Ποιο είναι το στοίχημα της φετινής Art Athina;
Είναι η 27η διοργάνωση στα 31 χρόνια που λειτουργεί. Υπάρχουν δύο διαδικτυακές που οργανώσαμε, την εποχή του κορωνοϊού και δύο φουάρ που δεν είχαν γίνει. Πέρυσι που κάναμε το Λεύκωμα, με αφορμή τα 30 χρόνια, είδα ότι στοίχισε. Υπάρχουν σημειώματα, συνεντεύξεις, δελτία Τύπου, φωτογραφίες και ένας κατάλογος με τις γκαλερί που συμμετείχαν με ποιους καλλιτέχνες. Εκεί φαίνεται όλη η ιστορία του εικαστικού χώρου: ποιες γκαλερί συνεχίζουν, ποιες ολοκλήρωσαν τη λειτουργία τους, οι καινούργιες, ποιοι καλλιτέχνες δεν υπάρχουν πια, ποιοι είναι οι νέοι. Ηταν πολύ σημαντικό αυτό το index. Κάθε χρόνο στόχος μας είναι να μεγαλώνει. Υπάρχουν όμως και κάποιες συνθήκες που δημιουργούνται δυσκολίες. Κυρίως εξωτερικοί παράγοντες. Ενώνει και προκαλεί ζύμωση, μια συνομιλία στον εικαστικό χώρο, στους φιλότεχνους και μη. Είναι μια γιορτή της Τέχνης. Εκείνο όμως που αξίζει να κρατήσουμε είναι ότι η Art Athina βρίσκεται συνεχώς σε ανοδική πορεία.
Φέτος ποια είναι τα κεντρικά σημεία της διοργάνωσης;
Φέτος, που η διάρκειά της είναι μια μέρα παραπάνω, συμμετέχουν 71 αίθουσες τέχνης από την Ελλάδα, 10 ακόμη χώρες και διευρυμένο παράλληλο πρόγραμμα. Κεντρικός άξονας είναι η σύγχρονη τέχνη, η ενισχυμένη παρουσία του design, η έμφαση στη συμπερίληψη και τη βιωσιμότητα καθώς επίσης για έκτη χρονιά το Art Athina Educational Program. Του εργαστηρίου δηλαδή που δίνει έμφαση στη γνωριμία των φοιτητών με επαγγελματίες της Τέχνης, την κατανόηση της αθηναϊκής σκηνής και την εξοικείωση με το μελλοντικό επαγγελματικό πεδίο δραστηριοποίησής τους. Αλλωστε ο στίβος ενός καλλιτέχνη είναι η γκαλερί. Τους δίνεται σε κάθε έκθεση η ευκαιρία να ολοκληρώσουν τη δουλειά τους και να προχωρήσουν στην επόμενη.
Τι έφερε η Art Αθήνα στον κόσμο των εικαστικών της πόλης;
Είναι το γεγονός, το περιμένουν όλοι οι καλλιτέχνες που συμμετέχουν αλλά και εκείνοι που δεν συμμετέχουν. Το περιμένουμε οι φιλότεχνοι, αλλά και όσοι ενδεχομένως δεν επισκέπτονται τις γκαλερί, δεν παρακολουθούν τα εικαστικά αλλά σίγουρα θα περάσουν από την Art Athina. Αυτός είναι και ο στόχος μας. Είναι μεγάλη η χαρά γιατί συναντιόμαστε όλες οι αίθουσες, γίνεται μία ζύμωση, μια συνομιλία.
Τι βαραίνει περισσότερο όταν επιλέγετε έναν καλλιτέχνη: το ένστικτο, τι επικρατεί ως τάση, αν θα σας αποφέρει οικονομικά;
Το τελευταίο δεν είναι πρωταρχικό, αν και δεν μπορεί κανείς να το αποκλείσει. Εκείνο που προέχει είναι να σου αρέσει η δουλειά του καλλιτέχνη αλλά και η προσωπικότητά του.
Ποιες είναι οι πρώτες εικόνες σας που έχετε από την Τέχνη;
Γεννήθηκα στην Αθήνα στην οδό Μητσαίων. Η γιαγιά μου με πήγαινε κάθε μέρα βόλτα στην Πλάκα και κάτω στην Ακρόπολη. Τις Κυριακές ανέβαινα στην Ακρόπολη με τον πατέρα μου. Αυτή ήταν η δική μας βόλτα. Αυτές οι μνήμες των παιδικών μου χρόνων είναι πολύ ισχυρές και πολύ όμορφες και σίγουρα με επηρέασαν με έμμεσο τρόπο στη διαδρομή που επέλεξα να κάνω επαγγελματικά.
Σπουδάσατε οικονομικά αλλά αποφύγατε τη φυσική εξέλιξη να συνεχίσετε να εργάζεστε στην επιχείρηση του πατέρα σας.
Ή να πήγαινα να δουλέψω σε μια τράπεζα κ.λπ. Στον χώρο της Τέχνης όμως δεν μπήκα με κάποιο δραματικό τρόπο αλλά πολύ απλά και πολύ γρήγορα. Ισως να με οδηγούσε το θάρρος της άγνοιας.
Τι αναζητούσατε και τι τελικά βρήκατε στην Τέχνη – με την οποία ασχοληθήκατε με το επιχειρηματικό της κομμάτι;
Η ίδια η Τέχνη που – εκτός από εκείνες τις βόλτες με τη γιαγιά μου και τον πατέρα μου – την ανακάλυπτα μέσα από τα βιβλία. Διάβαζα ό,τι υπήρχε σχετικά με την ιστορία της, τα ρεύματα, τους καλλιτέχνες κ.λπ. Επειτα αρχίζει η συναναστροφή με τους καλλιτέχνες, γνώριζα τον χώρο στον οποίο έμπαινα όλο και πιο βαθιά – κάτι που μου άρεσε πολύ. Βεβαίως είναι μια επιχείρηση αλλά δεν την αντιμετωπίζω με τη στενή έννοια του όρου. Με γοητεύει όπως την πρώτη μέρα η διαδικασία του στησίματος μιας έκθεσης, η χαρά του καινούργιου και η στενοχώρια της ολοκλήρωσής της.
Η οικονομική αγωνία δεν έχει χώρο;
Πάντα υπάρχει. Αλλά όταν δεν πάει καλά μια έκθεση, η λύπη είναι πρωτίστως για τον ίδιο τον καλλιτέχνη και έπειτα για την γκαλερί. Στόχος μου πάντα είναι να γίνονται ωραίες εκθέσεις. Να κερδίσει τον επισκέπτη από την πρώτη ματιά. Καθαρά συναισθηματικοί λόγοι.
Μα είναι ο κόσμος των συναισθημάτων. Αλλά πόσο μπορεί κανείς να το δει με αυτόν τον ωραίο ρομαντισμό; Τα εικαστικά είναι μια ταξική τέχνη. Πρέπει να έχεις χρήματα για να αποκτήσεις το έργο που θες.
Η Τέχνη απευθυνόταν – στο ξεκίνημά της κυρίως – στην άρχουσα τάξη. Αλλά, για να έρθουμε στο σήμερα και στον κόσμο των εικαστικών για τον οποίο μιλάμε, θα πρέπει να πούμε ότι για να επισκεφτεί κάποιος μια γκαλερί και να παρακολουθεί τα εικαστικά, δεν χρειάζονται χρήματα, όπως π.χ. σ’ ένα μουσείο.
Διατηρείς την επαφή σου, εμπλουτίζεις τις γνώσεις του, διαμορφώνεις την αισθητική σου με τους πιο ευγενείς όρους. Και είναι αυτό που χρειάζεται μια γκαλερί αλλά και οι καλλιτέχνες: τη σκόνη. Να περάσουν και να δουν τα έργα τους. Επίσης υπάρχουν νέοι καλλιτέχνες οι οποίοι είναι προσιτοί και μπορεί κανείς να αποκτήσει έργο του. Είναι η συνήθης πορεία.
Από εκείνες τις αναγνώσεις ποιος καλλιτέχνης ήταν εκείνος που σας εντυπωσίασε;
Πραγματικά είναι δύσκολο να ξεχωρίσω. Και δεν θα ήθελα να είμαι δογματική. Ισως ο Ιερώνυμος Μπος. Εκείνο όμως που περνώντας τα χρόνια έχει εδραιωθεί μέσα μου είναι ότι η σύνδεση με την Τέχνη είναι ισχυρή όχι μέσα από ρεύματα και ζωγράφους αλλά κυρίως μέσα από συγκεκριμένα έργα. Αυτό θεωρώ ότι υπερισχύει.
Σκεφτήκατε ποτέ να εκφραστείτε δημιουργικά μέσα από την Τέχνη;
Δεν τολμώ ούτε να το σκεφτώ. Εχω γνωρίσει και έχω συνεργαστεί με τόσους πολλούς και καλούς καλλιτέχνες που δεν θα το επιχειρούσα ποτέ. Μου φτάνει που μπορώ και ανασαίνω μέσα στην Τέχνη. Εχω κερδίσει την ανάσα μου και την ελευθερία μου.
Από αυτούς λοιπόν ξεχωρίζετε κάποιον; Για παράδειγμα εκείνοι με τους οποίους συνεργαστήκατε στα πρώτα σας βήματα.
Ισως μέσα μου κάποιοι να έχουν ένα μικρό προβάδισμα αλλά ειλικρινά τους αγαπώ όλους. Οταν ξεκινούσα τα 1984 ήταν άλλες οι εποχές. Είχα μια πολύ μικρή γκαλερί και είχαν κάνει έκθεση σπουδαίοι καλλιτέχνες όπως ο Παναγιώτης Τέτσης, ο Γιάννης Παππάς, ο Φασιανός, ο Χρήστος Μποκόρος, ο Γιάννης Τσαρούχης και πολλοί άλλοι. Εχω υπέροχες αναμνήσεις από όλους που σίγουρα δεν μπορώ να τους αναφέρω όλους γιατί είναι πάρα πολλοί.
Ησασταν σχεδόν παιδί όταν ξεκινούσατε. Πώς σηκώνατε το τηλέφωνο και επικοινωνούσατε με όλα αυτά τα ονόματα που αναφέρατε;
Πραγματικά δεν ξέρω. Εκείνο που μπορώ να πω με βεβαιότητα είναι ότι κοκκίνιζα πολύ εύκολα και τώρα δεν κοκκινίζω. Εχω ακόμη το δέος για τους καλλιτέχνες αλλά όχι εκείνη τη συστολή που με κυριαρχούσε.
Υπάρχει καλή και κακή Τέχνη;
Πίσω από κάθε έργο θα πρέπει να υπάρχει ένα καλό σχέδιο, μια ωραία σκέψη. Να στηρίζεται πάνω σε βασικούς κανόνες. Από εκεί και πέρα θεωρώ ότι μπαίνει και το υποκειμενικό στοιχείο, στο τι αρέσει στον καθένα. Πιστεύω όμως και στη δοκιμασία του χρόνου – πόσο δηλαδή μπορεί να αντέξει. Και αυτό που αντέχει στον χρόνο είναι εκείνο που εμπεριέχει την αλήθεια του και παρατηρώντας το κάθε φορά ανακαλύπτεις και κάτι άλλο.
Κατά τη γνώμη σας τι αντέχει στον χρόνο;
Δεν φτάνει μόνο να γνωρίζει κανείς πολύ καλή τεχνική. Απαιτείται να έχεις μια τέτοια προσωπικότητα που να στρέφει το βλέμμα σου στην εποχή του, σε ό,τι τον περιβάλλει, να είναι σε εσωτερική εγρήγορση, να διακατέχεται από ανησυχία και φυσικά όλα αυτά να μπορείς να τα εκφράζεις με τη δική σου ιδιαίτερη γραφή. Η αγωνία του καλλιτέχνη είναι να προχωράει και να εξελίσσει τη δουλειά του.
Η τιμή ενός έργου αποτυπώνει πάντα την αξία του;
Η ιστορία τα ξεκαθαρίζει όλα. Δεν ξέρουμε τι ακριβώς θα συμβεί. Σε κάθε γενιά μένουν λίγοι. Ο χρόνος θα το δείξει.
Υπάρχει μια πόλη στην οποία θα θέλατε να είχατε γκαλερί;
Είμαι πολύ ευχαριστημένη με αυτά που έχω αλλά υποθετικά ίσως στο Λονδίνο. Την αγαπώ αυτή την πόλη. Μου ταιριάζει και μου αρέσει η ατμόσφαιρά της. Αλλα πάντα θα επιλέγω το τώρα. Αυτό έχει μόνο σημασία γιατί μόνο αυτό έχουμε.