Απ’ τη μία υπέστη συντριπτικό, διδακτικό πλήγμα, ο ναρκισσισμός του Κασσελάκη. (Ακολουθεί η κατάθλιψη). Απ’ την άλλη επαληθεύτηκε πάλι αυτό που γράφει ο Μάριος Χάκκας: «Στο τέλος πάντα έρχονται οι αχώνευτοι». Διότι, τουλάχιστον με τον Στέφανο γέλασε λίγο το χειλάκι του κόσμου, άλλαξε το μουντρούχο, μοχθηρό ύφος της παράταξης, περάσαμε καλά κι αυτοί καλύτερα, κάτι ασύμβατο με την παράδοση του χώρου – αν σε δούνε να χαμογελάς γίνεσαι αμέσως ύποπτος. Αλλά έτσι κι αλλιώς ύποπτος είναι όποιος δεν υιοθετεί τα δικά τους κλισέ, τον στιγματίζουν, ψιθυρολογούν, δίνουν γραμμή γενικής υπονόμευσης – βέβαια κι ο Στέφανος, επειδή πάσχει από σύνδρομο μεγαλείου, τράβηξε παραπάνω απ’ ό,τι έπρεπε την ουρά του διαβόλου.
Οπότε έχασε η Βενετιά βελόνι. Συνεπώς, τώρα, είναι καιρός να κάνει κι ο Κασσελάκης ένα δικό του ίδρυμα, όπως ο Τσίπρας (μεγάλε, είσαι ο Ζισκάρ ντ’ Εστέν;), ένα ίδρυμα (με ρηχή πισίνα) που θα μελετάει νυχθημερόν τον κασσελακισμό ως το τελευταίο στάδιο αποσύνθεσης της ιδεολογικής λακέρδας μέσα στη σηπτική δεξαμενή του κόμματος (στυπτική, την έλεγε η πολυδαής Ζανέτ). Και, τελικά, μέσα από όλες αυτές τις εκλεπτυσμένες διεργασίες ίσως αναδυθεί ο Αστραπόγιαννος εκ Σφακίων ως άξιος συνεχιστής του Λένιν από τα Lidl, οπότε το ευεργετικό γέλιο δεν θα μας λείψει και να μην απογοητεύεται καθόλου το εκκλησίασμα.
Απ’ την άλλη, αν δεν κάνει δικό του, νέο κόμμα ο Κασσελάκης, οι κασσελίστας που θα παραμείνουν, (αν παραμείνουν) θα ζητούν κι αυτοί εκδίκηση, οπότε θα δούμε το ίδιο έργο απ’ την αρχή κι ανάποδα. Είναι μια κατάσταση χωρίς τελειωμό στην Αριστερά, όπου, ή θα κρατούν για πρόεδρο έναν που έχασε πέντε εκλογές και, επιπλέον, αν φύγει τον νοσταλγούν, ή θα τον τρώνε σε έντεκα μήνες γιατί δεν μιλούσε τη σολομωνική του χώρου και ήταν πιο χαρωπός απ’ όσο έπρεπε. Κι έγινε για ακόμα μια φορά φανερό πως, ενώ θα περίμενε κανείς ο ατομισμός και τα «εγώ» να λουλουδίζουν στον μπαχτσέ της Δεξιάς, αντιθέτως αυτά φύονται μαζικά στον αριστερό χώρο, όπου ήδη υπάρχουν καμιά δεκαριά αρχηγοί σε δέκα κόμματα και κομματίδια (ή μορφώματα, που λέει και η Ζανέτ) και όπου ο ναρκισσισμός, οι άπειρες φράξιες, η εγωπάθεια και το αρχηγιλίκι είναι το κυρίως ζητούμενο και όχι η αλληλεγγύη με βάση το μελοδραματικό «συντρόφισσες και σύντροφοι» που εκστασιάζονται να επαναλαμβάνουν σε κάθε συνεδρίαση. (Κι αμέσως μετά τραβάνε το μαχαίρι).
Βέβαια κι ο Κασσελάκης που απολαμβάναμε ήταν πολιτικό αφρόλουτρο. Και παρότι ανυποψίαστος, ίσως και γι’ αυτό ακριβώς, ήταν, τουλάχιστον, χαριτωμένος μερικές φορές αν και (το είχαμε γράψει) δεν ήξερε εξαρχής πού πήγε κι έμπλεξε. Πάντως, όλος ο αυτός ο πολιτικός χώρος είναι τυχερός καθόσον το γαϊτανάκι που είδαμε ξετυλίχτηκε σε καθεστώς αστικής δημοκρατίας. Διότι, αν συνέβαιναν όλα αυτά στο καθεστώς που ονειρεύονται μερικοί κομμουνισμένοι εκεί μέσα, τότε η ιστορία ετούτη δεν θα τελείωνε χωρίς εκτελέσεις αντιπάλων, πρακτορολογία, εξορίες κι αφανισμούς, ως είθισται, ιστορικά, στα εν λόγω καθεστώτα – άρα οφείλουν να ευγνωμονούν την αστική δημοκρατία που παρ’ όλες τις εσωτερικές τους συγκρούσεις, όλοι την έχουνε βγάλει υγιείς κι ανέγγιχτοι. Στην πούντρα.
(Προχθές ο Κιμ εκτέλεσε μερικές εκατοντάδες που έφταιγαν, λέει, για τις πλημμύρες, ενώ στη δικτατορία του Μαδούρο, ο αρχηγός της αντιπολίτευσης αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα για να γλιτώσει).
Ετσι, για να μην ξεχνιόμαστε – κι αυτά τα λέει η ειδησεογραφία, όχι εμείς. Τι γύρευε, λοιπόν, στη Λάρισα ο Κασσελάκης (και δεν ήταν στρατηγός απ’ την Υδρα, ούτε καν απ’ τη Σκύδρα). Μήπως νόμισε πως πρόκειται για πασαρέλα; Και, καλά, τον έφερε ο Τσίπρας, αλλά ποιοι τον ψήφισαν για αρχηγό; Αυτό είναι ένα αφελές ερώτημα από εκείνους που θεωρούν πως όσοι ψηφίζουν τον εν λόγω χώρο έχουν διαβάσει Γκράμσι και Πουλαντζά – μπα, αλλά ενδέχεται πολλοί εξ αυτών να προτιμούν τα πρωινάδικα απ’ τον Φόιερμπαχ, ή τη Ρόζα Εσκενάζι απ’ τη Ρόζα Λούξεμπουργκ. Και είναι φυσικό, οι καιροί άλλαξαν και, με τόσα smarts, πού να πας τώρα να ξεφυλλίζεις παλιούς, σκονισμένους τόμους; (Εκτός κι αν είσαι στην παραλία και ο αέρας σου γυρίζει τα φύλλα).
Σε κάθε περίπτωση τέλειωσε η πρώτη πράξη, αλλά, απ’ όσο φαίνεται, δεν θα καθαρίσουν τόσο εύκολα με τον παίδαρο, που έχει μουλαρώσει. Ο οποίος κατάλαβε αργά πως ο Αστραπόγιαννος και μερικοί άλλοι κόλλησαν δίπλα του στην αρχή για να διασωθούν από έναν ΣΥΡΙΖΑ που δεν τους ήθελε πια, για να γλιτώσουν προσωρινά, και σε δεύτερο χρόνο να τον κατασπαράξουν – ως είθισται στον χώρο. Τον ανέχτηκαν, τον μιζάρησαν, τον κάλυψαν μέχρι να σταθεροποιηθούν οι ίδιοι στο κόμμα. Διότι, στον σταλινισμό δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Κι αφού δεν τους καταβρόχθισε εγκαίρως ο Κασσελάκης, τελικώς κατέληξε μόνος του στα γουναράδικα. Διότι αγνοούσε την ιστορική επιδεξιότητα και ειδικότητα του χώρου στον τομέα της ανθρωποφαγίας.
Οπότε μάλλον σύντομα θα τεθεί πάλι το ζόρικο δίλημμα: ξανά αφρόλουτρο, ή έναν αφρίζοντα κομμουνισμένο με ολίγη; Υπάρχουν, όμως, και καλύτερες εκδοχές: να γίνει πρόεδρος, ας πούμε, ο κ. Γκλέτσος…