Δεν προξενεί εντύπωση ότι, στο προχθεσινό debate, η Αννα Διαμαντοπούλου ήταν στο στόχαστρο των άλλων υποψηφίων για την προεδρία του ΠΑΣΟΚ. Ηταν φυσικό, επειδή η συμμετοχή της στην κούρσα ήταν ο καταλύτης στην όλη διαδικασία, το στοιχείο που έβαλε το μέτρο της πραγματικότητας στις ονειροφαντασίες για την ανάκτηση του χαμένου μεγαλείου του ΠΑΣΟΚ.

Να εξηγήσω αμέσως πώς το εννοώ. Ο «προγραμματικός» λόγος όλων των υποψηφίων ήταν κοινός. Ολοι τους επαναλάμβαναν μέχρι σκασμού ότι οραματίζονται ένα μεγάλο, ισχυρό ΠΑΣΟΚ, που θα πρωταγωνιστεί ξανά και άλλα ηχηρά παρόμοια. Ουσιαστικά, δηλαδή, μετρούσαν τα οράματά τους: «Εγώ έχω το μεγαλύτερο όραμα για το ΠΑΣΟΚ», έλεγε ο ένας, «όχι, το δικό μου είναι μεγαλύτερο», πεταγόταν ο άλλος. Κάπως έτσι τέλος πάντων. Ομως, η συζήτηση για ένα μεγάλο ΠΑΣΟΚ που θα κυβερνήσει ξανά τη χώρα υποβάλλει, εκ των πραγμάτων, το ερώτημα ποιος θα είναι ο πρωθυπουργός. Στο σημείο αυτό μπαίνει η κ. Διαμαντοπούλου στην εικόνα και ξαφνικά αλλάζει το παιχνίδι, διότι από όλους του υποψηφίους εκείνη προφανώς είναι η καταλληλότερη για να γίνει πρωθυπουργός. Εκείνη έχει το μακρύ βιογραφικό, την ευρωπαϊκή πείρα, τις δάφνες και τις περγαμηνές. Οπότε ξαφνικά βλέπεις τους υπόλοιπους με διαφορετικό μάτι: έρχονται στα πραγματικά μέτρα τους. Αυτή η αλλαγή δυναμικής αποτυπώθηκε και σε ορισμένες μετρήσεις, που έφεραν την κ. Διαμαντοπούλου να περνά τρίτη, πάνω από τον Παύλο Γερουλάνο.

Φυσικά, δεν υπάρχει περίπτωση να εκλεγεί η κ. Διαμαντοπούλου. Μπορεί να είναι η καταλληλότερη και η ικανότερη, αλλά φοβάμαι ότι δεν μπορεί να πείσει τους πασόκους για τη γνησιότητά της. Προσωπικώς, εκτιμώ πολύ την κ. Διαμαντοπούλου, επειδή ανήκει στη σπάνια κατηγορία πολιτικών που εξελίχθηκαν και βελτιώθηκαν μέσα από τη διαδρομή τους. Λυπάμαι όμως που δεν μπορώ να πω το ίδιο για το ΠΑΣΟΚ. Οπως το Ισλάμ ως θρησκεία έγινε εσωστρεφές και συντηρητικοποιήθηκε μετά την καταστροφή που επέφεραν οι επιδρομές των Μογγόλων, κάτι παρόμοιο υπέστη και ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ, όσοι δηλαδή άντεξαν και έμειναν μετά το 2015. Το σημερινό ΠΑΣΟΚ είναι εσωστρεφές, διέπεται από μια νοοτροπία «μπούνκερ», επειδή έφτασε στο χείλος του αφανισμού και μετά βίας κατάφερε να γλιτώσει. Καλώς ή κακώς, είτε μας αρέσει είτε όχι, το εξωστρεφές ΠΑΣΟΚ, του είδους που εκπροσωπεί η κ. Διαμαντοπούλου, σήμερα μετέχει στην κυβέρνηση Μητσοτάκη.

ΧΑΡΗ, ΧΑΣΑΜΕ!

Δεν το είδα. Επικοινώνησα με τον γιατρό μου, τον ρώτησα και με συμβούλευσε να μην το δω, εφόσον υπήρχε ο κίνδυνος να εκνευριστώ. Οπότε κι εγώ, δεν το είδα. Την επομένη μόνο, διάβασα προσεκτικά τη σύνοψη του ντιμπέιτ, τα «best of» της αναμέτρησης των έξι. Εξάλλου ο περισσότερος κόσμος θα κρίνει με βάση αυτά. Οσο και αν υποτίθεται ότι η τηλεθέαση ξεπέρασε τις προσδοκίες, δεν νομίζω ότι ήταν πολλοί εκείνοι που κάθισαν και τις τρεις ώρες μπροστά στην τηλεόραση να βλέπουν ΠΑΣΟΚ. Παρ’ όλα αυτά καταλαβαίνω – και δεν εκπλήσσομαι καθόλου – ότι ο χαμένος της υπόθεσης ήταν ο Χάρης Δούκας.

Ηταν πρόχειρος, αδιάβαστος και ανειλικρινής, με την έννοια ότι απέφευγε να απαντά ευθέως σε ό,τι δεν τον συνέφερε. Η δε απάντησή του για τον σταθμό του μετρό στα Εξάρχεια ήταν μνημειώδης: μάθαμε ότι ο δήμαρχος Αθηναίων στέκεται στο πλευρό των κατοίκων, επειδή «ανοίγουν την πόρτα τους και βλέπουν λαμαρίνα». Πόσο σκληρό, αλήθεια, να βλέπεις λαμαρίνα έξω από την πόρτα σου! Αλλά και πόσο άνθρωπος είναι ο Χάρης Δούκας! Η βασική συνεισφορά του στη βραδιά, νομίζω, ήταν ότι εκπροσώπησε επαρκώς τον ΣΥΡΙΖΑ. Ατύπως και ακουσίως, φυσικά, δεν υπονοώ τίποτε το μεμπτό. Ομως, σ’ εμένα τουλάχιστον, η επιπολαιότητα με την οποία ο κ. Δούκας τσαλαβουτούσε στα θέματα παρέπεμπε στον ΣΥΡΙΖΑ. Τι να κάνουμε; Αυτό είναι το στυλ του, τέτοιος είναι ο άνθρωπος.