Δύσκολες μέρες, δύσκολοι καιροί. Δεν ξέρω, βλέπεις, και κάτω από ποιον αστερισμό ανασαίνουν τα όνειρά μας. Ποτέ δεν πίστεψα στα άστρα εκτός απ’ το δικό μου κι άλλων τριών κοντινών μου ανθρώπων άλλο ζώδιο δεν ξέρω.

Σε αστρολόγους δεν έχω προστρέξει (άλλωστε δεν μ’ ενδιέφερε η αλήθεια του μέλλοντος, παρά μόνο η αλήθεια του παρελθόντος μου που ακόμα δεν την έχω βρει) εκτός από μια φορά, θα ήτανε κοντά στο τέλος του ’80, που συνάντησα τον κύριο Λεφάκη.

Ανοιξη θυμάμαι και μου λέει ο Πετράτος «είσαι να πάμε κατά Τουρκολίμανο για ψάρι που σ’ αρέσει; Εχω πει και στον Λεφάκη, ευκαιρία να τον γνωρίσεις, τι λες;». Σαν να μου άρεσε η ιδέα. Του λέω «όμως μετά τις εννιά γιατί έχω μια δουλειά πριν. 9 με 9.30 να περάσω να σε πάρω».

Οδηγούσα τότε. Δεν μπορώ να με θυμηθώ οδηγό. Κι οδηγούσα καμιά τριανταριά χρόνια. Να άλλο ένα σημείο του παρελθόντος άγνωστο που πολύ θα ήθελα να γνωρίσω: «η μυστηριώδης ζωή μου στο τιμόνι». Αλλά είπαμε, κανένας αστρολόγος δεν «προβλέπει» το παρελθόν.

Η δουλειά που είχα πριν τις 9 ήταν να υπογράψω για την αγορά του σπιτιού όπου μένω. Αυτή την αγορά πολύ τη βαριόμουνα και την είχε αναλάβει τότε η μητέρα μου, η οποία και επέμενε «Δεν θέλω να φύγω και να σ’ αφήσω χωρίς σπίτι».

Ετρεχε καιρό και έψαχνε, τα έβλεπα εγώ, τελικά διάλεξα ένα και εκείνο το απόγευμα το υπέγραψα. Το βραδάκι πήγα, πήρα τον Ντίνο και κατηφορίσαμε για τη θάλασσα. Ο Λεφάκης έμενε τότε, μπορεί κι ακόμα να μένει, σ’ ένα σπίτι στην Καστέλλα. Ανεβήκαμε κάτι σκάλες ξύλινες λουστραρισμένες και βαριές, μας άνοιξε ο ίδιος.

– Ο κύριος Λεφάκης, ο κύριος Φασουλής.

Χαιρετηθήκαμε

– Εγώ σας ξέρω, κύριε Φασουλή. Ααα μπράβο. Κάνατε μια αγορά σήμερα. Αααα αυτό το σπίτι θα είναι πολύ τυχερό.

Εξαλλος ο Ντίνος. «Kαλά, πήρες σπίτι και δεν μου είπες τίποτα;». Εγώ είχα μείνει να κοιτάω το πολύφωτο να αναβοσβήνει, κατά τη γνώμη μου, και με το χέρι μετέωρο να ψάχνει την κουπαστή.

Ετσι δεν μου φάνηκε καθόλου περίεργο που ο ίδιος άνθρωπος, ο κύριος Λεφάκης, χρόνια μετά προέβλεψε και την πτώση του κ. Κασσελάκη μία εβδομάδα πριν. Βέβαια προέβλεψε την πτώση αλλά μέχρι εκεί. Σε ποια συναστρία άλλωστε να μπορούσε να διαβάσει τα όσα ακολούθησαν αυτής της πτώσης. Αυτή την κατάπτωση ενός κόμματος που κυβερνούσε τις ζωές μας για πέντε ολόκληρα χρόνια. Αυτό το ξεχείλωμα των προσώπων και των συνειδήσεων, αυτές τις αναθυμιάσεις του βάλτου που ρουφούσε όλη την παράταξη στον βορβορώδη του βυθό. Αυτό το δυσώδες μεθάνιο που δεν πνίγει μόνο ένα κόμμα αλλά και όλο το πολιτικό τοπίο. Είναι φορές που κι ο πιο ενδεδειγμένος αστρολόγος στέκεται ανίκανος να προβλέψει ένα τόσο απεχθές μέλλον. Για να μην πούμε πως κανένας αστρολογικός χάρτης δεν καταδέχεται να καταγράψει τέτοια και τόση χυδαιότητα.

Οσο για μένα, ο κ. Λεφάκης προέβλεψε σωστά. Ναι, το πήρα το σπίτι, μόνο που ζω τριάντα χρόνια μέσα του και ποτέ δεν το ένιωσα δικό μου. Ισως γιατί στη λέξη «σπίτι» έρχεται στον νου μου πάντα το σπίτι στο νησί όπου έζησα τα πρώτα χρόνια της ζωής μου. Αλλά και σ’ αυτό δεν μπορώ πια να γυρίσω. Αργοπεθαίνει χρόνια τώρα και δεν γίνεται να τ’ αναστήσω γιατί όλοι οι γύρω που του δίνανε πνοή έχουνε φύγει πια.

Σπίτι χωρίς τους ανθρώπους να τ’ αγκαλιάζουν και να το ζεσταίνουν είναι μόνο ντουβάρια, σάπια κουφώματα και μισοσπασμένα κεραμίδια.

Κάτι πρέπει να κάνω με τη ζωή μου. Δεν θέλω να καταντήσω κι εγώ σαν διαλυμένο κόμμα. Ασε που δεν με πιάνει ύπνος. Κι όποτε κοιμάμαι όλο ονειρεύομαι πως μια κεντρική επιτροπή κι ένα πολιτικό γραφείο με διαγράφει, πετάει τα υπάρχοντά μου στον δρόμο και μου αλλάζει τα κλειδιά.