Το πιο δύσκολο πράγμα, το έχουμε ξαναπεί, για όποιον διαθέτει ένα οποιοδήποτε προϊόν ή υπηρεσία στην αγορά είναι να βρει τη σωστή τιμή. Από το αν θα τιμολογήσει σωστά ή λάθος παίζεται η επιτυχία της επιχείρησής του. Σε γενικές γραμμές τρία πράγματα προσέχουν όλοι κατά την τιμολόγηση. Τα μεταβλητά κόστη, όπως το κόστος υλικών και το κόστος εργασίας. Τα πάγια έξοδα, λογαριασμοί κοινής ωφέλειας, ενοίκια και άλλα. Και το επιθυμητό περιθώριο κέρδους.

Πόσα δηλαδή θέλει ο επιχειρηματίας να μείνουν ως κέρδος στα ταμεία της επιχείρησής του. Τα δύο πρώτα είναι πολύ σημαντικά για μια σωστή τιμολόγηση, καθώς αποτελούν τη βάση συζήτησης.

Το κρίσιμο ωστόσο είναι το τρίτο, καθώς ο πωλητής θα πρέπει να κρίνει αν οι πιθανοί πελάτες θα μπορούν άνετα να πληρώσουν το ποσό που θα ζητήσει. Ιδανικά η τιμή που θα οριστεί θα πρέπει να εξασφαλίζει την επαναληπτικότητα των αγορών, μέσω και της ικανοποίησης του πελάτη, σε σχέση πάντα και με τις προσφερόμενες υπηρεσίες.

Στον ελληνικό τουρισμό σε δύο πρωτοπόρα από πλευράς κίνησης και απήχησης νησιά, τη Μύκονο και τη Σαντορίνη, οι επιχειρήσεις τους, για την ακρίβεια οι επιχειρηματίες, απέτυχαν να τιμολογήσουν σωστά φέτος. Επέδειξαν αλαζονεία και αμετροέπεια στο να προσδιορίσουν τις αντοχές της αγοράς τους.

Υπερεκτίμησαν τη δυναμική της προηγούμενης διετίας. Το αποτέλεσμα είναι να το «πληρώσουν» φέτος και αν δεν ψαχτούν περισσότερο, να προσδιορίσουν ακριβώς τις αντοχές της αγοράς τους, σε σχέση με τις προσφερόμενες υπηρεσίες, θα το «πληρώσουν» και τα επόμενα χρόνια.

Τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής επιβεβαίωσαν αυτό που υπήρχε ως αίσθηση στην τουριστική αγορά. Στη Μύκονο οι εισπράξεις σε καταλύματα και εστίαση τον Ιούλιο κατέγραψαν πτώση 7,8%, ενώ στη Σαντορίνη η πτώση έφτασε το 6,7%. Η κατάσταση από την αίσθηση που υπάρχει και από τα στοιχεία των αεροπορικών αφίξεων ήταν ίδια και χειρότερη τον Αύγουστο.

Είναι γνωστό ότι μπροστά στην εικόνα των άδειων δωματίων οι επιχειρηματίες «έτρεξαν» να μειώσουν τις τιμές, ακόμα και μέσα στον Δεκαπενταύγουστο, αλλά το «πουλάκι», δηλαδή οι πελάτες, είχε πετάξει. Ηταν εντυπωσιακό ότι με τιμές πολύ χαμηλότερες των αρχικών οι τουρίστες-πελάτες προτιμούσαν να επιμείνουν στην επιλογή τους να μην επισκεφθούν τα δύο νησιά ακόμα και αν χρειαζόταν να πληρώσουν ακριβότερα για ένα δωμάτιο, για παράδειγμα στην πολύ μικρότερη Κίμωλο. Ούτε λόγος για την επίσης κυκλαδίτικη Πάρο, που έτρεξε με ρυθμό ανόδου 20% και 30%, μέσα στο καλοκαίρι.

Τα μηνύματα σε αυτά τα δύο νησιά είχαν εμφανιστεί από τις προκρατήσεις τον περασμένο Απρίλιο, όταν η πτώση έφτανε το 28% στη ζήτηση και το 18% στις διεθνείς αναζητήσεις για καταλύματα σε σχέση με έναν χρόνο πριν. Αρα οι πελάτες τους είχαν φύγει δυσαρεστημένοι το 2023 και οι άμεσα ενδιαφερόμενοι το κατάλαβαν πλήρως έναν χρόνο μετά, όταν είδαν να ξεμένουν από κρατήσεις.

Το πάθημα των επιχειρήσεων φιλοξενίας και εστίασης στη «βιτρίνα» του ελληνικού νησιού, τη Μύκονο και τη Σαντορίνη, δείχνει πόσο ευαίσθητο είναι το τουριστικό προϊόν. Είναι κάτι που μπορεί να εμφανιστεί σε οποιονδήποτε προορισμό κάνει λάθος στην τιμολόγηση σε σχέση με αυτό που αντέχει η πελατεία του. Και τέτοιου είδους λάθη συνήθως συνοδεύονται από λουκέτα και λιγότερες θέσεις εργασίας…