Με το πρώτο κουδούνι την περασμένη Τετάρτη, τα κινητά τηλέφωνα μαθητών και εκπαιδευτικών μπήκαν στην τσάντα. Ή, τουλάχιστον, ξεκίνησε η εφαρμογή της υπουργικής απόφασης που αυτό προβλέπει. Το πρώτο ερώτημα είναι αν θα μπορέσει το μέτρο να εφαρμοστεί επιτυχώς, καθώς εναπόκειται στη συμμόρφωση των μαθητών και του συνόλου της σχολικής κοινότητας.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας σε μαθητές του 2ου Δημοτικού Σχολείου Γλυφάδας, έκανε λόγο για «συμφωνία» μεταξύ κυβέρνησης και μαθητών: «Θέλω να κάνουμε μία συμφωνία, και αναφέρομαι ειδικά στα μεγαλύτερα παιδιά, αυτά τα οποία μπορεί να έχετε ήδη κινητό τηλέφωνο, να συμφωνήσουμε ότι την ώρα που είμαστε στο σχολείο το κινητό είναι στην τσάντα».

Πάντως, η απαγόρευση του κινητού στον χώρο του σχολείου δεν είναι κάτι πραγματικά νέο. Οπως και στα στρατόπεδα ή στις φυλακές, η χρήση του κινητού απαγορεύεται «στα χαρτιά», όμως, επί της ουσίας το εν λόγω μέτρο δεν είχε ποτέ εφαρμοστεί – όπως άλλωστε συμβαίνει και με άλλους νόμους και κανόνες στη χώρα μας, όπως π.χ. ο αντικαπνιστικός.

Με βάση εγκυκλίους του υπουργείου Παιδείας και αποφάσεις του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, οι μαθητές δεν επιτρέπεται να έχουν στην κατοχή τους κινητό τηλέφωνο εντός του σχολικού χώρου, πόσο μάλλον να το χρησιμοποιούν. Αυτό που αλλάζει με τη νέα υπουργική απόφαση είναι ότι θεσμοθετείται πλέον η μονοήμερη αποβολή ως προβλεπόμενη ποινή για τη χρήση του εντός του σχολικού συγκροτήματος, είτε στην τάξη, είτε στο προαύλιο.

Η κυβέρνηση φαίνεται να θέλει να περάσει στην πραγματική εφαρμογή της απαγόρευσης αυτήν τη φορά. Η επιμονή του Πρωθυπουργού στο θέμα κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε στη ΔΕΘ την περασμένη Κυριακή είναι ενδεικτική: «Οι επιστήμονες μας λένε ότι τα κινητά δημιουργούν μεγάλη απόσπαση προσοχής. Θέλουμε τα κινητά να είναι στην τσάντα. Αλλες ευρωπαϊκές χώρες τα κλειδώνουν σε λόκερ. Δεν αποκλείω τίποτα στη συνέχεια».

Πράγματι, οι ειδικοί φαίνεται να συμφωνούν ως προς το γεγονός ότι η χρήση του κινητού έχει συνέπειες στη συγκέντρωση και γενικότερα στην ψυχική υγεία παιδιών και εφήβων. «Τα κινητά βλάπτουν τη φαιά ουσία του εγκεφάλου και μειώνουν το εύρος της προσοχής, ενώ αυξάνουν τις αγχώδεις και καταθλιπτικές διαταραχές και επηρεάζουν αρνητικά την κοινωνικότητα», υπογραμμίζει, μιλώντας στα «ΝΕΑ», η Ιλια Θεοτοκά, κλινική ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο.

Ωστόσο, όπως επισημαίνει η επίκουρη καθηγήτρια Παιδοψυχιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και γραμματέας της Παιδοψυχιατρικής Εταιρείας Ελλάδος, Νάντια Μαγκλάρα, τα ευρήματα των επιστημονικών ερευνών δεν είναι αρκετά σταθερά ώστε να υπάρχει απόλυτη βεβαιότητα. «Τα μέχρι στιγμής στοιχεία δείχνουν προς μία κατεύθυνση – ότι δηλαδή υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της χρήσης του κινητού τηλεφώνου και της ψυχικής υγείας των παιδιών, όμως δεν αποκλείεται αυτό να ανατραπεί».

«Από τις υπάρχουσες έρευνες, προκύπτει ότι υπάρχουν επιπτώσεις της χρήσης, ειδικά των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, στη συγκέντρωση και την προσοχή των μαθητών. Ωστόσο υπάρχουν και αντικρουόμενα ευρήματα, που δείχνουν ότι παιδιά που αντιμετωπίζουν δυσκολίες με τη συγκέντρωση οργανώνονται καλύτερα με τη χρήση του τηλεφώνου», λέει η γραμματέας της ΠΕΕ. Επισημαίνει, εξάλλου, ότι η χρήση κινητού, ειδικά τις βραδινές ώρες, επηρεάζει τον ύπνο των εφήβων, και επομένως – εμμέσως, τουλάχιστον – την ψυχική τους υγεία και ευημερία.

Η απαγόρευση, πάντως, δεν τυγχάνει καθολικής αποδοχής. Η Λίζα Τσαλίκη, καθηγήτρια στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών, τονίζει: «Κατά τη γνώμη μου είναι κοντόφθαλμη η απαγόρευση, γιατί οι προβληματικές συμπεριφορές δεν προκαλούνται από το κινητό, αλλά από την ευρύτερη κουλτούρα. Με την απαγόρευση του κινητού επιδιώκεται ουσιαστικά να κρυφτεί το μεγαλύτερο πρόβλημα (π.χ. η ρητορική μίσους, ο ρατσισμός, η ομοφοβία) κάτω από το χαλάκι».

Η αλήθεια είναι πως δεν είναι λίγες οι φορές που η κοινή γνώμη έχει σοκαριστεί από τη βία που εμπεριέχεται σε βίντεο με πρωταγωνιστές και θύματα μαθητές. Χωρίς κινητό στο σχολείο ενδέχεται να μειωθεί και ο αριθμός αυτών των βίντεο, όμως, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα πως θα περιοριστούν η βία και ο σχολικός εκφοβισμός.

Η Ιλια Θεοτοκά, ωστόσο, είναι πιο αισιόδοξη: «Το μέτρο είναι μια σωστή επιλογή, γιατί η μάθηση θα επιτευχθεί πιο εύκολα, θα υπάρχει ανάπτυξη της κρίσης χωρίς τις έτοιμες λύσεις του κινητού και θα μειωθεί ο εκφοβισμός, ειδικά μέσω βίντεο. Οι βλάβες που προκύπτουν από τη χρήση του κινητού είναι μεγαλύτερες από το όφελος».

Διεθνής διάλογος. Τους τελευταίους μήνες, το ζήτημα της απαγόρευσης της χρήσης κινητού από νεαρά άτομα και ειδικά στον χώρο του σχολείου, έχει λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις παγκοσμίως. «Εχει ανοίξει ένας μεγάλος διάλογος σχετικά με το αν πρέπει να περιοριστούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για συγκεκριμένους πληθυσμούς. Αν και δεν υπάρχουν ακόμα επαρκή επιστημονικά δεδομένα, πολλοί κρίνουν ότι επείγει να δράσουμε άμεσα, όπως έγινε π.χ. στην περίοδο της πανδημίας», σημειώνει η Νάντια Μαγκλάρα.

Στην Αυστραλία, ο πρωθυπουργός Αντονι Αλμπανέζε έχει ανακοινώσει σχέδιο για να απαγορευθεί επισήμως η χρήση των social media από νεαρά άτομα, με το ηλικιακό όριο να τίθεται μεταξύ στα 14, 15 ή 16 έτη. Η αυστραλιανή κυβέρνηση έχει επικριθεί για αυτή της την απόφαση που, αν ψηφιστεί, θα κάνει τη χώρα την πρώτη δυτική με τέτοιου είδους περιορισμούς.

Τον Φεβρουάριο, τα σχολεία της Αγγλίας έλαβαν εγκύκλιο από το υπουργείο Παιδείας για τον περιορισμό της χρήσης κινητού από τους μαθητές, αφήνοντας στην ευχέρεια των σχολείων το αν θα προχωρήσουν σε συνολική απαγόρευση ή σε πιο ήπια μέτρα. Η ομοσπονδία των σχολικών διευθυντών, πάντως, θεώρησε την κίνηση ένα επικοινωνιακό τέχνασμα και έκανε λόγο για «μη-πολιτική» που απαντά σε ένα «μη-πρόβλημα».

Αρκετά σχολεία που έχουν εφαρμόσει με σοβαρότητα την απαγόρευση του κινητού, εντούτοις, έχουν βρει την… υγειά τους. Το Κάλβαϊν Κόλετζ στην Ολλανδία ήταν ένα από τα πρώτα που απαγόρευσαν ουσιαστικά τη χρήση κινητού, πριν από τέσσερα χρόνια και, παρά τις πρώτες αντιδράσεις, οι ιθύνοντες θεωρούν το μέτρο άκρως επιτυχημένο.

Σε κάθε περίπτωση, η συνέχεια αυτής της συζήτησης θα έχει ενδιαφέρον και δεν αποκλείεται η λήψη μέτρων ακόμα και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Εξάλλου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξέφρασε την πρόθεση να «σηκώσει» το θέμα στην Ευρωπαϊκή Ενωση.