Κύθηρα, Αύγουστος 2014: Παρότρυνση όλων όσων κατάγονταν, γνώριζαν, είχαν επισκεφθεί το νησί, ήταν η βόλτα στους καταρράκτες, τους οποίους έβρισκε κανείς ύστερα από λίγα λεπτά περπάτημα από το χωριό Μυλοπόταμος. Και όντως, το τοπίο ήταν μαγικό: Τρεχούμενα νερά να πέφτουν από ύψος περίπου 20 μέτρων, ανάμεσα σε πανύψηλα πλατάνια, σχηματίζοντας μια μικρή λίμνη, που είχε πάρει αυτό το γαλαζοπράσινο χρώμα.
Κύθηρα, Αύγουστος 2024: Πλέον, όντας σε αυτούς που επισκέφθηκαν το νησί, ήρθε η σειρά μου να προτείνω ως «άχαστη» την εκδρομή στους καταρράκτες. Η ανατροφοδότηση, όμως, που είχα από τους ανθρώπους που φέτος περπάτησαν για να βρουν τους καταρράκτες της Νεράιδας ήταν μη αναμενόμενη. Δέκα χρόνια μετά δεν υπάρχουν καταρράκτες, δεν υπάρχει νερό.
Κι όσο η συζήτηση συνεχίζεται, αρχίζουν και αναφέρονται όλο και περισσότερα μέρη στην Ελλάδα που κάποτε είχαν καταρράκτες, νερά, λιμνούλες, βάθρες και σήμερα είναι άδεια, ξερά. Ποτάμια μικρά, που περνούσαν δίπλα ή μέσα από χωριά της ελληνικής περιφέρειας, μέχρι ποτάμια μεγάλα και λίμνες. Ποιος θα περίμενε πως η εικόνα του Πηνειού, της Λαρίσης το ποτάμι, να στερεύει, θα ήταν οικεία τα τελευταία καλοκαίρια. Ποιος θα φανταζόταν πως ακόμη και η στάθμη στη λίμνη Βιστωνίδα στα σύνορα Ροδόπης και Ξάνθης θα έπεφτε λόγω ακραίας ξηρασίας.
Η εικόνα, πάλι, με το τοξωτό γεφύρι που βρίσκεται μεταξύ δύο καταρρακτών στην Παλαιοκαρυά Τρικάλων, τουλάχιστον φέτος το καλοκαίρι ήταν μόνο σε… φωτογραφία, αφού όσοι επισκέφθηκαν το πολυφωτογραφημένο σημείο διαπίστωσαν με θλίψη πως οι καταρράκτες «στέγνωσαν».
Το καμπανάκι έχει χτυπήσει. Οι επιστήμονες σε παγκόσμιο επίπεδο, βλέποντας τα δεδομένα της συνεχιζόμενης ανομβρίας και των υψηλών θερμοκρασιών, μιλούν πλέον για το πολύ σοβαρό πρόβλημα λειψυδρίας. Ελληνικά νησιά αντιμετώπισαν τους καλοκαιρινούς μήνες το μαρτύριο της… σταγόνας – σε αυτό συνέβαλε και ο υπερτουρισμός –, με τις γεωτρήσεις να στερεύουν και τις μονάδες αφαλάτωσης να υπολειτουργούν. Πόλεις βρίσκονται μπροστά στον εφιάλτη της λειψυδρίας, κινδυνεύοντας από δω και πέρα να πουν το νερό νεράκι. Είναι αδιέξοδη η κατάσταση ή το «κλειδί» βρίσκεται στη διαχείριση των υδάτων;