Ορισμένα ερωτήματα προκύπτουν μάλλον αβίαστα. Για παράδειγμα: Ο μέσος πολίτης και ψηφοφόρος στην Ελλάδα έχει κάποιο σοβαρό λόγο να ενδιαφερθεί για όσα συμβαίνουν σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ; Γιατί, άραγε, να «ιδρώσει» ή, έστω, να νιώσει την παραμικρή αγωνία για το όνομα του/της επόμενου/-ης αρχηγού των δύο κομμάτων και τη σύνθεση των επιτελείων τους;

Μία πιθανή απάντηση θα μπορούσε να είναι η εξής: Επειδή έχει κουραστεί ή αγανακτήσει με τη διακυβέρνηση της ΝΔ και του Κυρ. Μητσοτάκη και αναζητά εναλλακτικές επιλογές και πολιτικές. Ας δεχτούμε (και έχουμε πολλούς λόγους να το δεχτούμε) ότι το πρώτο μισό της απάντησης ισχύει. Οπότε πάμε στο δεύτερο, που αφορά στις εναλλακτικές, για να αναρωτηθούμε εκ νέου και εξίσου φυσιολογικά: Πόσο διαφορετικό είναι το «πακέτο» που προσφέρουν ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ;

Η αλήθεια είναι πως πέρα από την εμφάνιση και το λέγειν, το ύφος των δημόσιων παρεμβάσεων, τις σεξουαλικές προτιμήσεις και τα λόμπι που έχουν πίσω τους, όσοι και όσες διεκδικούν την αρχηγία δεν είναι σε θέση να πείσουν ότι φέρνουν κάτι νέο και ριζικά διαφορετικό για την πολιτική και τους πολίτες. Εξάλλου, ό,τι κι αν λένε, η Ελλάδα είναι μια μικρή χώρα στην οποία δύσκολα μπορεί κανείς να κρυφτεί, ενώ ο λαός της – όλοι εμείς δηλαδή – μπορεί να έχει πολλά κακά, αλλά δεν ικανοποιείται με τέτοιου είδους σαπουνόπερες, δεν διαθέτει μνήμη… χρυσόψαρου και, κυρίως, δεν έχει υποστεί συλλογική λοβοτομή.

Τι σημαίνει αυτό; Αφενός, ότι ο νυν Πρωθυπουργός μπορεί ακόμη να κοιμάται ήσυχος, τουλάχιστον όσον αφορά στην εκτός κόμματός του αντιπολίτευση, καθώς τον περιβάλλει η ασφάλεια της ελληνικής εκδοχής της ΤΙΝΑ (Δεν Υπάρχει Εναλλακτική). Αφετέρου, πως εκείνοι οι οποίοι πραγματικά αναζητούν κάτι διαφορετικό, θα αναγκαστούν αργά ή γρήγορα να το διεκδικήσουν. Οταν δε αποφασίσουν να το κάνουν, τότε πιθανότατα δεν θα επιλέξουν τους γνωστούς και τετριμμένους τρόπους.

Εκεί ποντάρει η Ακροδεξιά, πουλώντας φούμαρα. Κανείς άλλος, που να εννοεί σοβαρά τη ρήξη με το «σύστημα»;