Από τη μια η Moody’s επιλέγει να μη μας αναβαθμίσει και πάλι στις επενδύσιμες οικονομίες, από την άλλη οι παρατηρήσεις που συνοδεύουν την έκθεσή της αυτή τη φορά είναι σε πολύ θετικότερο ύφος από κάθε άλλη τα τελευταία χρόνια. Κάποιοι «υποψιασμένοι» λένε με σιγουριά ότι ο συγκεκριμένος οίκος αξιολόγησης δεν δίνει την επενδυτική βαθμίδα αν και θα ήθελε, γιατί η Ελλάδα είχε αθετήσει μια πληρωμή δανείου και δεν έχει περάσει δεκαετία από τότε. Το 2015 η χώρα πράγματι δεν κατέβαλε κάποιες δόσεις ύψους 50 εκατ. ευρώ προς το ΔΝΤ, λίγο πριν από το περίφημο δημοψήφισμα της κυβέρνησης Τσίπρα. Μπορεί να ισχύει η συγκεκριμένη πληροφορία, μπορεί και να μην ισχύει. Αυτό που κρατάμε είναι ότι η Moody’s άφησε να εννοηθεί αυτή τη φορά ότι θα μας αναβαθμίσει αν συνεχίσουμε να πηγαίνουμε καλά δημοσιονομικά και συνεχίζουμε τις μεταρρυθμίσεις. Αντίθετα θα υποβαθμιστούν οι προοπτικές μας, αν υπάρξουν ενδείξεις αλλαγής πολιτικής ως προς τη δημοσιονομική πειθαρχία, αν φανεί ότι οι μεταρρυθμίσεις δεν αποδίδουν ή επανέλθουν τα προβλήματα στις τράπεζες. Με λίγα λόγια, το βασικό σενάριο είναι ότι είναι θέμα χρόνου να μας δώσει και αυτή την επενδυτική βαθμίδα.
Αυτή είναι η μία όψη της ελληνικής οικονομίας. Αυτής που ακολουθεί και η σημερινή κυβέρνηση με μεγάλη πιστότητα, κάνοντας καλά αυτά που η χώρα έμαθε να κάνει την περίοδο των Μνημονίων, με στόχο να έρθουν στη συνέχεια να την επιβραβεύσουν, παλαιότερα με μια δόση από τους θεσμούς, τώρα με μια αναβάθμιση από τις αγορές. Είναι σαφές ότι αυτή τη δουλειά έχουμε μάθει να την κάνουμε και δεν είναι λίγο.
Υπάρχει όμως και μια άλλη δουλειά, που πρέπει το πολιτικό μας σύστημα να μάθει να την κάνει. Είναι τα προαπαιτούμενα (miles stones) της κοινωνίας. Και εκεί υπάρχει πολλή δουλειά να γίνει. Δίπλα στις χιλιάδες επιχειρήσεις που γνωρίζουν πρωτοφανή άνθηση και κερδοφορία. Υπάρχουν άλλες που δεν έχουν κάνει κινήσεις προσαρμογής, αντιμετωπίζουν ασθενική ζήτηση και δυσκολίες χρηματοδότησης, ενώ επιπλέον το κράτος τούς προσθέτει συνεχώς νέα γραφειοκρατία που δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν λόγω της αδυναμίας τους. Για παράδειγμα, μετά τον «μαραθώνιο» της διασύνδεσης με τα POS, τώρα τρέχουν για το ηλεκτρονικό δελτίο αποστολής με προθεσμίες άπιαστες για… πολυεθνική.
Την ίδια ώρα, για πολλούς έχουν αυξηθεί τα εισοδήματά τους από την εργασία, από τη διαχείριση της περιουσίας τους. Υπάρχουν όμως και χιλιάδες εργαζόμενοι με χαμηλή εξειδίκευση που εργάζονται μεν αλλά με καθηλωμένα εισοδήματα δε, όταν το κόστος ζωής τους έχει αυξηθεί έντονα. Αυτοί είναι αποκλεισμένοι από οποιοδήποτε πρόγραμμα «Σπίτι μου» και ζουν με τον φόβο της αύξησης του ενοικίου από τον ιδιοκτήτη. Σε αυτούς γενικά το αίσθημα φόβου αυξάνεται προοδευτικά.
Προφανώς υπάρχουν ολόκληρες περιοχές που επωφελούνται από την ανάπτυξη της τελευταίας πενταετίας. Υπάρχουν όμως και πολλές άλλες που δεν έχουν ωφεληθεί τουριστικά, που δεν διαθέτουν σοβαρή μεταποίηση, οι οποίες δεν δημιουργούν καλές θέσεις εργασίας. Εκεί τα αδιέξοδα είναι μεγάλα.
Για όλους αυτούς, που βρίσκονται στην άλλη πλευρά, την απέναντι από τις ιστορίες «επιτυχίας», χρειάζεται σχέδιο δημιουργίας βιώσιμων εισοδημάτων. Χωρίς – και – αυτούς η σημερινή θετική τροχιά κινδυνεύει να εξασθενήσει.