Δεν ξέρω σε τι μαγαζί πίστευε ότι ερχόταν, όταν ερχόταν στον ΣΥΡΙΖΑ, ο Κασσελάκης. Το βέβαιο είναι ότι, τώρα, ίσως έχει καταλάβει τι γίνεται στην περιοχή της αριστερής καμαρίλας, όπου δηλαδή διακυβεύεται χρήμα και δύναμη (συχνά καθόλου χρήμα, εξίσου συχνά όχι πραγματική δύναμη αλλά συμβολισμός δύναμης).
Μπορεί να κυριαρχεί η κωμωδία στις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ αλλά, ταυτόχρονα, κυριαρχεί και η ανθρωποφαγία. Οποιος νικάει βαράει. Ο Κασσελάκης που ήθελε να διαγράψει τον Σπίρτζη εξέπεσε από τον Παππά και τους τσιπρικούς. Υστερα, άρχισαν να κάνουν σόου οι αδύναμοι κρίκοι – η Νοτοπούλου, η Ακρίτα –, την ίδια στιγμή που οι μηχανισμοί προσπαθούσαν, μέσω μιας στρατηγικής νομιμοφάνειας, να αποκλείσουν τον Κασσελάκη από την εκ νέου έκθεσή του ως υποψηφίου. Στο μεταξύ, τα σκάγια πήραν τον Ζαχαριάδη, με αφορμή κάτι λεφτά με τα οποία διευθέτησε εκλογικές ανάγκες στις δημοτικές εκλογές. Και έπεται συνέχεια: αποκλεισμοί, βρισιές, συκοφαντίες, κλωτσιές κάτω απ’ τη ζώνη.
Ολα αυτά δεν είναι καινούργια. Η Αριστερά, ανέκαθεν, είχε τέτοια περιστατικά, φαγωμάρα για το ποιος θα έχει το πάνω χέρι. Δεν υπάρχει ηγετική προσωπικότητα, σε οποιαδήποτε φάση της ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα, που να μην έχει χαρακτηριστεί χαφιές. Μάλιστα, στις δύσκολες καμπές της ιστορίας, οι πολιτικές συγκρούσεις κατέληγαν σε βιαιοπραγίες, ακόμα και σε θανάτους. Στο όνομα της ιδεολογίας ή στο όνομα της παραβίασης της γραμμής, μιας παραβίασης που υπαγορευόταν από εχθρούς: την ασφάλεια, το κράτος, τους ξένους, τα αντεπαναστατικά στοιχεία.
Κάπως έτσι, οι τροτσκιστές (αρχειομαρξιστές), οι οποίοι από το 1927 βρίσκονταν συνεχώς σε σύγκρουση με την κυρίαρχη τάση στο ΚΚΕ, βρέθηκαν σε δυσμένεια και, ιδίως τα χρόνια του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου και του εγκλεισμού τους στην Ακροναυπλία, υπέστησαν διπλό διωγμό, του κράτους και του κόμματος. Η διαμάχη αυτή σοβούσε και στη διάρκεια της Κατοχής και το 1944, την εποχή των Δεκεμβριανών, η δράση τους υπέρ μιας παγκόσμιας επανάστασης στιγματίστηκε και πολλοί δολοφονήθηκαν («εκτελέστηκαν» κατά το ιδιόλεκτο της κομμουνιστικής Αριστεράς) από την ΟΠΛΑ.
Ανάλογη τύχη επιφυλάχθηκε σε φυγάδες από την Ελλάδα του Εμφυλίου, οι οποίοι μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας κατέφυγαν στο χωριό Μπούλκες, στα εδάφη της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας. Το χωριό έγινε προσπάθεια να λειτουργήσει, από το 1946, ως αυτάρκης ελληνική κοινότητα κομμουνιστών, γρήγορα όμως δημιουργήθηκε κομματική νομενκλατούρα νομιμοφρόνων στο κόμμα που, με χαφιεδισμό και βία, κυβερνούσε αυταρχικά. Και όσους έπεφταν σε δυσμένεια, αφού χαρακτηρίζονταν «φραξιονιστές», «αλήτες», «εχθροί του λαού», «πράκτορες της Ιντέλιτζενς Σέρβις», «σκουλήκια», είτε τους εκτόπιζαν είτε τους έστελναν στην Ελλάδα, όπου τους επιφυλασσόταν τύχη στασιαστών. Πολλοί δολοφονήθηκαν και τα σώματά τους πετάχτηκαν σε πηγάδια. Ανάμεσα στους δολοφονηθέντες, ο παλαιότερα διευθυντής του «Ριζοσπάστη» Κωνσταντίνος Καραγιώργης, ο οποίος συνελήφθη το 1954, ανακρίθηκε σε φυλακές της Ρουμανίας και πέθανε από βασανιστήρια. Το κόμμα, πάντως, είχε προλάβει να τον χαρακτηρίσει «ύποπτης ποιότητας αριβίστα».
Ιστορική είναι και η αναφορά στον «αντιζαχαριαδικό» (και ανανεωτή) Πάνο Δημητρίου, ο οποίος, σε στημένο κομματικό καβγά μεγάλης έκτασης το 1955, έχασε από δαγκωματιά το αφτί του!
Τέτοια περιστατικά δεν έχουμε, ευτυχώς, στον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά οι συμβολισμοί του ανοίκειου σπαραγμού ανακαλούν ακριβώς αυτά και πολλά ακόμα επεισόδια ενός βίαιου ενδοκομμουνιστικού πολέμου. Ενός πολέμου που κάνει αποσυνάγωγους τους χθεσινούς θεούς της επανάστασης – και δεν καλύπτεται από το λεγόμενο «ηθικό πλεονέκτημα». Σε αυτό το πεδίο παίζει ο Κασσελάκης. Δεν ήξερε;
Θα μάθει.