Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στις 25 Ιουλίου, δύο ημέρες πριν προσγειωθεί ένας πύραυλος της Χεζμπολάχ σε ένα γήπεδο ποδοσφαίρου του Ματζντάλ Σαμς, στα Υψίπεδα του Γκολάν, σκοτώνοντας 12 ανήλικους Δρούζους και συνδαυλίζοντας τη φωτιά στη Μέση Ανατολή. Μία σύσκεψη ήταν, υπό τον εξτρεμιστή υπουργό Εθνικής Ασφαλείας του Ισραήλ, τον Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ, με τη συμμετοχή όλων των ανώτερων αξιωματούχων της ισραηλινής αστυνομίας και αντικείμενο, το κατά πόσο έπρεπε ή όχι να προχωρήσουν κανονικά οι κατεδαφίσεις αυθαίρετων κτισμάτων στις κοινότητες των Δρούζων.

Το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας του Ισραήλ, το γραφείο του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, το νομικό συμβούλιο της ισραηλινής αστυνομίας καθώς και η διοίκησή της, όλοι συμφωνούσαν πως οι επίμαχες εντολές κατεδάφισης δεν έπρεπε να εκτελεστούν τη δεδομένη στιγμή, «δεδομένης της συνεισφοράς των Δρούζων στον ισραηλινό στρατό και την πολεμική προσπάθεια». Ως ανίατος πυρομανής, ωστόσο, ο Μπεν-Γκβιρ είχε αντίθετη άποψη. Και όπως αποκάλυψε το ηχητικό ντοκουμέντο που εξασφάλισε και έδωσε στη δημοσιότητα η εφημερίδα Haaretz, βρήκε (τουλάχιστον) έναν σύμμαχο μεταξύ των παριστάμενων αξιωματούχων της αστυνομίας – «εγώ είμαι μαζί σας», του είπε ο Ντάνι Λέβι. Τέσσερις μέρες αργότερα, ο υπουργός πρότεινε αυτόν τον τελευταίο για διοικητή της ισραηλινής αστυνομίας.

Οι δυο τους γνωρίζονταν, βέβαια, καιρό, λένε πως ως ομοϊδεάτες διατηρούσαν ανοιχτούς, απευθείας διαύλους επικοινωνίας κι ας μην είναι αυτό θεσμικά αποδεκτό. Ο Μπεν-Γκβιρ, σε κάθε περίπτωση, είναι αυτός που προήγαγε τον Λέβι σε υποστράτηγο και του ανέθεσε, τον Αύγουστο του 2023, τη διοίκηση της Παράκτιας Περιφέρειας του Ισραήλ. Τον χρόνο που μεσολάβησε, η εγκληματικότητα εκτοξεύτηκε στην περιοχή, οι δολοφονίες αυξήθηκαν κατά 77%, από 59 τους προηγούμενους 12 μήνες έφτασαν στις 103, και ελάχιστες από αυτές έχουν διαλευκανθεί, παρά τις ενισχύσεις που στάλθηκαν στην περιοχή, μεταξύ άλλων από τη Συνοριοφυλακή και ειδικές αστυνομικές μονάδες, με εντολή του υπουργού και του τότε διοικητή της αστυνομίας.

Ο Ντάνι Λέβι ενδιαφερόταν και ασχολούνταν περισσότερο με την καταστολή των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων που πραγματοποιούνταν έξω από την ιδιωτική κατοικία του Μπενιαμίν Νετανιάχου στην Καισάρεια, και γενικότερα την καταστολή της ελευθερίας της έκφρασης – ιδιαίτερα μετά την έναρξη του πολέμου στη Γάζα, οπότε και απαγόρευσε στην Παράκτια Περιφέρεια τις αριστερές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας υπέρ μίας συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός. «Εξήντα σαν εμένα σκοτώθηκαν εξαιτίας ενός σαν εσένα», είπε στους διαδηλωτές σε μία περίπτωση – κατηγορώντας τους ουσιαστικά, όπως είχε κάνει και ο γιος του ισραηλινού πρωθυπουργού, ο Γιαΐρ Νετανιάχου, για τη σφαγή που διέπραξε η Χαμάς στο νότιο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου.

Οι πληροφορίες τον θέλουν να είναι πολύ δυσάρεστος, πολύ αντιπαθής ως άνθρωπος. Αλλά οι εκατοντάδες ενστάσεις που κατέθεσαν πολίτες στην αρμόδια συμβουλευτική επιτροπή διορισμών ανώτερων αξιωματούχων, κατά της τοποθέτησής του στην κεφαλή της ισραηλινής αστυνομίας, δεν αφορούσαν τον χαρακτήρα του, αφορούσαν πρωτίστως την επιθετική στάση της αστυνομίας έναντι των αντικυβερνητικών διαδηλωτών στην Καισάρεια, έξω από το σπίτι του Νετανιάχου. Η επιτροπή εξετάζει την ακεραιότητα των υποψηφίων, προκρίνει θεωρητικά μόνο τους έντιμους, επαγγελματίες και απαλλαγμένους από απώτερα κίνητρα υποψήφιους, ανθρώπους ικανούς να δίνουν προσωπικά το παράδειγμα στους υφισταμένους τους. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ωστόσο, δεν βρήκε τίποτε το μεμπτό στον Ντάνι Λέβι:

Ο διορισμός του επικυρώθηκε την Κυριακή από την κυβέρνηση Νετανιάχου και ο ίδιος ανέλαβε επισήμως καθήκοντα, με τον Μπεν-Γκβιρ να διαβεβαιώνει πως «φέρει μία σιωνιστική και εβραϊκή ατζέντα και θα ηγηθεί της αστυνομίας σύμφωνα με την πολιτική που έχω χαράξει. Είμαστε οι άρχοντες αυτής της γης – είναι καιρός να πάρουμε τον έλεγχο», διακήρυξε ο υπουργός που έχει καλέσει επανειλημμένως να διακοπεί κάθε τροφοδότηση της Γάζας με βοήθεια και καύσιμα, και κάνει ό,τι μπορεί, από κοινού με τον έτερο εξτρεμιστή της ισραηλινής κυβέρνησης, τον υπουργό Οικονομικών, Μπεζαλέλ Σμότριτς, προκειμένου να τορπιλίσει τις συνομιλίες με στόχο την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός. Να σημειωθεί πως, σύμφωνα πάντα με τη Haaretz, η ισραηλινή αστυνομία δεν πραγματοποιεί επί του παρόντος την παραμικρή έρευνα γύρω από την εισβολή που δέχθηκαν αρχές Αυγούστου δύο στρατιωτικές βάσεις από όχλους ακροδεξιών εξοργισμένων με τη σύλληψη εννέα εφέδρων για τη σεξουαλική κακοποίηση ενός στελέχους της Χαμάς από τη Γάζα: επικρατεί ο φόβος πως ο πολιτικός της προϊστάμενος, ο Μπεν Γκβιρ, θα εκδικηθεί όποιον αξιωματικό τολμήσει να προχωρήσει σε ανακρίσεις ή συλλήψεις.

Το Ισραήλ είναι μία από αυτές τις χώρες όπου η δημοκρατία υποχωρεί τελευταία με απανωτούς κρότους – αδύνατον να μην τους ακούσει κανείς, μόνη προϋπόθεση να μη φοράει ιδεοληπτικές ωτοασπίδες. Και είναι ούτως ή άλλως πάντα πιο εύκολο να κρίνεις απ’ έξω, από μακριά, για αυτό είναι χρήσιμα άρθρα όπως αυτό που δημοσίευσε χθες το Politico και ξεκινούσε ως εξής: «Στη χώρα που φημίζεται για την εφεύρεση της δημοκρατίας, υπάρχει η αίσθηση ότι αυτή ξεφτίζει…», γιατί η δημοκρατία δεν υποχωρεί πάντα με κρότους, υποχωρεί και με ανεπαίσθητους λυγμούς, που θέλουν προσπάθεια, και κόπο, να τους ακούσεις.

Μπορεί βέβαια πάντα να αναζητήσει κανείς παρηγοριά στο αφήγημα περί ανθελληνικής προπαγάνδας. Κι αυτό ανθρώπινο είναι.