Για να εξηγούμαστε, άλλο το στεγαστικό πρόβλημα που προκαλούν τα υψηλά ενοίκια στις πόλεις, άλλο το στεγαστικό πρόβλημα των φοιτητών. Το πρώτο έχει να κάνει με την προσφορά και τη ζήτηση της αγοράς κατοικιών, με τη στέγαση της ελληνικής οικογένειας, που δεν διαθέτει δικό της σπίτι. Είναι μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα, που διογκώνεται με ρυθμούς ταχύτατους τα τελευταία χρόνια.

Η στέγαση των φοιτητών είναι άλλο ζήτημα, επίσης σημαντικό, το οποίο έχει να κάνει με το μοντέλο ανάπτυξης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα μας και συνδέεται μόνο σε έναν βαθμό με το γενικό πρόβλημα. Πουθενά στον κόσμο δεν αναπτύσσονται πανεπιστήμια χωρίς να έχει εξασφαλιστεί πρώτα η αξιοπρεπής στέγαση αυτών που θα φοιτήσουν σε αυτά. Χωρίς να έχουν πρώτα δημιουργηθεί κρατικές ή ιδιωτικές φοιτητικές εστίες. Εμείς δημιουργήσαμε πανεπιστήμια με την ακριβώς αντίθετη διαδικασία. Πρώτα ήρθε το αίτημα, με τη μορφή προεκλογικού ρουσφετιού, ότι πρέπει να δημιουργηθεί ένα τμήμα, μια σχολή, ένα πανεπιστήμιο, μετά σκεφτήκαμε τον τίτλο σπουδών, το λειτουργήσαμε και κατόπιν αρχίσαμε να ασχολούμαστε με αυτά από τα οποία έπρεπε να ξεκινήσουμε τη συζήτηση. Οπως πού θα μείνουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι που θα φοιτήσουν και θα δουλέψουν σε αυτό δεν είπαμε κουβέντα. Ούτε για το τι θα τρώνε. Πού θα το τρώνε και σε ποιο κόστος. Πώς θα μετακινούνται. Τι ρεύμα θα πληρώνουν.

Ολα αυτά που θα έπρεπε να είναι ένα πακέτο, σε σταθερά οικονομική τιμή, στην Ελλάδα έχει εξελιχθεί σε βραχνά των γονιών των φοιτητών. Οι τοπικές Αρχές, που φιλοξενούν τις σχολές, θεωρούν ότι με τη δημιουργία του τμήματος η δουλειά τους τελείωσε. Οι κάτοικοι των περιοχών, οι ψηφοφόροι, που έβαλαν «λυτούς και δεμένους» για να δημιουργηθεί το τμήμα στην περιοχή τους, προκειμένου να τονωθεί η τοπική οικονομία, ελάχιστα ασχολούνται με την «πελατεία» των φοιτητών και ψάχνουν τρόπους για να την «παντρέψουν», χωρίς να «παντρεύονται», με την πελατεία των τουριστών που φιλοξενούν στις βραχυχρόνιες μισθώσεις. Βρίσκονται δηλαδή σε μια προφανή αδυναμία να επιλέξουν μεταξύ δύο ασύμβατων αγορών, αυτής των φοιτητών και αυτής των τουριστών. Δίλημμα από το οποίο μπορεί να τους λυτρώσει μόνο το κράτος. Αυτό πρέπει να πει ότι δεν μπορεί ένας ιδιοκτήτης να διαθέτει ταυτόχρονα το σπίτι του στη βραχυχρόνια μίσθωση, αλλά να το διαθέτει και στη μακροχρόνια, των φοιτητών.

Η μεγάλη ευθύνη ωστόσο του κράτους είναι να καλέσει τις τοπικές Αρχές περιοχών που φιλοξενούν πανεπιστήμια να αποφασίσουν τι θέλουν. Δεν μπορούν να διεκδικούν επέκταση της τουριστικής περιόδου και ταυτόχρονα να θέλουν να φιλοξενούν νέους επιστήμονες που θέλουν να σπουδάσουν. Δεν γίνονται όλα σε αυτή τη ζωή. Παράλληλα θα πρέπει να φροντίσουν για διαθέσιμες κατοικίες, που θα απευθύνονται αποκλειστικά για τους φιλοξενούμενους φοιτητές. Η δημιουργία νέων κρατικών εστιών με δεδομένη τη δυσφήμηση που έχει δεχθεί ο θεσμός δεν είναι λύση, με τα σημερινά δεδομένα. Ενα πρόγραμμα εκτεταμένης κατασκευής ιδιωτικών φοιτητικών εστιών που θα νοικιάζονται σε ελεγχόμενες τιμές θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να λειτουργήσει καλύτερα. Σε κάθε περίπτωση, είναι απαραίτητο να αναρωτηθούμε εάν περιοχές που δεν ενδιαφέρονται να βρουν μια λύση στη στέγαση των φιλοξενούμενων φοιτητών δικαιούνται και πρέπει να φιλοξενούν ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα.