Θα προστεθεί άραγε η Αυστρία στα κράτη-μέλη της ΕΕ των οποίων οι πολίτες θα έχουν δώσει στην Ακροδεξιά το μεγαλύτερο ποσοστό και θα την έχουν καταστήσει την πιο ισχυρή κοινοβουλευτική δύναμη; Και μήπως καταστεί το τρίτο ανάμεσα στα «27», μετά την Ιταλία και την Ολλανδία, στο οποίο ένα ακροδεξιό κόμμα θα αποτελεί το πρώτο βιολί της επόμενης κυβέρνησης;
Αυτά, όπως και αρκετά ακόμα ερωτήματα, πρόκειται να απαντηθούν στις εκλογές που διεξάγονται στη χώρα των 9 και κάτι εκατομμυρίων κατοίκων, εκ των οποίων δικαίωμα ψήφου έχουν περίπου τα 6,3 εκατομμύρια. Το βράδυ της Κυριακής, 29 Σεπτεμβρίου, θα γνωρίζουμε ποιοι είναι οι νέοι πολιτικοί συσχετισμοί που θα έχει διαμορφώσει η ετυμηγορία της κάλπης, ενώ τις επόμενες μέρες και εβδομάδες θα φανεί κατά πόσο το Κόμμα Ελευθερίας (FPÖ) του Χέρμπερτ Κικλ καταφέρει να συγκροτήσει έναν συνασπισμό ο οποίος θα αναλάβει τη διακυβέρνηση.
Θεωρητικά, οι πιθανότητες ο ίδιος να γίνει ο νέος καγκελάριος είναι μικρές. Εξάλλου, το σύνολο σχεδόν των υπόλοιπων κομμάτων έχουν ξεκαθαρίσει πως δεν προτίθενται να συνεργαστούν μαζί του. Σε σημείο δε που ο δημοφιλής και κοινής αποδοχής πρόεδρος της Δημοκρατίας, Αλεξάντερ φαν ντερ Μπέλεν, ο οποίος προέρχεται από τις τάξεις των Πρασίνων, να έχει δηλώσει ότι θα αρνούνταν να τον ορκίσει.
Οι πάντες επικαλούνται τις θέσεις που έχει κατά καιρούς διατυπώσει ο 55χρονος και προερχόμενος από εργατική οικογένεια πολιτικός. Συμπεριλαμβανομένης της περιόδου που διετέλεσε υπουργός Εσωτερικών στην – σχετικά βραχύβια, όπως αποδείχθηκε – κυβέρνηση συνεργασίας του FPÖ με τους Χριστιανοδημοκράτες (ÖVP) του Σεμπάστιαν Κουρτς, από τον Δεκέμβριο του 2017 ως τον Μάιο του 2019. Ηταν τότε που, ανάμεσα στα άλλα, είχε πει πως οι συμφωνίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα «μας εμποδίζουν να κάνουμε αυτό που πρέπει».
Τα… SS στην κυβέρνηση. Ουδείς ξεχνά επίσης το γεγονός ότι υπήρξε λογογράφος του ιστορικού και επί μακρόν ηγέτη του κόμματος, Γεργκ Χάιντερ, αλλά και τις σφοδρές επιθέσεις που είχε εξαπολύσει τόσο εναντίον του τότε προέδρου της Γαλλίας, Ζακ Σιράκ, όσο και κατά του προέδρου της εβραϊκής κοινότητας της Βιέννης. Μάλιστα, στις τοπικές εκλογές του 2010 στην περιφέρεια της πρωτεύουσας, ο Κικλ είχε επιλέξει ένα προκλητικό σύνθημα: «Ζήτω το βιεννέζικο αίμα – το πολύ ξένο αίμα δεν είναι καλό για κανέναν».
Με βάση τα παραπάνω, το σενάριο που φαντάζει επικρατέστερο είναι αυτό του «μεγάλου συνασπισμού», ανάμεσα στο ÖVP του απερχόμενου καγκελαρίου, Καρλ Νεχάμερ, και τους Σοσιαλδημοκράτες (SPÖ), που σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις θα καταλάβουν τη δεύτερη και την τρίτη θέση αντιστοίχως (χωρίς να αποκλείεται μια πρωτιά των Χριστιανοδημοκρατών). Σε αυτή την περίπτωση δε, στο σχήμα ίσως συμπεριληφθεί και ένα τρίτο κόμμα – είτε οι Πράσινοι είτε το (νεο)φιλελεύθερο NEOS, που αμφότερα κινούνται κοντά στο 10%. Ταυτόχρονα, οι αναλυτές αφήνουν ανοιχτό και το ενδεχόμενο της επανάληψης του ολλανδικού μοντέλου, όπου η κυβέρνηση συγκροτήθηκε με αρκετούς συμβιβασμούς από το εγχώριο Κόμμα Ελευθερίας και χωρίς να μετέχει σε αυτήν ο ηγέτης του, Γκερτ Βίλντερς.
Το σίγουρο είναι πως ανεξαρτήτως του εκλογικού αποτελέσματος της Κυριακής, η αυστριακή Ακροδεξιά έχει αποδειχθεί εξαιρετικά ανθεκτική στον χρόνο. Υπενθυμίζεται άλλωστε πως η συγκεκριμένη χώρα έγινε η πρώτη στην ΕΕ που της άνοιξε τα κυβερνητικά σαλόνια – πριν από 24 χρόνια, με τη συνεργασία του Χάιντερ με τον τότε ηγέτη των Χριστιανοδημοκρατών, Βόλφγκανγκ Σούσελ, η οποία είχε προκαλέσει οργή και στις Βρυξέλλες. Ο δε Κικλ, με το αντισυστημικό προφίλ που έχει καλλιεργήσει, κατάφερε να στείλει στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας το σκάνδαλο «Ιμπιθα-γκέιτ», που αποκαλύφθηκε το 2019 και είχε εξαναγκάσει σε παραίτηση τον Χάιντς Κρίστιαν-Στράχε, τότε ηγέτη του FPÖ και αντικαγκελάριο του Κουρτς – ο οποίος, δύο χρόνια αργότερα, παραιτήθηκε εξαιτίας ενός άλλου σκανδάλου, για το οποίο μάλιστα καταδικάστηκε.
Και για να μην ξεχνιόμαστε: οι πρώτοι δύο ηγέτες του FPÖ, μετά την ίδρυσή του το 1956, ήταν αξιωματικοί των SS, όπως άλλωστε και οι γονείς του Χάιντερ, ο οποίος μάλιστα δεν έχανε ευκαιρία να επαινεί την οικονομική πολιτική του Χίτλερ.