Οσο η κυβέρνηση περιμένει τον αντίπαλο πόλο από τα αριστερά του πολιτικού φάσματος στον αναμενόμενο νέο συσχετισμό δυνάμεων αφότου ολοκληρωθούν οι διεργασίες σε ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, τόσο κινητοποιείται απέναντι στις «δεξιές» πιέσεις. Αυτές αποδεικνύεται (αλλά και… μετριέται σε κυλιόμενες μετρήσεις) ότι είναι πολλών ταχυτήτων, αναγκάζοντας το Μαξίμου σε διαρκή χαρτογράφησή τους και προσαρμογή.
Προέρχονται μάλιστα από δύο «πηγές». Αρχικά είναι τα κόμματα δεξιότερα της ΝΔ, τα οποία κατέγραψαν αυξημένες επιδόσεις στην ευρωκάλπη και εξακολουθούν δημοσκοπικά να κρατούν ή και να ενισχύουν τα ποσοστά τους, με το Μαξίμου πάντως να «ζυγίζει» την κατάσταση… αθροιστικά, θέλοντας να κρατιέται το συνολικό ποσοστό αυτών των κομμάτων κάτω του 20%.
Επειτα είναι η δεξιά πτέρυγα της ΝΔ, η οποία δείχνει αποφασισμένη να εκφράζεται επί του… πεδίου (ενδεικτική η αιχμηρού ύφους ερώτηση-«αντάρτικο» 11 βουλευτών για τα κόκκινα δάνεια), διατυπώνοντας επιφυλάξεις για την κατεύθυνση της παράταξης και προσδοκώντας να ρυμουλκήσει την κυβερνητική ατζέντα σε πιο συντηρητικά πεδία. Ως αποτέλεσμα το Μαξίμου οδηγείται σε ανασχεδιασμούς ως προς την αντιμετώπιση της δεξιάς «αντιπολίτευσης» και σε κάθε περίπτωση αναζητά βαλβίδες αποσυμπίεσης, προκειμένου να μην πλήττεται η βασική προσπάθειά του: η επιχείρηση βελτίωσης της εικόνας της κυβέρνησης στην κοινωνία.
Μηδενική στοχοποίηση
Εξού και ο Κυριάκος Μητσοτάκης κινείται με συνταγή μηδενικής στοχοποίησης (των αντιπάλων του), χαμηλών τόνων (έναντι των εσωκομματικών τριβών) και προβολής αποκλειστικά της γαλάζιας ατζέντας. «Η αποτελεσματικότητά μας μετράει, έτσι γυρνάει το κλίμα» σχολιάζει λακωνικά κυβερνητικός παράγοντας. Εδώ και εβδομάδες ο Μητσοτάκης αποφεύγει συνειδητά τα πυρά προς την αντιπολίτευση («δεν υπάρχει εναλλακτική πρόταση» είναι προσώρας το νέο μότο), τροποποιώντας την προεκλογική στρατηγική που περιλάμβανε κατά μέτωπο επίθεση στους αντιπάλους από τα δεξιά.
Αντίθετα, όπως έδειξε και από τη ΔΕΘ, επιχειρούνται προσεκτικές επαναπροσεγγίσεις ακροατηρίων που βρέθηκαν σε ψυχική απόσταση από τη ΝΔ, κατευθυνόμενα δεξιότερα. «Δεν θα είμαι εγώ αυτός ο οποίος θα κατηγοριοποιήσει όλους τους πολίτες οι οποίοι έχουν επιλέξει τέτοιους σχηματισμούς ως ακροδεξιούς ούτε όλα τα κόμματα κατ’ ανάγκη ως ακροδεξιά» έλεγε ο Μητσοτάκης από το Βελλίδειο. Και διαχώριζε το να «διαφωνεί κάποιος με κάποιες αξιακές επιλογές της κυβέρνησης» από το να «αναπαράγει απίθανες θεωρίες συνωμοσίας, οι οποίες υπάρχουν μόνο στο φαντασιακό κάποιων, που ταυτόχρονα όμως δηλητηριάζουν την ελληνική κοινωνία».
Οι εκλογικές δεξαμενές
Είναι σαφές ότι με τη δική της ατζέντα στο Μεταναστευτικό, την αμυντική θωράκιση και τα εισοδήματα η κυβέρνηση προσπαθεί να προλάβει την εκμετάλλευση αυτών των θεμάτων από τα δεξιότερα κόμματα, που ήδη στις ευρωεκλογές πέτυχαν καλές επιδόσεις. «Το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό αλλά αφορά τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες και συνδέεται τόσο με την άνοδο της αντισυστημικής ψήφου που προκαλεί η διεύρυνση των οικονομικών ανισοτήτων όσο και με το συνεχιζόμενο αντιμεταναστευτικό ρεύμα που βρίσκεται ξανά σε έξαρση» σχολιάζει στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο» ο διευθυντής ερευνών της GPO Αντώνης Παπαργύρης.
Ωστόσο στην ελληνική περίπτωση, όπως λέει, τα κόμματα αυτά αποτελούν «δημιουργήματα και οχήματα προσωπικών φιλοδοξιών των ηγεσιών τους οι οποίες φαίνεται δύσκολο να μπορέσουν να τιθασευτούν και να υποχωρήσουν μπροστά σε έναν πιθανό στόχο σύμπτυξης ενός ενιαίου λαϊκού δεξιού μετώπου». Και όσο κι αν κάτι τέτοιο είναι υπαρκτό ως ενδεχόμενο, «οι περισσότερες πιθανότητες κατατείνουν», σύμφωνα με τον Παπαργύρη, «στη διατήρηση ενός κατακερματισμένου σκηνικού». Λένε πολλά οι διαφοροποιήσεις που υπάρχουν ως προς τα ακροατήρια.
«Παρατηρούμε έναν μεγαλύτερο πλουραλισμό δυνάμεων στην Ελληνική Λύση που αντλεί μεν τους περισσότερους ψηφοφόρους από τη Δεξιά και την Ακρα Δεξιά, καταγράφει ωστόσο αξιοσημείωτη διείσδυση στους κεντρώους και κεντροδεξιούς» αναλύει ο Παπαργύρης. Από την ανάλυση της σύνθεσης ψήφου προκύπτει επίσης ότι ο Κυριάκος Βελόπουλος έχει κατά βάση ανδρικό κοινό μεγαλύτερων ηλικιακών ομάδων, ενώ σε ανδρική βάση απευθύνεται και η Αφροδίτη Λατινοπούλου. Για τη Φωνή Λογικής όμως βασικές δεξαμενές είναι οι ηλικίες 17-24 ετών και 35-44 ετών, ενώ στη ΝΙΚΗ η πολυπληθέστερη ομάδα ψηφοφόρων είναι οι γυναίκες 45-54 ετών. Αναλυτές συμφωνούν – αλλά και το αναγνωρίζουν στο Μαξίμου – ότι ο Βελόπουλος έχει πλέον «μπετονάρει» τη δική του βάση, ένα ποσοστό έως 8%, που άρα δεν θεωρείται πια διεκδικήσιμο. Αντίθετα, ένα κομμάτι από τους ψηφοφόρους που πέρασε στο κόμμα της Λατινοπούλου, απογοητευμένο από επιλογές της ΝΔ, εκτιμάται από το γαλάζιο στρατόπεδο ότι μπορεί να ξανακερδηθεί.
Οι «παραταξιακοί»
Σε ό,τι αφορά τη δεξιά πτέρυγα της ΝΔ, «φωνές» που έμεναν μέχρι πρότινος στο παρασκήνιο… απελευθερώθηκαν έπειτα από τις ευρωεκλογές: προσωπικές πικρίες, ανησυχία για παραγκωνισμό της λαϊκής Δεξιάς, δυσαρέσκεια για κυβερνητικές επιλογές και συμπεριφορές έως για συγκεκριμένα πρόσωπα. Αυτό το εσωτερικό μπρα ντε φερ φέρνει στο προσκήνιο «παραταξιακούς», που πιστεύουν ότι με τις παρεμβάσεις τους θωρακίζουν τον «χαρακτήρα» της ΝΔ και ότι εκφράζουν τις παραδοσιακά δεξιές θέσεις που έως τώρα έχουν αγνοηθεί χάριν μιας κεντρώας συμμαχίας.
Μπορεί το Μαξίμου να απορρίπτει αιτήματα για «δεξιά στροφή» στην κυβερνητική πολιτική, ωστόσο είναι βέβαιο ότι γίνεται στροφή στο κόμμα και ότι επιχειρείται περισσότερη ζύμωση κυβέρνησης – βουλευτών – κομματικών στελεχών. Ενδεικτικές οι συνεννοήσεις του γραμματέα της γαλάζιας Κοινοβουλευτικής Ομάδας Σταύρου Καλαφάτη με υπουργούς προκειμένου να δρομολογηθούν συναντήσεις τους με βουλευτές, αλλά και η εισήγηση των επιτελών της Πειραιώς για μεγαλύτερη γαλάζια διαβούλευση στη διαμόρφωση των νομοσχεδίων.