Εξι υποψήφιοι στο ΠΑΣΟΚ, δυο στρατηγικές, δηλαδή δυο στρατόπεδα. Ας τα περιγράψουμε:

Αφενός, το στρατόπεδο όσων ομνύουν στην καθαρότητα του κόμματος (είτε θέλουν να το βλέπουν με κινηματικά χαρακτηριστικά είτε ως ένα σύγχρονο πολιτικό κόμμα πολλών τάσεων). Στο στρατόπεδο αυτό ανήκει ο σημερινός πρόεδρος Νίκος Ανδρουλάκης, στον οποίο χρεώνουν την αργή και ισχνή άνοδο του ΠΑΣΟΚ σε συγκυρίες που θα μπορούσαν να έχουν βοηθήσει την αλματώδη ανάπτυξή του – ενώ εκείνος προβάλλει μια θέση «ώριμου φρούτου», τη θέση ότι το ΠΑΣΟΚ θα κερδίσει γρήγορα το χαμένο έδαφος λόγω της κυβερνητικής φθοράς της ΝΔ και της αποσύνθεσης του ΣΥΡΙΖΑ. Στο ίδιο στρατόπεδο είναι και οι δύο γυναίκες υποψήφιες, η Νάντια Γιαννακοπούλου και η Αννα Διαμαντοπούλου, που παρά τη διαφορά της δημοσκοπικής δυναμικής τους κάνουν κι οι δύο προτάσεις για ένα μεγάλο κυβερνητικό ΠΑΣΟΚ.

Στον αντίποδα είναι το στρατόπεδο  όσων επιδιώκουν ένα κόμμα συμμαχιών, όπως και αν το ονομάζουν – είτε συσπείρωση των κομμάτων της λεγόμενης Κεντροαριστεράς, αίτημα (με άλλα συμφραζόμενα) που είχε διατυπωθεί και αποτύχει την περασμένη δεκαετία, αλλά και αίτημα που επανέρχεται συχνά κάθε φορά με νέο περιεχόμενο.

Η πιο δημοφιλής φαντασίωση αυτού του δεύτερου στρατοπέδου είναι η επίκληση ενός «νέου Επινέ». Αναφέρονται, βέβαια, στο συνέδριο του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος το 1971, έπειτα από μια εκλογική συντριβή, που έγινε στο ομώνυμο προάστιο του Παρισιού. Στο συνέδριο εκείνο χαράχθηκε μια νέα πορεία ενώ οι σοσιαλιστές προώθησαν την προγραμματική σύγκλιση με τους κομμουνιστές. Αυτό το σχήμα γοητεύει τους θιασώτες της μεγάλης, ενωμένης, πληθυντικής Αριστεράς, ενός μεταΣΥΡΙΖΑ (ιδίως τώρα, που ο ΣΥΡΙΖΑ με αρκετή ταχύτητα εκλείπει). Το σχήμα αυτό μοιάζει συσπειρωτικό, αν και του λείπει ένα συστατικό: ο αρχηγός. Το 1971, οι γάλλοι σοσιαλιστές συνύφαναν την πορεία τους με την πορεία στην πολιτική του Φρανσουά Μιτεράν. Στην Ελλάδα, σε ρόλο οιονεί Μιτεράν, οπαδοί ενός «λαϊκού μετώπου» α λα γαλλικά, αυτοπροβάλλονται και ο δήμαρχος Αθηναίων Χάρης Δούκας, και ο Παύλος Γερουλάνος και ο Μιχάλης Κατρίνης.

Οι οιονεί Μιτεράν νομίζουν ότι αυτή είναι η γραμμή που θα κάνει το κόμμα μεγάλο, θεωρούν μάλιστα ότι ήταν κι η γραμμή του μακαρίτη Ανδρέα Παπανδρέου. Ουδέν απατηλότερον.

Ο Ανδρέας μπορεί το πρώτο διάστημα της παρουσίας του να έκλεινε το μάτι στην κομμουνιστική Αριστερά, αλλά δεν το έκανε επιδιώκοντας τη συνύπαρξη μαζί της αλλά για να την «καπελώσει»: να λεηλατήσει τον μύθο της, να καρπωθεί τη συμπάθεια από τη θυματοποίησή της λόγω του μετεμφυλιακού κλίματος.

Στην ουσία, δηλαδή, ο Ανδρέας Παπανδρέου έπαιξε τον ρόλο του κόμματος εξουσίας που προσέφερε ένα χέρι βοήθειας και συμπάθειας στην κομμουνιστική Αριστερά, με αντάλλαγμα την ψήφο μεγάλου αριθμού δυνάμει οπαδών της.

Κατά τα άλλα, ο Ανδρέας ουδέποτε συνέπηξε λαϊκό μέτωπο με το ΚΚΕ ούτε με το ΚΚΕ εσωτερικού. Το περισσότερο που έκανε ήταν να συνεργάζεται στα συνδικάτα, στην τοπική αυτοδιοίκηση και «στον πολιτισμό» με την παραδοσιακή Αριστερά, όπως αποκαλούσαν στο ΠΑΣΟΚ εκείνα τα χρόνια τα δύο κομμουνιστικά κόμματα. Αλλά ως εκεί.

Στην προεκλογική κούρσα για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ είναι καλό αυτά τα πράγματα να ξεκαθαρίζουν: το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα απέρριπτε ριζικά τα λαϊκά μέτωπα και τις στρατηγικές τους. Γι’ αυτό άλλωστε και τα συνθήματά του έκαναν λόγο για «ΠΑΣΟΚ αυτοδύναμο στην εξουσία».