει περισσότερα από 1.300 τετραγωνικά χιλιόμετρα, στα οποία βρίσκονται τουλάχιστον 93 οικισμοί.
Λίγες μέρες νωρίτερα οι Ουκρανοί επιχείρησαν να εισβάλουν εντός ρωσικού εδάφους και από την πλευρά της περιφέρειας Μπριάνσκ, μια προσπάθεια που ενδεχομένως να επαναληφθεί.
Ο ρυθμός προέλασης των Ουκρανών έχει επιβραδυνθεί σημαντικά, αλλά οι Ρώσοι δεν έχουν καταφέρει να τους σταματήσουν. Ελλείψει μάχιμων μονάδων στην περιοχή, οι Ρώσοι ρίχνουν στην κόλαση του πολέμου φαντάρους που υπηρετούν τη στρατιωτική τους θητεία.
Παρά το γεγονός ότι ο Πούτιν είχε δηλώσει ρητά ότι κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί.
Ετσι λοιπόν οι Ουκρανοί χρειάζονται τις μονάδες που έχουν στο Κουρσκ για να ασφαλίσουν το μέτωπο του Ντονμπάς, ενώ οι Ρώσοι χρειάζονται τις μάχιμες μονάδες που έχουν στο Ντονμπάς (ή από την πλευρά του Χαρκόβου) για να απωθήσουν τους Ουκρανούς από την επικράτειά τους.
Μέχρι στιγμής κανένας δεν δείχνει έτοιμος να κάνει πίσω και να τραβήξει τα στρατεύματά του.
Την εβδομάδα που πέρασε είδαμε τον Βλαντίμιρ Πούτιν να φιλάει το Κοράνι κατά την επίσκεψή του στο Γκρόζνι της Τσετσενίας.
Ο Πούτιν βρέθηκε μακριά από το Κουρσκ, λένε αναλυτές, όχι για να μην τον πάρουν τα επικοινωνιακά σκάγια από την αποτυχία του στρατού του αλλά για να πείσει τον Ραμζάν Καντίροφ, τον διοικητή της Τσετσενίας, να του δώσει στρατό κατά των Ουκρανών.
Από την αρχή του πολέμου οι Τσετσένοι του Καντίροφ έχουν δώσει πολύ υλικό για πάσης φύσεως αστεία και για την υποτιμητική τους μετονομασία σε «στρατιώτες Tik-Tok».
Αυτό είχε να κάνει με τα δεκάδες βιντεάκια που ανάρτησαν οι Τσετσένοι στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης (όπως το Tik-Tok), στα οποία δείχνουν να πυροβολούν το κενό, δέντρα και γραμμές τρένων υποστηρίζοντας ότι πολεμούν τους Ουκρανούς.
Αποτελεί «κοινό μυστικό» ότι τα προηγούμενα δυόμισι χρόνια οι Τσετσένοι έχουν βρεθεί μόνο στα μετόπισθεν, ενώ πολλά αστεία προκάλεσαν οι δηλώσεις του εκπροσώπου των τσετσενικών στρατευμάτων Απτι Αλαουντίνοβ, ο οποίος είπε ότι οι Ουκρανοί πέρασαν δίπλα από τις γραμμές των Τσετσένων στα σύνορα και έτσι δεν μπόρεσαν να τους αντιμετωπίσουν, καθώς… δεν συναντήθηκαν στην περιφέρεια του Κουρσκ.
Ωστόσο είναι απολύτως κατανοητό το γεγονός ότι η μη εμπλοκή Τσετσένων έχει να κάνει όχι με την ανικανότητα ή τη δειλία τους αλλά με απόφαση που έχει ληφθεί από τη διοίκηση της Τσετσενίας.
Αυτή την απόφαση επιχείρησε φαίνεται να επηρεάσει ο Πούτιν κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Τσετσενία.
Παρά το γεγονός ότι η Ρωσία θεωρητικά έχει μεγάλο απόθεμα ανθρώπινων πόρων που μπορεί να ρίξει στον πόλεμο, μια νέα επιστράτευση είναι κάτι που ο Πούτιν προσπαθεί – αν όχι να αποφύγει – σίγουρα να καθυστερήσει όσο μπορεί.
Μέχρι στιγμής το Κρεμλίνο μοιράζει «τσουβάλια με λεφτά» σε αυτούς που πάνε εθελοντικά στον πόλεμο.
Στη Μόσχα το εφάπαξ που παίρνουν όσοι κατατάσσονται στον στρατό έφτασε τα 20.000 δολάρια.
Προφανώς η αύξηση των πληρωμών δηλώνει ότι οι διατεθειμένοι να σκοτωθούν στον πόλεμο του Πούτιν λιγοστεύουν.
Οι ρωσικές αρχές προσπαθούν να ασκήσουν πίεση σε διάφορες ομάδες πληθυσμού για να γεμίσουν τις γραμμές τους (όπως οι μετανάστες που πήραν ρωσική υπηκοότητα, οι γραμμένοι στα μητρώα ανέργων, οι έχοντες χρέη κ.ά.) αλλά δεν έχουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Ερώτημα παραμένει και όσον αφορά την ενδεχόμενη εμπλοκή του στρατού του Λουκασένκο.
Ο λευκορώσος δικτάτορας έχει καταφέρει ως τώρα να μείνει απ’ έξω αλλά άγνωστο για πόσο ακόμη. Η έλλειψη ανθρώπινων πόρων αναμένεται να αποτελέσει το βασικό πρόβλημα και για τους δύο στρατούς στο άμεσο μέλλον.