Είναι μάλλον ειρωνικό που όταν ήταν παιδί ο αμερικανός ηθοποιός Τζέιμς Ερλ Τζόουνς υπέφερε από τραυλισμό. Γιατί ο γεννημένος το 1931 σε μια φάρμα στην Αρκαμπούτλα του Μισισιπή Τζόουνς, που πέθανε τη Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου στα 93 του στην Ντάτσες Κάουντι της Νέας Υόρκης, όχι απλώς κατάφερε να ξεπεράσει την πάθησή του αλλά να γίνει μια από τις πιο χαρακτηριστικές… φωνές του οπτικοακουστικού θεάματος στον πλανήτη!

Ο πιο διάσημος ρόλος στην καριέρα του Τζόουνς είναι ένας ήρωας τον οποίο δεν έπαιξε ποτέ ο ίδιος στην οθόνη: ο Νταρθ Βέιντερ, η απόλυτη δύναμη του κακού στη θρυλική ταινία επιστημονικής φαντασίας «Ο πόλεμος των Αστρων» (Star Wars) που γύρισε το 1977 ο Τζορτζ Λούκας. Μάλιστα, ο Τζόουνς που έδωσε την φωνή του στον Νταρθ Βέιντερ και στις δύο συνέχειες του «Πολέμου των Αστρων», τις «Η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται» (The empire strikes back, 1980) και «Η επιστροφή των Τζεντάι» (The return of the Jedi, 1983), αρνήθηκε τα εύσημα στην οθόνη, μια ένδειξη σεβασμού προς τον Ντέιβιντ Πράους, τον ηθοποιό που υποδύεται τον Νταρθ Βέιντερ στο σελιλόιντ. Για τη φωνή του Νταρθ Βέιντερ ο Τζόουνς πληρώθηκε 7.000 δολάρια και το 1983, όταν «Η επιστροφή των Τζεντάι» διανεμήθηκε στα σινεμά είχε γίνει πλήρως συνώνυμος με έναν από τους πιο αξέχαστους και τρομακτικούς κακούς στην ιστορία του κινηματογράφου. Να σημειωθεί ότι ο Τζόουνς θα επέστρεφε ξανά στη φωνή του Βέιντερ τόσο για το «Επεισόδιο 3 – Η εκδίκηση των Σιθ» (2005) όσο και για το «Rogue One: Α Star Wars Story» (2016). Τέλος, για τη σειρά «Obi – Wan Kenobi» (2022) της Disney+, ο Τζόουνς είχε εξουσιοδοτήσει τη Lucasfilm να χρησιμοποιήσει αρχειακές ηχογραφήσεις και τεχνολογία ΑΙ για την αναδημιουργία της φωνής του Βέιντερ.

Καριέρα έξι δεκαετιών

Ομως ο Τζέιμς Ερλ Τζόουνς δεν έγινε παγκόσμια διάσημος μόνο για τη φωνή του (την οποία είχε δώσει και στο λιοντάρι Μουφάσα στον «Βασιλιά των λιονταριών») αλλά και επειδή κατάφερε να καθιερωθεί ως ένας από τους πρωτοπόρους μαύρους ηθοποιούς της γενιάς του. Μετά το ντεμπούτο του στο Μπρόντγουεϊ το 1958 στο θέατρο Cort (το οποίο το 2022 μετονομάστηκε σε James Earl Jones Theatre), έχτισε μια πλούσια και ευέλικτη καριέρα η οποία επεκτάθηκε σε έξι δεκαετίες. Το ντεμπούτο του στον κινηματογράφο έγινε στην αριστουργηματική σάτιρα του Στάνλεϊ Κιούμπρικ για τον Ψυχρό Πόλεμο «ΣΟΣ Πεντάγωνο καλεί Μόσχα» (1964). Από τότε, ο Τζόουνς εμφανίστηκε σε πάρα πολλές ταινίες, αρκετές από τις οποίες θεωρούνται κλασικές: στο «The man» (1972) υποδύθηκε τον ρόλο του πρώτου μαύρου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, στο «Κόναν ο Βάρβαρος» (1982) έδωσε ζωή σε έναν μοχθηρό αντίπαλο του κεντρικού ήρωα, στο αντιπολεμικό δράμα «Πέτρινοι κήποι» (1987) του Φράνσις Κόπολα υποδύθηκε έναν σοφό βετεράνο του πολέμου στο Βιετνάμ, ενώ συμμετείχε και στο μεταφυσικό δράμα με θέμα το μπέιζμπολ «Ξυπόλητος Τζο» (Field of Dreams, 1989). Επίσης εμφανίστηκε στον ρόλο του υποδιευθυντή της CIA αντιναύαρχου Τζέιμς Γκριρ σε τρεις ταινίες του franchise «Jack Ryan», τις «Το κυνήγι του Κόκκινου Οκτώβρη», «Αμεσος κίνδυνος» και «Παιχνίδια ολέθρου».

Οσκαρ, Tony, Emmy

Το 1971 ο Τζέιμς Ερλ Τζόουνς απέσπασε και τη μοναδική υποψηφιότητά του για Οσκαρ στην κατηγορία του Α’ ρόλου. Ηταν για την ταινία «Η μεγάλη λευκή ελπίδα» (The great white hope) του Μάρτιν Ριτ όπου ο Τζόουνς υποδύθηκε έναν μαύρο πρωταθλητή στην πυγμαχία, ο οποίος μαζί με τη λευκή σύντροφό του (Τζέιν Αλεξάντερ) αντιμετώπισε τα χτυπήματα του λευκού πυγμαχικού κατεστημένου στις Ηνωμένες Πολιτείες των αρχών του περασμένου αιώνα (δεν κέρδισε το βραβείο και πολλά χρόνια αργότερα το 2012 του απονεμήθηκε ένα τιμητικό Οσκαρ για το σύνολο της καριέρας). Το 1969 ο Τζόουνς είχε ήδη κερδίσει το βραβείο Tony έχοντας παίξει τον ίδιο ήρωα στο θέατρο. Ως θεατρικός ηθοποιός προτάθηκε για τέσσερα Τony και το 1987 κέρδισε άλλο ένα για τον πρωταγωνιστικό ρόλο του βραβευμένου με Πούλιτζερ δράματος του Ογκαστ Γουίλσον «Fences». Τέλος, οι τίτλοι έργων του στην τηλεόραση είναι επίσης πολλοί. Δούλεψε σε σειρές όπως οι «Ρίζες», «The Atlanta Child Murders», «L. A. Law», «Homicide: Life on the Street» και «Everwood» και υπήρξε υποψήφιος για οκτώ βραβεία Emmy κερδίζοντας δύο φορές. Μάλιστα ήταν ο πρώτος ηθοποιός που κέρδισε δύο Emmy την ίδια χρονιά, το 1991: Β’ ρόλου για τη μίνι σειρά «Heat Wave» και Α’ ρόλου για τη δραματική σειρά «Gabriel’s Fire».