Το χόμπι του είναι να επινοεί καινούργιες έννοιες, το κάνει από μικρός. Νέος Ρεαλισμός, Νέος Διαφωτισμός, νεοϋπαρξισμός: στο Πανεπιστήμιο της Βόννης όπου διδάσκει σύγχρονη φιλοσοφία, οι φοιτητές του λένε ότι o Γκάμπριελ έχει εμμονή με το «νέο». Αυτό που λείπει όμως, λέει ο ίδιος σε μια συνέντευξή του στην «El País», «είναι μια θετική έννοια που συνδέει τους πόλους, κάτι που βρίσκεται ανάμεσα και πέρα από την Αριστερά και τη Δεξιά. Χρειαζόμαστε μια πολιτική του “ανάμεσα”. To κέντρο δεν υπάρχει. Ούτε η περιφέρεια. Τι υπάρχει; Η μεγάλη πρόκληση για τη φιλοσοφία τις επόμενες δεκαετίες είναι να αναπτύξει μια θετική έννοια του “ανάμεσα”».
Σύμφωνα με τον Γκάμπριελ, ζούμε σε μια νέα (αλίμονο!) μετανεωτερικότητα, την οποία εκείνος αποκαλεί μετα-μετανεωτερικότητα. «Η ψηφιακή κοινωνία έχει μεταμορφώσει τον δημόσιο χώρο σε ένα Matrix όπου είναι αδύνατο να κάνεις διάκριση ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη μυθοπλασία. Οι διαφορετικές ερμηνείες ενός έργου τέχνης είναι θεμιτές (εγώ ερμηνεύω μια ταινία του Αλμοδόβαρ διαφορετικά από έναν Ισπανό), κάτι που δεν συμβαίνει με τις διαφορετικές ερμηνείες της πραγματικότητας, αφού ορισμένες είναι ακριβείς και άλλες είναι ανακριβείς. Στο Διαδίκτυο, όμως, η πραγματικότητα και η μυθοπλασία συγκροτούν ένα υβρίδιο. Αυτή είναι η νέα κατάσταση, ιδιαίτερα με την τεχνητή νοημοσύνη».
Τέτοιου είδους παρατηρήσεις έχουν κάνει αρκετοί διανοητές. Αυτό που κάνει τον 44χρονο Γκάμπριελ να διαφέρει είναι η αισιοδοξία του. «Είναι γεγονός πως το συναίσθημα σήμερα είναι σημαντικότερο από την αλήθεια. Οσοι ακολουθούν τον Μασκ, τον Τραμπ και τέτοιου είδους ανθρώπους δεν ενδιαφέρονται για την αλήθεια. Ο φιλόσοφος Χάρι Φράνκφουρτ αποκαλεί αυτό το φαινόμενο “σαχλαμάρα”: μια μορφή ομιλίας που δεν ενδιαφέρεται για την αλήθεια, χωρίς να είναι ταυτόχρονα και ψευδής. Προσωπικά, όμως, πιστεύω ότι η πολιτική της σαχλαμάρας πεθαίνει. Ολα θα εξαρτηθούν φυσικά από τις εκλογές στην Αμερική κι από την έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία».
Πίσω από τις λέξεις του Τραμπ υπάρχει κάποιο δόγμα; «Οχι. Ο Χίτλερ, ο Φράνκο, ο Μάο, είχαν ένα δόγμα, νοσηρό μεν, που είχε όμως μια λογική. Ο Τραμπ και ο Πούτιν, όχι. Αντί για δόγματα έχουμε σήμερα συμφέροντα και τα συμφέροντα αυτά είναι κοινότοπα, είναι σαν μια φάρσα του μαρξισμού. Η μαρξιστική ανάλυση του ιδεολογικού λόγου έβλεπε σχέσεις ανάμεσα στις λέξεις και τα συμφέροντα, ενώ στην περίπτωση του Τραμπ και του Μασκ βλέπουμε έναν νεοφιλελευθερισμό χωρίς δόγμα, ωμά συμφέροντα, συχνά εγκληματικά. Οσο για τον Πούτιν, κανείς δεν ξέρει τι θέλει, ούτε καν ο ίδιος. Κι αυτό είναι πολύ επικίνδυνο, γιατί όταν η απλή βλακεία ανακατεύεται με την πραγματικότητα, όπως γίνεται σήμερα στην Ουκρανία, το αποτέλεσμα είναι απρόβλεπτο». Παρ’ όλα αυτά, ο Μάρκους Γκάμπριελ είναι αισιόδοξος. Για έναν ακόμη λόγο: επειδή τα δίκτυα πεθαίνουν. «Οταν ο Μασκ κατέστρεψε το Twitter, άνοιξα ένα μπουκάλι σαμπάνια. Εκείνος βέβαια ξεκίνησε αλλιώς, αλλά κατάφερε να ξεπαστρέψει το Twitter, για το οποίο υπήρχε η ψευδαίσθηση ότι ήταν μια προοδευτική μηχανή ενημέρωσης και συζήτησης. Σήμερα συμπεριφερόμαστε σαν να υπάρχει ακόμη, αλλά δεν υπάρχει, είναι ένα ζόμπι. Το Χ είναι ένα ζόμπι του Twitter. Το Facebook έσβησε. Τη μεγαλύτερη επιρροή την ασκούν το TikTok και το Instagram, αλλά είναι σαφές ότι δεν υπάρχει γι’ αυτά η ψευδαίσθηση της αλήθειας. Γιατί δεν δημιουργούμε άραγε ένα νέο δίκτυο, την Αgora, για να ανταλλάσσουμε ιδέες, όπως θέλαμε να γίνεται με το Twitter;». Οι μεγάλοι φιλόσοφοι όπως ο Καντ και ο Νίτσε, συνεχίζει ο Γκάμπριελ, θεωρούσαν ότι η πραγματικότητα είναι κάτι ακατανόητο και γι’αυτό ανέπτυξαν μια σκέψη απομονωμένη από την πραγματικότητα. Αυτό σήμερα είναι επιζήμιο, γιατί ευνοεί τον ανταγωνισμό έναντι της συνεργασίας. Ο Νέος Ρεαλισμός επιδιώκει να προωθήσει ένα νέο όραμα του καλού, κάτι που μας ενώνει πέρα από την προοδευτική στράτευση κατά της Ακροδεξιάς. Η ενότητα στη μάχη κατά των τρελών δεν είναι αρκετή. Πρέπει να επιστρέψουμε στην πραγματικότητα.
«Πρέπει να καταλάβουμε ότι ο λόγος που προοδεύει η Ακροδεξιά ενώ είναι ακόμη νωπές οι μνήμες του ναζισμού είναι επειδή προσφέρει ένα όραμα του καλού», καταλήγει ο γερμανός φιλόσοφος. «Πρόκειται φυσικά για ένα ψευδές όραμα που στηρίζεται στον αποκλεισμό και την ξενοφοβία, μια καρικατούρα του καλού. Είναι όμως ένα όραμα. Η Αριστερά, αντιθέτως, δεν προσφέρει παρά έναν συμβιβασμό. Και ο συμβιβασμός αποτελεί προϋπόθεση του καλού, δεν ταυτίζεται με το καλό. Ο κόσμος θέλει κάτι παραπάνω και η Ακροδεξιά προσφέρει μια φάρσα του καλού. Αυτή είναι η στρατηγική της. Αλλά δεν πιστεύω ότι η ξενοφοβία, ο μισογυνισμός και ο ρατσισμός έχουν μέλλον. Οπως δεν πιστεύω ότι έχει μέλλον η πολιτική της ταυτότητας: η απελευθέρωση πρέπει να επικεντρωθεί στη διαφορά, όχι στην ταύτιση».