Το θέμα καταλάγιασε, σε λίγες μέρες θα κατακαθίσει εντελώς, μετά θα ξεχαστεί. Για να επιστρέψει, ως διαδικασία, ύστερα από λίγο καιρό, με μία άλλη αφορμή. Μιλάω για τον κουρνιαχτό που σηκώθηκε «επί της διαδικασίας» για την πρόταση της Ελλάδας ως προς την υποψηφιότητα καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας στα Οσκαρ. Για να υπενθυμίσω επιγραμματικά τα γεγονότα, τα ονόματα των μελών μιας επιτροπής που δεν είχε την επίσημη έγκριση και υπογραφή του υπουργού Πολιτισμού Ιάσονα Φωτήλα, αποστάλθηκαν – από υπερβάλλοντα ζήλο να υποθέσω; – στα υπό συζήτηση, ακόμη, μέλη. (Και επειδή μιλάμε για ελληνικό Δημόσιο, να επισημάνω ότι αυτή η αποστολή έγινε το μεσημέρι της Κυριακής 11 Αυγούστου, αν αυτό σημαίνει κάτι.) Το υπουργείο ανακάλεσε εκείνη την επιτροπή και όρισε καινούργια. Ομως τα μέλη της προηγούμενης άρχισαν τις καταγγελίες και σε αυτό ενεπλάκη και η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου διά του προέδρου της Λευτέρη Χαρίτου. Οι δημιουργοί των ταινιών έδειξαν περίσσια σπουδή να αποσύρουν την «υποψηφιότητα για υποψηφιότητα» και έτσι έμεινε μόνο η «Φόνισσα» της Εύας Νάθενα η οποία προτάθηκε από τη νέα επιτροπή. Αρχισαν λοιπόν να «την πέφτουν» στη δημιουργό ότι έπρεπε να αποσύρει κι εκείνη την ταινία της και «δεν θα έχανε η Βενετιά βελόνι αν μια χρονιά δεν στέλναμε πρόταση για υποψηφιότητα στα Οσκαρ». Για γκραντ φινάλε είχαμε και μια επίθεση αγνώστων τραμπούκων στο γραφείο του υφυπουργού.
Πίσω όμως από αυτό το μπαράζ των αντεγκλήσεων, το τοπίο είναι γνωστό και ξεκάθαρο. Και κρατάει χρόνια ίδιο κι απαράλλαχτο. Το λεγόμενο αντισυστημικό καλλιτεχνικό λόμπι της Ελλάδας (που, μέσω ιδρυμάτων και φορέων, είναι πιο κατεστημένο από το ίδιο το «σύστημα») ό,τι δεν μπορεί να ελέγξει και να ποδηγετήσει, θέλει να το καταστρέψει, να το κατασπαράξει, να το εξαφανίσει. Είναι κάτι το ομιχλώδες, ένα ιδιότυπο «κίνημα της ομίχλης» που φροντίζει να βαφτίσει «σκάνδαλο» ό,τι δεν ταιριάζει με τις επιθυμίες και τις φιλοδοξίες κάποιων.
Τώρα είναι η Νάθενα (που μπορεί μεν να είναι η δημιουργός, αλλά η ταινία «ανήκει» στην παραγωγό εταιρεία Tanweer και μόνο αυτή μπορεί να την προωθήσει, να την αποσύρει ή, αν θέλει, να την κάψει), χθες ήταν κάποιος άλλος και αύριο θα είναι κάποιος άλλος. Οποιος δηλαδή δεν «μπαίνει στο μαντρί», δεν υπακούει στο συγκεκριμένο πολιτιστικό λόμπι. Το οποίο, μέσω φορέων, λειτουργεί ως συνδικάτο, ανεμίζοντας μάλιστα ένα διάτρητο φλάμπουρο ηθικής και δεοντολογίας.
Γιατί δηλαδή έπρεπε να αποσύρει την ταινία της η Εύα Νάθενα; Επειδή, λένε όσοι το υποστηρίζουν, «έχει ξευτελιστεί η διαδικασία και δεν έχει ηθική και δεοντολογική εγκυρότητα». Οι ίδιοι όμως είναι που την ξευτέλισαν. Ναι, το υπουργείο έκανε κάποιους ατυχείς χειρισμούς. Αυτό όμως απέχει από το σκάνδαλο και το καλλιτεχνικό πραξικόπημα.
Η Μις Μαρπλ στον ελληνικό κινηματογράφο
Για τι ακριβώς κατηγορείται το υπουργείο; (Και εδώ θα υιοθετήσω την τακτική της Μις Μαρπλ που έλεγε ότι μόνο αν προσπαθείς να απαντήσεις στο κάθε «γιατί;» θα φτάσεις στην αλήθεια.) Διότι, λένε, ήθελε να επιβάλει τη «Φόνισσα». Ας πούμε λοιπόν ότι είναι έτσι. Γιατί δεν όριζε, εξαρχής, μια «μιλημένη» επιτροπή; Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα στην Ελλάδα; Αντε καλέ. «Μιλημένες» είναι πολλές τέτοιου είδους «επιτροπές» κι ας μην έχει ανταλλαχθεί κουβέντα.
Αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ήταν σαφές ποια ταινία θα πρόκριναν τα μέλη της πρώτης επιτροπής για υποψηφιότητα στα Οσκαρ. Κάτι ανάλογο έγινε και στα φετινά βραβεία της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου όπου η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη δεν πήρε το βραβείο πρώτου γυναικείου ρόλου για τη «Φόνισσα». Οπως δεν το είχε πάρει ούτε για την «Ευτυχία». Σημειωτέον ότι παραγωγός και της «Φόνισσας» και της «Ευτυχίας» ήταν ο Διονύσης Σαμιώτης. Ο οποίος ήταν παραγωγός και της «Σμύρνη μου αγαπημένη» και τη χρονιά που ήταν ανάμεσα στις προτάσεις για τη συμμετοχή της Ελλάδας στα Οσκαρ προκρίθηκαν τα «Μαγνητικά πεδία». Μια ενδιαφέρουσα ταινία, γυρισμένη ωστόσο με κινητό.
Σε αυτή τη χώρα έτσι λειτουργούν οι «κριτές», κυρίως στα καλλιτεχνικά. Πριμοδοτούν και ενίοτε επιβάλλουν όχι αυτό που ταιριάζει, ανάλογα με την περίπτωση, αλλά αυτό που τους αρέσει. Ή τους εξυπηρετεί. Ή μπορούν να ποδηγετήσουν.