Θησαυροί και ναυάγια πηγαίνουν χέρι χέρι – αλλά ποια είναι τα πιο μεγαλοπρεπή και ιστορικά σημαντικά αντικείμενα που έχουν ανασυρθεί ποτέ και τι μας αποκαλύπτουν; Ο διευθυντής της ομάδας που ανακάλυψε το πλοίο του Ερνστ Σάκλετον «Endurance», αρχαιολόγος με ειδίκευση στην υποθαλάσσια έρευνα, Μένσουν Μπάουντ έχει γράψει νέα κεφάλαια στην παγκόσμια ναυτική ιστορία μέσω των αντικειμένων που έχει ανασύρει από τον βυθό και αποκαλύπτει μερικά από τα πιο σημαντικά και περίεργα με αφορμή το βιβλίο που κυκλοφόρησε σήμερα «Θαύματα στον βυθό» και το οποίο συνυπογράφει με τον Μαρκ Φρέρι.
Ενα κανόνι που πυροβόλησε στη µάχη του Τραφάλγκαρ
Το πλοίο του βασιλικού ναυτικού «Αγαμέμνων» υπήρξε το αγαπημένο του ναυάρχου Νέλσωνα, με το οποίο πολέμησε για πρώτη φορά τους Γάλλους και εκεί γνώρισε τον έρωτα της ζωής του, τη λαίδη Χάμιλτον. Το πλοίο ήταν παρόν στην Αμερικανική και τη Γαλλική Επανάσταση και στη ναυμαχία του Τραφάλγκαρ. Αργότερα προσάραξε στις ακτές της Ουρουγουάης, ενώ κυνηγούσε έναν στόλο γαλλικών πλοίων. «Μπόρεσαν να διασώσουν όλα τα κανόνια εκτός από ένα. Στα αρχεία υπάρχει μια πολύ σαφής περιγραφή τού πώς έριξαν ένα κατά λάθος στο νερό», λέει ο Μπάουντ.
Το 1997, βρήκε το χαμένο κανόνι χρησιμοποιώντας μια συσκευή ηχοεντοπισμού. «Δεν περιμέναμε πραγματικά να το βρούμε. Αλλά ξεχώριζε: ένα κανόνι του οποίου ήταν ορατή η πλάγια όψη».
Αφού αφαιρέθηκε η κρούστα διάβρωσης από το σιδερένιο κανόνι, ήρθε στο φως μια σπάνια ανακάλυψη: ένας αριθμός πάνω στο κανόνι ταίριαζε με μια αρχειακή καταγραφή για ένα κανόνι που είχε δοκιμαστεί και επανενεργοποιηθεί επειδή είχε χρησιμοποιηθεί κατά τη διάρκεια της ναυμαχίας του Τραφάλγκαρ. Ετσι, είναι το μόνο γνωστό κανόνι που αποδεδειγμένα χρησιμοποιήθηκε στη διασημότερη ναυμαχία που έχει γίνει ποτέ.
Μια Βίβλος από το «Endurance»
Το 1914, ο Ερνστ Σάκλετον και το 27 ατόμων πλήρωμά του ταξίδεψαν με το πλοίο «Endurance» προς την Ανταρκτική, με στόχο να γίνουν οι πρώτοι άνθρωποι που θα διέσχιζαν τη συγκεκριμένη ήπειρο, στην τελευταία μεγάλη αποστολή της εποχής που έχει γίνει γνωστή ως η «ηρωική εποχή» της εξερεύνησης της Ανταρκτικής.
Αφού ήρθαν αντιμέτωποι με παγόβουνα και με θυελλώδεις ανέμους, το πλοίο παραδόθηκε στους πάγους και το πλήρωμα υποχρεώθηκε να το εγκαταλείψει αφήνοντας στο σκαρί και τα περισσότερα από τα προσωπικά του αντικείμενα, καθώς στόχος ήταν να φτάσουν στην ξηρά, οπότε μπορούσαν να μεταφέρουν μόνο έναν πολύ μικρό αριθμό προσωπικών αντικειμένων. Ο Σάκλετον έσκισε μερικές σημαντικές σελίδες από τη Βίβλο του για να τις πάρει μαζί του, όπως την αφιέρωση από τη βασιλομήτορα, και άφησε το βαρύ βιβλίο πίσω στο χιόνι.
Ενας βαθιά θρησκευόμενος ψαράς από το πλήρωμα, αν και πιθανότατα δεν μπορούσε να διαβάσει τη Βίβλο, φρόντισε να τη διασώσει επειδή θεώρησε ότι θα προκαλούσαν την τύχη τους αν την άφηναν εκεί. Ο Μπάουντ θεωρεί «θαύμα» το γεγονός ότι τα 28 μέλη του πληρώματος επιβίωσαν από το ναυάγιο, όπως και τη διάσωση της Βίβλου.
Ενα αρχαίο χάλκινο κράνος
Το 1961, δύτες ανακάλυψαν ένα ναυάγιο στα ανοιχτά του νησιού Τζίλιο στην Τοσκάνη. Ενα από τα αντικείμενα που διασώθηκαν ήταν ένα ελληνικό κράνος, φτιαγμένο από ένα ενιαίο φύλλο χαλκού περί το 600 π.Χ., στην ακμή της εποχής των Ετρούσκων. «Φτιάχτηκε χρησιμοποιώντας εξαιρετικές μεταλλουργικές δεξιότητες, τις οποίες απλά δεν θα μπορούσαμε να επαναλάβουμε σήμερα», λέει ο Μπάουντ.
Αγριόχοιροι που επιτίθενται είναι χαραγμένοι στις παραγναθίδες, και πάνω από τα φρύδια είναι χαραγμένα φίδια με ανοιχτά στόματα αποτυπωμένα με εξαιρετική λεπτομέρεια. «Αυτό το κράνος είναι το καλύτερο δείγμα του είδους του στον κόσμο», λέει. «Ηταν ένα αυθεντικό αντικείμενο πολέμου. Οποιος κι αν ήταν ο ιδιοκτήτης αυτού του κράνους, όπου κι αν πήγαινε στον κόσμο, έστελνε το μήνυμα ότι ήταν σημαντικός, πλούσιος και ισχυρός». Ο Μπάουντ είναι ένας από τους λίγους ειδικούς που έχουν δει το κράνος από κοντά. Ανακαλύφθηκε από έναν γερμανό δύτη, ο οποίος του το έδειξε τη δεκαετία του 1980, λίγα χρόνια πριν πεθάνει. Εκτοτε, «κανείς δεν ξέρει τι έχει απογίνει», παρά τη μακροχρόνια εκστρατεία του ιταλικού κράτους ώστε να αντλήσει πληροφορίες σχετικά με την τοποθεσία του. «Είναι ένα από τα μεγάλα μυστήρια της αρχαιολογίας: πού βρίσκεται το κράνος του Τζίλιο;».
Χρυσός από πορτογαλικό εµπορικό πλοίο
Το 1554, το «Espadarte», μια πορτογαλική καράκα (μεγάλο ιστιοφόρο), επέστρεφε από ένα ταξίδι στην Ινδία όταν έσπασε το κατάρτι του και βυθίστηκε κοντά στο φρούριο Αγιος Σεβαστιανός της Μοζαμβίκης. Το 2001, ο Μπάουντ και η ομάδα του ανακάλυψαν ένα πλοίο που πιστεύεται ότι ήταν το «Espadarte». Οι θησαυροί που ανακάλυψαν κοντά στο ναυάγιο περιελάμβαναν μπαχαρικά (πιπέρι, γαρίφαλο, μοσχοκάρυδο και μαστίχα), κοχύλια καουρί (που χρησιμοποιούνταν ως ανταλλακτικό μέσο σε μέρη της Αφρικής), πορσελάνη από την εποχή της δυναστείας των Μινγκ του 16ου αιώνα και περίπου 50 κιλά χρυσό.
«Εχω ξαναβρεί χρυσό, αλλά ποτέ σε τέτοιες ποσότητες: μεγάλες πλάκες, καθώς και σπασμένες χρυσές αλυσίδες και χρυσά κοσμήματα», λέει ο Μπάουντ. «Το εμπόριο χρυσού ήταν θεμελιώδες για την επέκταση του διεθνούς εμπορίου – ήταν το διεθνές νόμισμα της εποχής – και οι Πορτογάλοι ήταν από τους πρώτους Ευρωπαίους που διέσχισαν την Αφρική. Προσπαθούσαν να βρουν τον θαλάσσιο Δρόμο του Μεταξιού».
Είναι πιθανό ο χρυσός να είχε ανταλλαχθεί από τους Πορτογάλους με ασήμι στην Ανατολή, όπου το ασήμι ήταν πιο πολύτιμο από τον χρυσό. «Δεν γνωρίζουμε. Αλλά η αγοραστική δύναμη αυτής της ποσότητας χρυσού θα ήταν τεράστια. Κάποιος υπέστη μεγάλη οικονομική ζημιά όταν βυθίστηκε αυτό το πλοίο, αυτό είναι βέβαιο».