Πέρυσι το φθινόπωρο ο Παύλος Πολάκης, ο πιο ένθερμος υποστηρικτής του νέου προέδρου, συμβούλευε έναν δυσαρεστημένο σύντροφό του με μια φράση από τη βιβλική αφήγηση του θαύματος της θεραπείας του παραλύτου: «Αποδέξου το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ που συμμετείχαν 150.000 άνθρωποι και εξέλεξαν πρόεδρο το Στέφανο Κασσελάκη ή “άρον τον κράββατόν σου και περιπάτει”». Λιγότερο από έναν χρόνο μετά, ο Παύλος Πολάκης είναι ο μόνος στον ΣΥΡΙΖΑ που αμφισβητεί με τόσο ευθύ και συγκεκριμένο τρόπο τον Στέφανο Κασσελάκη.
Αλλά ούτε αυτός μοιάζει πρόθυμος να σκεφτεί την παλιά του συμβουλή, ούτε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ του δείχνει τον δρόμο της εξόδου. Αντ’ αυτού τον υποβαθμίζει ως απειλή και το αδιέξοδο της κατάστασης, αποφασίζοντας να πετάξει την μπάλα στο μεγαλύτερο πρόβλημά του. Τους 87, δηλαδή τα στελέχη που έχουν αναφορά στον Αλέξη Τσίπρα.
Σαράντα κύματα. Το γυαλί στη σχέση του Κασσελάκη και του Πολάκη δεν ράγισε ξαφνικά. Από τις μέρες της αποχής του δεύτερου από την ψήφιση του νομοσχεδίου για τα δικαιώματα των ομόφυλων ζευγαριών οι δυο τους φαίνεται να παλεύουν με τα κύματα.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν αντέδρασε μεν στην ανακοίνωση των ενστάσεών του για την τεκνοθεσία και την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, μη θέλοντας να δώσει τροφή στους «γαλάζιους» σχολιαστές και γενικώς όσους απολαμβάνουν, κάθε φορά, το συριζαϊκό μελόδραμα. Λίγο μετά, βέβαια, τον έπαυσε από τη θέση του «υπερσυντονιστή» του κοινοβουλευτικού έργου του ΣΥΡΙΖΑ. Σταδιακά κατέστη πρόβλημα, όμως, το γεγονός ότι ο Πολάκης έχει αναγάγει εαυτόν σε μονομελές λαϊκό κομματικό δικαστήριο.
Ηταν ενδεικτικό ότι χρέωσε στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ως κύρια λάθη την «υπερπροβολή της προσωπικής του ζωής, της οικονομικής του κατάστασης και της προσωπικής του, πώς το λένε, επιλογής συντρόφου». Αλλά και – ακόμη χειρότερα – απεφάνθη αντ’ αυτού ότι «τα έχει καταλάβει και θα τα διορθώσει».
Τέτοιου είδους νουθεσίες και προσωπικά σχόλια για την ορατότητα του συζύγου του καθόλου δεν αρέσουν στον πρόεδρο. Αλλά, τουλάχιστον, ο Πολάκης κι ο πυρήνας των οπαδών του παρέμεναν «κασσελακικοί» και έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να ξεσπαθώσουν, ακόμη και κατά του Αλέξη Τσίπρα αν χρειαστεί ή των διάφορων αριστερών τοτέμ (π.χ. Γιάννη Δραγασάκη). Οπότε τα μεταξύ τους θέματα μαζεύονταν μεν αλλά αφήνονταν άλυτα για κάποια επόμενη φορά. Και έπεφταν στο κενό διάφορες εκκλήσεις, συμβουλές ή απαιτήσεις κάποιων προς τον Κασσελάκη, για να υπάρξει κάποια ηχηρή τιμωρία του άσπονδου φίλου του.
Εψαχνε την αφορμή. Τα όσα ακολούθησαν, ωστόσο, έδειξαν πως, όσο κι αν ήθελε να πείσει πως δεν τον απασχολεί το πρόβλημα, μάλλον αναζητούσε την κατάλληλη αφορμή για να κάνει κάτι γι’ αυτό. Είχε κατακάτσει πια, άλλωστε, η συνειδητοποίηση ότι οι μελλοντικές επιλογές του θα είναι σημαντικά περιορισμένες αν έχει στον ξανθό του σβέρκο έναν ανεξέλεγκτο παράγοντα που τον φέρνει κάθε τρεις και λίγο σε δύσκολη θέση.
Οι πιθανότητες πολιτικής κινητικότητας, με το ΠΑΣΟΚ σε εσωκομματική αναζήτηση και με σενάρια προοδευτικών συνεργασιών ανοιχτά (όσο σοβαρά κι αν αποδειχθούν) ο νέος ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη δεν είχε λόγο να κλείνεται τόσο.
Ετσι η διαγραφή Πολάκη από την Κοινοβουλευτική Ομάδα έμελλε να έρθει από ένα περιστατικό μιας μάλλον συνηθισμένης συμπεριφοράς του, της «επίπληξης» στη συνεργάτιδα του Αδωνη Γεωργιάδη για το ύφος της. Ασυνήθιστη ήταν μόνο η συναισθηματική αντίδραση της Αθηνάς Λινού. Το κλάμα της έγινε viral μέσα σε μερικά λεπτά και πριν ο «αψύς» φύγει από το κτίριο της Βουλής είχε ήδη ενταχθεί στην πτέρυγα των ανεξάρτητων, αντιδρώντας με τη συνήθη ψυχραιμία που τον χαρακτηρίζει.
Το μεγαλύτερο μέρος του καλοκαιριού του ο Πολάκης το πέρασε μονοθεματικά. Ξοδεύοντας την αξιοσημείωτη ενέργειά του στη βεντέτα με «τη βουλευτή που έκλαψε» με προφανή σκοπό το να φτάσει τη συριζαϊκή ηγεσία στο να μην μπορεί πια να αγνοεί εντελώς τα όσα της καταλογίζει.
Στο στόχαστρο οι «87». Αν όλα αυτά τα έβλεπε κανείς σαν ταινία, θα τους ταίριαζε ένα σπικάζ ντοκιμαντέρ, με έναν Ατένμπορο να περιγράφει τη σεκάνς των χτυπημάτων όπως ένα κυνήγι αιμοβόρων που εξασκούν τα πιο υπέροχα και τρομακτικά, συνάμα, ένστικτα που τους έδωσε η φύση.
Ο Πολάκης, έτσι, περίμενε τη συνεδρίαση των οργάνων με θέμα τα ΜΜΕ του ΣΥΡΙΖΑ, για να αμφισβητήσει ευθέως τον Κασσελάκη με όρους πολιτικούς εκεί που δεν μπορεί να τον διαγράψει. Οι 87 μεγάλοι – υποτίθεται – αμφισβητίες του Κασσελάκη και οι μόνοι που έχουν, μάλλον, τους αριθμούς και τα πρόσωπα για να του δημιουργήσουν πραγματικό πρόβλημα αποχώρησαν, κατά τη συνήθεια τους, από τη συνεδρίαση, με καταγγελίες που πέρασαν οριακά απαρατήρητες.
Κι ο Κασσελάκης πήρε το ριμπάουντ και πήγε την μπάλα εκεί ακριβώς που ήθελε. Υποβάθμισε την «κρίση Πολάκη», ούτε λίγο ούτε πολύ, «όπως και να εξελιχθούν τα πράγματα». Του έδωσε και το γεγονός ότι γι’ αυτόν «υπάρχει ανοιχτό το θέμα Λινού», το οποίο δεν απέρριψε οριστικά λέγοντας ότι το ερευνά «προσωπικά». Και έστρεψε τα πυρά του στην ομάδα των 87 νοσταλγών Αλέξη. Βάζοντας και ζήτημα ηθικό, αφού τους κατηγορεί για «εργαλειοποίηση εκ μέρους τους των απλήρωτων εργαζόμενων που δεν τους σώζουμε ενώ τάχα μπορούμε» και πως αυτός δάνεισε χρήματα «για να πληρωθεί το δώρο» ενώ αυτοί δεν έχουν συνεισφέρει ούτε καν με προτάσεις.
Το τέλειο αδιέξοδο. Το πώς, τελικά, θα εξελιχθεί η σχέση του προέδρου με τον Πολάκη αυτή τη στιγμή κανείς δεν το ξέρει καθώς οι δυο τους μοιάζουν να βρίσκονται στο τέλειο αδιέξοδο.
Ο Πολάκης τού λέει «δεν μπορείς». Και παραμένει εκτός Κοινοβουλευτικής Ομάδας, χωρίς να έχει αρκετή υποστήριξη ή συμμάχους για να θέσει πραγματικό θέμα ηγεσίας και χωρίς να επιθυμεί, βέβαια, να φύγει από το κόμμα. Κι ο Κασσελάκης απαντάει «δεν με ενοχλεί καν».
Και, καθώς δεν του δίνει πραγματικό πάτημα ο Πολάκης να τον διαγράψει οριστικά, θα τον περιμένει, ίσως, να ξεφύγει πραγματικά. Με την ελπίδα ως το συνέδριο η κατάσταση να ξεκαθαρίσει. Ως ενδιάμεσος σταθμός, η συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής στις 7-8 Σεπτεμβρίου, με τον Πολάκη παρόντα, θα μπορούσε να προσθέσει νέα επεισόδια. Διότι αν υπάρχει κάτι στο οποίο κανένας απολύτως δεν διαφωνεί με τον προχθεσινό Πολάκη είναι η διαπίστωση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να παράγει «πολύ περισσότερη παραπολιτική ύλη από πολιτική γραμμή».