Στις 6 Οκτώβρη έχει εκλογές για πρόεδρο το ΠΑΣΟΚ. Ο δεύτερος γύρος του είναι στις 13 αν χρειαστεί. Στις 14 θα έχει νέο αρχηγό. Ο ΣΥΡΙΖΑ βάσει της εισήγησης της Πολιτικής Γραμματείας του θα έχει στις 24 Νοέμβρη. Αν απαιτηθεί και δεύτερος γύρος θα στήσει εκ νέου κάλπες στη 1 Δεκέμβρη. Στις 2 το πρωί ο νέος αρχηγός του θα πάει στον 7ο όροφο της Κουμουνδούρου. Σε διάστημα δύο μηνών, το εκλογικό κοινό κάθε χώρου θα προσέλθει για εκλογές. Θα αλληλοκαλύπονται;

Θα έχουν ξεχωριστές και διακριτές δυναμικές, θα είναι μικρότερα των τελευταίων τους διαδικασιών; Να το ερώτημα που προφανώς δεν είναι απλώς τεχνικό, μα βαθιά πολιτικό. Και αγγίζει τον πυρήνα ενός πιο κρίσιμου ερωτήματος: η κεντροαριστερή – αριστερή πτέρυγα της κοινωνίας είναι σε ύπνωση, σε εξασθένηση, σε υποχώρηση ή παραμένει πλειοψηφική όπως μεταπολιτευτικά ίσχυε; Σήμερα μια μερίδα πολιτικών επιστημόνων λέει πως οι εκλογικές συμπεριφορές έχουν ρευστοποιηθεί. Μπορεί κάποιος για παράδειγμα να δηλώνει κεντροαριστερός αλλά σε υποσύνολα της συμπεριφοράς του να έχει πιο σκληρές πατριωτικές απόψεις ή σε ζητήματα Οικονομίας να είναι πιο «ανοιχτός» στην αγορά.

Μπορεί κάποιος να είναι κεντροδεξιός και να θέλει ισχυρό κοινωνικό κράτος ή κρατικό παρεμβατισμό. Οπως και να ‘χει τα βασικά χαρακτηριστικά των υποομάδων διατηρούνται, αν και η νέα πραγματικότητα δεν έχει ακριβώς διαβαστεί αναλυτικά από τους πολιτικούς χώρους, με εξαίρεση ένα πρόσωπο: τον Κυριάκο Μητσοτάκη που διεμβόλισε το Κέντρο, έθεσε δίλημμα το 2019 και το 2023 στις δυνάμεις της αγοράς και τον μεσαίο κόσμο και κατάφερε να συγκεράσει λαϊκούς δεξιούς με κεντρώους ψηφοφόρους όπου όλοι μαζί έλεγαν: «Μα δεν έχουμε κάτι άλλο».

Θα πάνε στις κάλπες οι κεντροαριστεροί έχοντας στον νου τους μια προοπτική κυβερνητισμού; Εδώ προβάδισμα στους δύο χώρους, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, θα έχει όποιος προκρίνει έναν μαχητικό ρεαλισμό. Θα θεωρήσει ένα μεγάλο μέρος των κεντροαριστερών δεξαμενών πως το κλειδί των διεργασιών είναι στο ΠΑΣΟΚ; Θα δούμε μεγάλα νούμερα συμμετοχής εκεί στις πράσινες κάλπες και πιθανώς ανάταξη του χώρου; Θα διαβάσει ο κόσμος τους δύο πόλους ως αλληλένδετους και άρα αλληλοτροφοδοτούμενους;

Θα πείσει αυτός που θα τάξει μέτωπο και ευρεία σύνθεση. Μπορεί πάλι, ο ευνοημένος από τις δύο διαδικασίες να είναι η ΝΔ και το στοίχημα «σταθερότητα» που θα θέτει με ένταση το επόμενο διάστημα. Μπορεί το κεντρώο κοινό που έχει πάρει εδώ και πέντε χρόνια να μη μετακινηθεί στους πόλους που ψάχνουν αρχηγό. Οι κεντροαριστεροί έχουν επίσης μια επιπρόσθετη δυσκολία: δεν πρέπει απλώς να αντιμετωπίσουν τον Μητσοτάκη αλλά και τον «κανέναν» που βγαίνει πρώτος στις τελευταίες δημοσκοπήσεις και στο ερώτημα του «καταλληλότερου». Δύσκολος, μα ενδιαφέρον δρόμος.