«Με την κατάσταση αυτή τη στιγμή στο κόμμα μας, δεν μπορούμε να προχωρήσουμε σε σοβαρή διεκδίκηση μεγάλης κυβερνητικής αλλαγής» είπε προ ημερών ο βουλευτής Πολάκης αμφισβητώντας πλήρως τον πρόεδρο του κόμματός του: «Δυστυχώς παράγουμε πολύ περισσότερη παραπολιτική ύλη από πολιτική γραμμή» είπε σε βαθύ προβληματισμό ο μαζικότερος, ποιοτικά ασυναγώνιστος παραγωγός της.
Ο Κασσελάκης κατατρόμαξε και τον πήγε πάλι… χαλαρά όπως και με την ψευτοδιαγραφή του: «Δεν σηκώνω το γάντι» είπε. Κρίμα που η Αριστερά τελικά μάλλον θα χάσει έναν φιλοδυτικό αρχηγό που εξαφάνισε και τα… ταγάρια του ’70. Αλλά τι να γίνει. Πάντως ο Παύλος επέμεινε: «Χρειάζεται ένα πρόγραμμα λαϊκά κατανοητό, κοινωνικά αναγκαίο, σε σύγκρουση με τη διαπλοκή, που να φέρνει ελπίδα στη νέα γενιά. Δυστυχώς, η σημερινή μας ηγεσία κάτι τέτοιο δεν μπορεί να το εξασφαλίσει. Γι’ αυτό χρειάζονται μεγάλες αλλαγές και σύντομα. Και όσο με αφορά, θα κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ γι’ αυτό» είπε και προανήγγειλε τη δική του πλέον υποψηφιότητα για ηγέτης του κόμματος σε μία εξέλιξη με μεγάλο ενδιαφέρον. Οι δε λεγόμενοι «87» (ναι, έχουν μείνει τόσοι!) έχουν πλέον επίσης αγριέψει για τα καλά.
Στο συριζοσίριαλ παρενέβη εκ δεξιών ο υπουργός Υγείας Αδωνις Γεωργιάδης λέγοντας, ορθώς, ότι την ημέρα που ο Κασσελάκης δεν τόλμησε να διαγράψει τον Πολάκη, έπαψε να έχει τον έλεγχο του κόμματος. Και, ακόμα ορθότερα, ότι «το ενδεχόμενο να αναλάβει τα ηνία του ΣΥΡΙΖΑ ο Παύλος Πολάκης μόνο κέρδος θα ήταν για τη ΝΔ», καταλήγοντας όμως σε ένα κάπως παράδοξο συμπέρασμα: «Ωστόσο θα ήταν μεγάλη ζημιά για την Ελλάδα». Ασφαλώς σωστό ως προς τη ΝΔ, αλλά για την Ελλάδα, γιατί ζημιά; Αφενός, πώς γίνεται κάτι «καλό» για τη ΝΔ να είναι «ζημιά» για την Ελλάδα» για υπουργό της; Και το ουσιώδες: τι καλύτερο από το να πάρει ο Πολάκης τον ΣΥΡΙΖΑ; Αφού είναι προφανές ότι θα τον εξαφανίσει. Και αν όχι, σίγουρα θα γίνει οριστικά και αμετάκλητα μια περιθωριακή δεξαμενή που θα μαζέψει ό,τι πιο απόβλητο υπάρχει. Και, τελικά, καλύτερα να είναι κάπου όλο μαζεμένο, αφού, δυστυχώς, υπάρχει και αυτό. Κατά συνέπεια, μακάρι ο αψύς να μην κάνει πίσω: η… ηγεσία του θα είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να συμβεί.
Αλλωστε, για ποια ηγεσία μιλάμε; Αυτό που αρνούνται να κατανοήσουν οι συριζαίοι, άπαντες δε, όσοι είναι με τον πρόεδρο, όσοι είναι απέναντι, αλλά και όσοι ήδη έφυγαν, είναι ότι έτσι κι αλλιώς η ιστορία τους έχει τελειώσει. Ο κύκλος τους έχει κλείσει αμετάκλητα, ανεξαρτήτως αν θα βρουν ή δεν θα βρουν ένα πρόσωπο που θα μπορέσει να τους κρατήσει όλους μαζεμένους. Από εκεί δεν ξεκίνησε άλλωστε και η διάλυσή τους; Το είχαν αυτό το πρόσωπο: ήταν ο Τσίπρας. Κι όμως έσβηναν σιγά σιγά και φυλλορροούσαν μέρα με τη μέρα. Και αρνούνται να το κατανοήσουν, επειδή δεν θέλουν να αποδεχθούν το οριστικό τέλος, αλλά και τα δύο αδήριτα ιστορικά γεγονότα που βρίσκονταν πίσω από την ανάδειξή τους στην εξουσία – και μάλιστα όχι ως κυβερνήτες, αλλά ως συγκυβερνήτες. Με ποιους; Με την Ακροδεξιά! Τέτοιοι γνήσιοι άδολοι αγωνιστές «αριστεροί» ήταν.
Τα δύο αυτά γεγονότα είναι τα εξής: πρώτον, ότι η πολιτική τους διόγκωση υπήρξε αποτέλεσμα μιας εθνικής τραγωδίας: της πτώχευσης. Χωρίς αυτήν, ουδέποτε θα είχε επιτευχθεί. Ομως, τώρα, ορθώς ή μη, επικρατεί η πεποίθηση ότι η περίοδος της πτώχευσης έχει οριστικά κλείσει. Τα αντανακλαστικά που γέννησε έχουν εξαφανιστεί. Και εδώ βρίσκεται το δεύτερο γεγονός που δεν λένε να καταλάβουν με τίποτα: ότι χωρίς τη βία της πτώχευσης και χωρίς την άθλια ανελέητη σπέκουλα επί των επιπτώσεών της, είναι, πλέον, εντελώς άχρηστοι. Δεν τους θέλει πια σχεδόν κανείς. Ξεπεράστηκαν. Δεν ρίζωσαν. Γιατί; Επειδή όλοι ξέρουν ότι υπήρξαν μια φούσκα. Ενα αδίστακτο και καταστρεπτικό ψέμα. Από την αρχή μέχρι το τέλος. Ουδείς πλέον τους πιστεύει. Και αν έχει μείνει και κάποιος που αξίζει τον κόπο, ε, ο Πολάκης θα τον διώξει κι αυτόν. Οπότε το συμπέρασμα είναι πλέον σαφές: Πολάκης και ξερό ψωμί.