Είναι απογοητευτικά τα νούμερα που δείχνουν ότι καμία σοβαρή πολιτική δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε αυτή τη χώρα, όχι για να βοηθήσει κάποια ευάλωτη κοινωνική ομάδα να σταθεί στα πόδια της, αλλά για να εξασφαλίσει στη ραχοκοκκαλιά του πληθυσμού της, στις ίδιες τις γυναίκες της, έναν αξιοπρεπή μισθό διαβίωσης.

Το 2023 το ποσοστό των ανέργων γυναικών παραμένει διπλάσιο αυτού των ανδρών, όπως δείχνουν οι αριθμοί,  ενώ σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (ΔΥΠΑ) τον Ιούλιο σχεδόν επτά στους δέκα εγγεγραμμένους ανέργους ήταν γυναίκες.

Είναι τρομακτικό ότι τον περασμένο μήνα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία στο σύνολο των εγγεγραμμένων ανέργων, από τους συνολικά 848.602, οι 581.905, δηλαδή το 68,6% ήταν γυναίκες και το 31,4% άνδρες.

Το γεγονός ότι η ανεργία πλήττει περισσότερο τις γυναίκες από τους άνδρες δημιουργεί μια έμφυλη ανισότητα που δεν έχει να κάνει τις περισσότερες φορές με τα αντικειμενικά προσόντα των εργαζομένων (π.χ. εκπαίδευση) αλλά με αλλά κριτήρια, όπως κοινωνικά, για παράδειγμα αν έχουν παιδιά ή αν σκοπεύουν να κάνουν και στερεότυπα που συνεχίζουν να υπάρχουν.

Η Ελλάδα έχει αρνητική πρωτιά για την έμφυλη ισότητα, καθώς στην τελευταία έρευνα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) η χώρα μας κατέχει τη θέση με τη μεγαλύτερη απόκλιση στα ποσοστά ανεργίας ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες, στο σύνολο 42 χωρών, ενώ το ποσοστό μερικής απασχόλησης για τις γυναίκες εργαζόμενες ανέρχεται στο 13,4%, ενώ στους άνδρες σε 5,1%. Δηλαδή μία στις επτά γυναίκες στην Ελλάδα εργάζεται με καθεστώς μερικής απασχόλησης και άρα αμείβεται με πιο χαμηλό μισθό.

Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, στην Ελλάδα, ενώ το ποσοστό ανεργίας στο σύνολο του πληθυσμού έπεσε στο 10,5% τον Μάρτιο του 2024, το ποσοστό ανεργίας των γυναικών υπερέβη αυτό των ανδρών, με τα νούμερα να παρουσιάζουν  τη μεγαλύτερη απόκλιση, καθώς το ποσοστό ανεργίας στις γυναίκες τον Μάρτιο του 2024 έπεσε στο 13,8% από 14,3% το 2023,αλλά το αντίστοιχο ποσοστό για τους άνδρες παρατηρήθηκε στο 7,8% από 8,4% την προηγούμενη χρονιά.

Tα υψηλότερα ποσοστά γυναικείας ανεργίας της Ελλάδας σε όλη την Ευρώπη καταγράφει και έκθεση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, ενώ και μελέτη της ΓΣΕΒΕΕ που εξέτασε το ζήτημα του φύλου στην περιφερειακή απασχόληση και τη χρονική εξέλιξή του κατά τη διάρκεια της κρίσης διαπίστωσε ότι οι γυναίκες, τόσο πριν όσο και μετά την κρίση, υποφέρουν από σημαντικά υψηλότερα ποσοστά ανεργίας συγκριτικά με τους άνδρες, χωρίς αυτό να οφείλεται στα ατομικά τους ή σε άλλα χαρακτηριστικά αλλά μόνο στο γεγονός ότι είναι γυναίκες.