Αν γκουγκλάρεις το όνομά της, πριν ακόμη συμπληρώσεις το «Κλέλια», εκεί στο «Κλέλ…», εμφανίζεται πρώτο πρώτο το «Κλέλια Ανδριολάτου». «Πατάς» επάνω και προβάλλεται ένας ορυμαγδός διαδικτυακών δημοσιευμάτων που, επί της ουσίας, ελάχιστα διαφέρει το ένα από το άλλο. «Η Κλέλια Ανδριολάτου τόπλες στην Τζια». «Η Κλέλια Ανδριολάτου κάνει γιόγκα με το μαγιό της». «Πήγε βόλτα στο χωριό της, το Κατάκολο, φορώντας ένα καπέλο και ένα μαγιό». «Το φωτογραφικό άλμπουμ της Κλέλιας από τη Σίφνο». «Η Κλέλια Ανδριολάτου λύνει σταυρόλεξο σε παραλία στα Κουφονήσια». «Με ένα σούπερ τοσοδούλι κόκκινο μπικίνι στους Παξούς για τις πρώτες βουτιές». «Ποζάρει σαν γοργόνα με φόντο το απέραντο γαλάζιο». Και άλλα πολλά στο ίδιο πάντα πλαίσιο. Τα οποία βεβαίως συνοδεύονται από τις ανάλογες φωτογραφίες. Αυτά μόνο τους δύο τελευταίους μήνες. Αν πας λίγο πιο πίσω, θα τη δεις με σούπερ γκλάμουρ κίτρινο φόρεμα στο κόκκινο χαλί των Καννών (χωρίς όμως να καταλαβαίνεις από τα δημοσιεύματα για ποιον ακριβώς – ή, έστω, περίπου – λόγο βρέθηκε εκεί), θα μάθεις το νέο μανικιούρ που προτείνει, τη μεγάλη αλλαγή που έκανε στα μαλλιά της, ποια απόχρωση κραγιόν προτιμά, το αγαπημένο της άρωμα, θα διαβάσεις για τους γονείς της, για τον σύντροφό της, για την κολλητή της, για τη φιλία από τα παιδικά της χρόνια με τον ολυμπιονίκη μας Μανόλο Καραλή και… ας σταματήσω εδώ διότι μπορεί να πάει όλη η σελίδα έτσι.

Αν έβλεπε όλες αυτές τις αναφορές κάποιος απομονωμένος από την ελληνική επικαιρότητα, θα αναρωτιόταν ποια είναι τέλος πάντων αυτή η Κλέλια Ανδριολάτου. Μέχρι να δει τις φωτογραφίες της. Μετά, δεν θα ρωτούσε τίποτα. Απλώς θα τη χάζευε. Μια ομορφιά αφοπλιστική που πέφτει «βαριά» ακόμη και για τα δεδομένα του Ινσταγκραμ. Ο,τι και να κάνει στη ζωή του ένα τόσο όμορφο νέο κορίτσι και όσο ακόμη αυτή η ομορφιά βρίσκεται στην ακμή της, θα σε απασχολήσει πολύ αργότερα. Μήπως όμως στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα;

Την Κλέλια Ανδριολάτου το κοινό την πρωτογνώρισε στο τηλεοπτικό «Μπρούσκο» του Αντρέα Γεωργίου. Και την αποθέωσε στο «Maestro» του Χριστόφορου Παπακαλιάτη. Γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1996 στη Θεσσαλονίκη, μεγάλωσε στην Καλαμαριά και από τα 14 χρόνια της άρχισε να εργάζεται στον χώρο του μόντελινγκ διανύοντας μάλιστα μια πολύ καλή πορεία που την έφτασε έως το Παρίσι όπου δούλεψε για ένα διάστημα ως μοντέλο. Εν τω μεταξύ, είχε άρχισε σπουδές Δημοσιογραφίας στο Αριστοτέλειο και ενώ ταλαντευόταν μεταξύ μόντελινγκ και πανεπιστημίου, μπήκε στη ζωή της η τηλεόραση και η υποκριτική. Ξεκίνησε από έναν γκεστ ρόλο στο «Μπρούσκο» και, τελικά, έμεινε στο σίριαλ τρία χρόνια ενώ παράλληλα άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών. «Δεν περίμενα ότι θα γίνω ηθοποιός γιατί δεν το ήθελα, δεν ήταν αυτοσκοπός» έχει πει σε συνέντευξή της. «Προέκυψε στη ζωή μου και μετά κατάλαβα ότι εγώ δεν μπορώ χωρίς αυτό».

Θα περίμενε κανείς ότι η «μοντελική» ομορφιά της θα την οδηγούσε σε παραστάσεις και ρόλους, ας το πούμε, «ευρείας αποδοχής». Και όμως, η Κλέλια διάλεξε το, επίσης ας το πούμε, «δύσκολο θέατρο». Και φαίνεται ότι αυτό το «δύσκολο θέατρο» διάλεξε κι εκείνη. Επαιξε για δύο σεζόν στο Θέατρο Τέχνης, στο «Μοτέλ» που έγραψε και σκηνοθέτησε ο Βασίλης Μαυρογεωργίου, στον «Εραστή» του Χάρολντ Πίντερ που σκηνοθέτησε η ίδια μαζί με τον Πάνο Παπαδόπουλο για το Θέατρο του Νέου Κόσμου, στις «Πεταλούδες στο στομάχι» σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ρήγου, στους «Δύο χέστηδες» του Λαμπίς σε σκηνοθεσία Βασίλη Παπαβασιλείου. Επίσης στις ταινίες «18» του Βασίλη Δούβλη και «Ο τελευταίος ταξιτζής» του Στέργιου Πάσχου. Και βέβαια στο τηλεοπτικό «Μaestro», το πρώτο ελληνικό σίριαλ που προβλήθηκε στο Netflix. Οσοι έχουν δουλέψει μαζί της, άνθρωποι με γνώσεις και κύρος, μιλάνε για μια ηθοποιό με μεγάλες δυνατότητες, τις οποίες κάνει ακόμη πιο σημαντικές η αφοσίωσή της στη δουλειά. Η Κλέλια Ανδριολάτου στο θέατρο είναι τόσο δουλευταρού όσο φαίνεται να είναι και στο Ινσταγκραμ, με τις συνεχείς αναρτήσεις της που γίνονται viral και trend (ή μήπως είναι το ίδιο;). Κάποια στιγμή όμως θα πρέπει να αποφασίσει σε τι από τα δύο θα αφοσιωθεί. Διότι και στα δύο δεν γίνεται. Και αν το καταφέρει αρχικά, σιγά σιγά το Διαδίκτυο, που έχει μεγαλύτερη επιδραστικότητα, θα ροκανίσει τη θεατρική καριέρα.

Είναι αυτός ο διχασμός που μπορεί να προβοκάρει τη δουλειά των νέων ηθοποιών. Κάποτε, η τηλεοπτική έκθεση ήταν απαγορευτική για κάποιον που ήθελε να κάνει θεατρική καριέρα. Σήμερα συμβαίνει το αντίθετο. Οι ηθοποιοί που παίζουν στην τηλεόραση επιλέγονται για το θέατρο λόγω του μεγάλου διαδικτυακού «αποτυπώματός» τους. Μια εξίσωση που θέλει τους χιλιάδες followers να είναι και εν δυνάμει θεατές και αυτό, μέχρις ενός σημείου, μπορεί και να ισχύει. Μόνο που οι πολλοί followers κάνουν τον ηθοποιό και ένα είδος διαφημιστικής πινακίδας πάνω στην οποία προβάλλονται προϊόντα και εταιρείες. Με το αζημίωτο βέβαια, κάτι ιδιαίτερα ελκυστικό σε σύγκριση με τις χαμηλές αμοιβές στο θέατρο. Ετσι πολλοί ηθοποιοί σήμερα έχουν μάνατζερ όχι για την καριέρα τους αλλά για να διαχειρίζονται τα σόσιαλ τους και, κυρίως, τις εμπορικές συμφωνίες σε αυτά. Και κάπως έτσι «καίγονται» οι καριέρες. Σε κάποιες περιπτώσεις αυτό είναι μια πολύ καλή στροφή. Για την Κλέλια Ανδριολάτου όμως θα ήταν κρίμα. Μεγάλο κρίμα.