Ο ΣΥΡΙΖΑ (ακόμη και μέχρι νεωτέρας έτσι λέγεται νομίζω) έχασε δύο μεγάλες ευκαιρίες επανεκκίνησης, επανίδρυσης και επανασυγκρότησης. Η μία ήταν αμέσως μετά την εκλογική ήττα του 2019. Και τα κλειδιά τότε τα κρατούσε ο Αλέξης Τσίπρας. Ηδη είχε προστεθεί η Προοδευτική Συμμαχία στον τίτλο. Μέρος της άλλοτε πασοκικής βάσης διατηρούσε εδώ τις ελπίδες του. Το ποσοστό του 2019 διαμόρφωνε μια κραταιά εικόνα κόμματος εξουσίας. Το είχαν ανάγκη και το σύστημα και ο κόσμος. Και μετά ήρθαν οι καθυστερήσεις. Ενας μετασχηματισμός που έμοιαζε να έχει οριοθετηθεί στη βλακώδη θεωρία του «ώριμου φρούτου» που νομίζεις πως θα πέσουν οι άλλοι και θα ανεβείς εσύ.

Η πανδημία έπαιξε τον ρόλο της, μαζί με το Ακραίο Κέντρο που έδινε αίσθημα υπεροχής στον Μητσοτάκη. Μαζί με αυτά μια σοβαρή εσωτερική συζήτηση για τον κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ απουσίασε και παρά το σοβαρό και αναλυτικό τότε κείμενο των Δραγασάκη, Μπαλτά, Δρίτσα. Η απόφαση για εκλογή από τη βάση του πρόεδρου εμβόλισε μεταδημοκρατικά τον χώρο που ούτε την κουλτούρα των ΠΑΣΟΚ – ΝΔ είχε, ούτε και είχε λόγο να το πράξει. Αλλο η στράτευση στην Αριστερά, άλλο η εθελοντική συμβολή και συμμετοχή στις διαδικασίες της, άλλο μια παράδοξη μέθοδος που απλώς δίνει την επίφαση συμμετοχής στους πολίτες και διαμορφώνει σχέση εφήμερου εταίρου με το κόμμα.

Προφανώς και παράλληλα με την αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να πείσει ως πόλος εξουσίας, η κυβέρνηση της ΝΔ είχε όλες τις τεχνοτροπίες να ριζώσει στους αρμούς τους συστήματος. Βοηθούσε πάντα σε αυτό και το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο που βρήκε και μεγάλη φωλιά σε μέρος των ΜΜΕ και του δημόσιου λόγου και κυρίως στηρίχθηκε από τους νεότερους υποστηρικτές του Μητσοτάκη που προέρχονταν από άλλους χώρους και είχαν άλλες καταβολές (αυτό ήταν και η επιτυχία του). Η συντριπτική εκλογική και πολιτική ήττα του 2023 τερμάτισε κάθε ενδεχόμενο επανίδρυσης του χώρου υπό τον Τσίπρα. Ο τελευταίος εξάλλου άφησε το πηδάλιο για να περάσει το νέο κύμα, όπως είπε από το Ζάππειο.

Η δεύτερη χαμένη ευκαιρία επανίδρυσης για τον ΣΥΡΙΖΑ χάθηκε αμέσως μετά την εκλογή του Στέφανου Κασσελάκη. Το «άλλαξέ τα όλα» εγκλωβίστηκε στην επικοινωνία και σε προσομοιώσεις αμερικανικών λογικών. Σήμερα, έναν χρόνο μετά, κάθε προσπάθεια του νέου πρόεδρου μοιάζει μέρος της εσωκομματικής κρίσης. Πυροδοτεί κι άλλο μια εσωστρέφεια, δεν μετατρέπεται σε καταλύτη για τον χώρο, σε δυναμική ανάταξη, σε εικόνα συγχρονισμού με την ταλαιπωρημένη κοινωνία. Η λύση είναι μέρος του προβλήματος και ακόμη και θετικές τομές εσωτερικά που επιχειρούνται «διαβάζονται» ως μέρος μιας μάχης για κατανομή ρόλων και επιρροών στην Κουμουνδούρου. Ο πολιτικός χρόνος πιέζει.