Στις 26 Ιανουαρίου 1982, πριν δηλαδή από 42 χρόνια, δημοσίευσα στο «Βήμα» μια επιφυλλίδα με τον παραπάνω τίτλο. Επειδή πιστεύω πως δεν έχω αναθεωρήσει σχεδόν τίποτα από όσα έγραψα τότε, επιτρέψτε μου να εκθέσω σήμερα σε αυτή τη στήλη μερικές μονάχα από εκείνες τις σκέψεις:
«Ας θέσουμε ορισμένα ερωτήματα για την ουσία του μιμείσθαι και του θεάσθαι, μια περιοχή αγκαθερή και συχνά ναρκοθετημένη. […] Οι σκέψεις που ακολουθούν προσπαθούν, όχι, προς Θεού, να δογματίσουν ούτε να εξηγήσουν την ενέργεια του θεάσθαι. Θα αποπειραθούν να προχωρήσουν το πρόβλημα στα μη περαιτέρω, στην ΑΠΟΡΙΑ, έτσι ώστε, αν θεμελιωθεί με τον λόγο το αδιέξοδο, να τεθεί αυτόματα το μέγα ερώτημα, η ζήτηση της αρχής, προϋπόθεση για κάθε φιλοσοφία.
Αν η ενέργεια ορίζεται συναρτήσει μάζας και χρόνου, αν δηλαδή τα φαινόμενα είναι μια διαλεκτική του χώρου και του χρόνου, τότε ο χώρος χρονούται και ο χρόνος χωρεί, υπάρχει μια αλληλοπεριχώρηση. Η ουσία αυτής της διαλεκτικής σχέσης είναι το φως, το οποίο, ως ενέργεια, ορίζεται ως το όντως ον του είναι. Το φως ως ενέργεια είναι μια αυθυπέρβαση της διαλεκτικής σχέσης χώρου και χρόνου, μια άλλη ποιότητα. Το φως, ΒΛΕΠΟΜΕΝΟ από την όχθη του χωροχρόνου, και ο χωρόχρονος, ΒΛΕΠΟΜΕΝΟΣ από την όχθη του φωτός, αποκαθιστούν μια σχέση αναφορικότητας και υποκαθίστανται καθένα χωριστά και αλληλοδιαδόχως ως υποκείμενα και αντικείμενα, βλέποντα και βλεπόμενα, θεατές και θεώμενοι.
Η Δομή είναι θέα. Ο Αϊνσταϊν απέδειξε πως η σχέση ενέργειας – φωτός και χωροχρόνου είναι σταθερά, δηλαδή μια αιώνια επανάληψη. Κάθε επανάληψη είναι μίμηση. Η δομή μιμείται τον εαυτό της. Φως εκ φωτός. Αρα η δομή είναι θέαμα και μίμησις, η μίμησις είναι δομή και θέα και η θέα είναι δομή και μίμησις. Αν θεωρήσω αυτές τις ταυτότητες ως ολοκληρώματα, τότε το ποιητικό αίτιό τους είναι η αγάπη. Αγάπη σημαίνει αυτάρκεια, πλήρωμα, όλο που αρκείται στον εαυτό του. […] Λόγος σημαίνει δομή, αυτή η δομή είναι ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΘΕΟΝ, δηλαδή έχουν σχέση αναλογίας. Είναι μίμηση, και ο Θεός είναι δομή. Κάθε ένα από αυτά είναι ΑΓΑΠΗ, δηλαδή αύταρκες ολοκλήρωμα.
Αν ο Θεός είναι ενέργεια, θέα, αναφορική σχέση θεατή και θεώμενου, βλέπων και βλεπόμενος, φως, τότε η Δημιουργία είναι θέατρο, “τόπος” όπου συντελείται ο αντικατοπτρισμός του βλέμματος. Ο Ηράκλειτος έλεγε “Ηθος ανθρώπω δαίμων”. Αν “ήθος” σημαίνει “τόπος”, ενδιαίτημα, τότε ο Ηράκλειτος θέλει να πει πως ο Θεός είναι το ενδιαίτημα που έχει δοθεί στον άνθρωπο, δηλαδή ο άνθρωπος φαίνεται μέσα στο επίπεδο του δαίμονος, είναι θεατός από τον δαίμονα και υπάρχει ως θέα. […] Αγχιβασία, όπως θα ‘λεγε πάλι ο Ηράκλειτος, μια συνεχής μετατόπιση από τη θέση του βλέποντος στη θέση των βλεπομένων, μια συνεχής μετοχή σε δύο επίπεδα, μια ακροβατούσα ισορροπία, ιδού το θέατρο του κόσμου.
Σύμφωνα με τα παραπάνω και συσσωρευτικά, αν ο χώρος και ο χρόνος ΑΠΕΙΚΟΝΙΖΟΝΤΑΙ στην ενέργεια, στο φως, και οι σχέσεις τους είναι αμφιμονοσήμαντες, ο κόσμος είναι ένα θέατρο, ένας τόπος, ένα ήθος, ένας τρόπος να κατοπτρίζονται τα όντα, αλληλοβλεπόμενα, ταυτόχρονα ΕΝΕΡΓΕΙΑ και ΔΥΝΑΜΕΙ. Το θέατρο είναι μια ΠΡΟΣ-ΩΠΙΚΗ (αναφορά οπτική) σχέση των όντων. Με αυτή την έννοια η τέχνη του θεάτρου είναι μίμηση μιμήσεως. Μιμείται την πράξη (την ιστορία) που είναι μίμηση της ενέργειας, που είναι το ήθος, το ενδιαίτημα του χώρου και του χρόνου».