Η άρνηση να δεχτούν την πραγματικότητα υπάρχει σε πολλούς ανθρώπους. Τα ποσοστά ωστόσο των ελλήνων πολιτικών που αρνούνται να δουν τη ζημιά που έρχεται πρέπει να σπάνε κάθε ρεκόρ. Είναι χαρακτηριστική η κυβερνητική άρνηση να δεχτεί το φθινόπωρο του 2021 ότι υπάρχει πρόβλημα πληθωρισμού. Θεωρούσαν ότι αν αφήσουμε ελεύθερες τις αγορές το πρόβλημα θα περνούσε από μόνο του και εμείς αυτό που έπρεπε να κάνουμε είναι να μη μιλάμε για αυτό. Το αποτέλεσμα ήταν γνωστό. Μια ακρίβεια διαρκείας, την οποία όχι απλώς πλέον παραδέχονται τα κυβερνητικά στελέχη, αλλά τώρα που ο πληθωρισμός επιβραδύνεται και σε κάποιους τομείς είναι αρνητικός, είναι υποχρεωμένα για να μην πάνε ενάντια στο κοινό περί δικαίου αίσθημα, να συνεχίζουν να συμπάσχουν με τους πολίτες που πλήττονται από αυτήν μιλώντας συνεχώς για το πόσο μεγάλο πρόβλημα είναι. Τώρα βέβαια το πουλάκι έχει πετάξει. Η ακρίβεια είναι – και δικαίως – το σύνηθες μότο για όποιον θέλει να γκρινιάξει.
Την ίδια περίοδο που εκδηλώθηκε η κυβερνητική άρνηση για τον πληθωρισμό, άρχισε να κάνει την εμφάνισή του ένα ακόμα πρόβλημα, αυτό της στεγαστικής κρίσης. Των λιγοστών σε σχέση με τη ζήτηση σπιτιών, που οδηγούσαν σε αύξηση των ενοικίων. Και για αυτό το θέμα, η λύση αφέθηκε στην… αγορά. Πλήρης άρνηση εκπόνησης σοβαρού σχεδίου αντιμετώπισης του θέματος. Κάποιος στο Μαξίμου, ρώτησε άγνωστο ποιον, αυτός του είπε «μην ανησυχείς, εγώ ξέρω» ότι υπάρχουν 700.000 κλειστά σπίτια. Στην πορεία τα κλειστά σπίτια έγιναν διαμερίσματα και αφού όλοι συμφώνησαν, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί, με τέτοιες τιμές στην αγορά, όλο και κάποια θα ανοίξουν και θα λύσουμε το πρόβλημα. Ελα όμως που δεν… άνοιξαν. Και ας μπήκαν διάφορα όπλα σε εφαρμογή, που περισσότερο με νεροπίστολα έμοιαζαν. Από επιδοτήσεις για ανακαινίσεις, μέχρι κίνητρα για αγορές από νέα ζευγάρια και άλλα μέτρα μικρότερης απόδοσης, που όχι μόνο δεν έλυσαν το πρόβλημα, αλλά σε πολλές περιπτώσεις το επέτειναν. Το έκαναν ακόμα χειρότερο.
Και φτάσαμε τρία χρόνια μετά τη διαπίστωση του προβλήματος για να βρισκόμαστε στο… μηδέν. Για την ακρίβεια, λίγο πιο πάνω από το μηδέν, καθώς τουλάχιστον τώρα πήραμε απόφαση να πάμε πόρτα πόρτα (προσωπική πινελιά) για να διαπιστώσουν οι… υπηρεσίες πόσα είναι πραγματικά τα κλειστά διαμερίσματα, πού βρίσκονται και κυρίως γιατί είναι κλειστά. Αν βέβαια πράγματι είναι κλειστά και δεν είναι μισθωμένα με «μαύρα» μισθωτήρια. Σε κάθε περίπτωση τώρα ξεκινάει η διαπίστωση της έκτασης του προβλήματος, τη στιγμή που όποιος ενοικιαστής επιστρέφει από διακοπές του σκάνε κάτι διακοσάρια και τρακοσάρια ευρώ αύξησης από τους ιδιοκτήτες.
Οι επιλογές επίλυσης ενός θέματος τόσο εκρηκτικού όσο τα ενοίκια είναι πλέον λίγες. Μια κανονική αντιμετώπιση του ζητήματος θα περιελάμβανε επεκτάσεις στο σχέδιο πόλης, ενδεχομένως και με ενισχύσεις για φτηνότερες κατασκευές και προφανώς περιορισμό των συνθηκών περιορισμού της ζήτησης, όπως η Χρυσή Βίζα. Η τελευταία από την 1η Σεπτεμβρίου με τα όρια απόκτησής της να αυξάνονται σημαντικά, περιορίζεται, αλλά η ζημιά έχει γίνει από την έκρηξη των μεταβιβάσεων ξένων αγοραστών μέσα στο καλοκαίρι. Ολες οι υπόλοιπες λύσεις βρίσκονται κυριολεκτικά στον αέρα, ενώ οι λίγες νεόδμητες κατοικίες που μπαίνουν στην αγορά ξεκινούν από τιμές πώλησης άνω των 5.000 ευρώ το τετραγωνικό και ενοικίασης άνω των 150 ευρώ το τετραγωνικό. Σε αυτά τα επίπεδα τιμών είτε υπάρχουν είτε δεν υπάρχουν τον ίδιο ρόλο παίζουν, οξύνοντας το πρόβλημα.