Πριν από λίγες ημέρες, έβλεπα την παραλαβή από τον Αλέξη Τσίπρα του βραβείου «Νίκος Νικηφορίδης». Η εικόνα κάπως με μελαγχόλησε. Είδα έναν άνθρωπο που έχει βαρύνει και δεν αναφέρομαι στο σωματικό βάρος. Το σημείο καμπής στην εικόνα ενός ανθρώπου, η ηλικία δηλαδή που παίρνει οριστικές και αμετάκλητες αποστάσεις από τη νεανική όψη του, δεν είναι για όλους το ίδιο. Ε, στον Τσίπρα φαίνεται ότι προέκυψε λίγο πριν απ’ τα πενήντα του χρόνια. Αυτή η αντίθεση έγινε ακόμη πιο έντονη λίγες ώρες αργότερα, όταν στο κινητό μου εμφανίστηκε μια φωτογραφία του «αλιευμένη» από τις «αναμνήσεις» των σόσιαλ μίντια, από μία ανάρτηση που είχα κάνει πριν από δώδεκα χρόνια. Μια ντουζίνα που οριοθετεί μία εποχή.

Το 2012 ο Τσίπρας ήταν 38 ετών. Ο πιο νέος, μέχρι τότε, αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Και όπως τα βλέπω τώρα από την απόσταση του χρόνου, το ούτως ή άλλως baby face του, «έγραφε» ως η προσωποποίηση του καινούργιου, του φρέσκου, του «αμόλυντου». Από τότε, «έγραψαν» όχι μόνο στο πρόσωπο αλλά στη γενική εικόνα του, ένα μνημόνιο, δύο υπουργικές θητείες, ένα τοξικό δημοψήφισμα που το αποτέλεσμά του το επέστρεψε στους ψηφοφόρους του ως ανεπίδοτο γράμμα, κάμποσα εκλογικά πατατράκ, η αποχώρησή του από το κόμμα και το «γαία πυρί μιχθήτω» που ακολούθησε. Ο Αλέξης Τσίπρας δηλαδή, έχασε το βασικό ατού που του άνοιξε τον δρόμο για την πρωθυπουργία: τη νιότη του. Και δεν το εννοώ εμφανισιακά. Αναφέρομαι σε αυτό το αγλάισμα που μπορεί να εμπνεύσει (και να εξαπατήσει αλλά αυτά τα δύο στην πολιτική πάνε, πολύ συχνά, μαζί), να υποσχεθεί και να απορροφήσει τους κραδασμούς της αγανάκτησης και της τοξικότητας εκείνων των χρόνων. Ο μαθητής καταληψηματίας που έγινε πρωθυπουργός είναι ένα ωραιότατο παραμύθι ενηλικίωσης. Μέχρι εκεί όμως.

Αυτά ήταν τα «όπλα» του Αλέξη. (Και η θητεία του στην ΚΝΕ, τότε που εκπαιδεύθηκε στην κομματίλα με ό,τι αυτό συνεπάγεται). Οπλα απόλυτα συνδεδεμένα με την εμφάνισή του. Που είναι όμως εντελώς άχρηστα στα χέρια ενός πενηντάρη. Διότι σε αυτήν την καμπή που αναφέρω παραπάνω, χρειάζεται να αλλάζεις όπλα αν θέλεις να συνεχίσεις μία νικηφόρα πορεία. Αν…

Η προσωπική μου άποψη είναι ότι ο Τσίπρας δεν διαθέτει άλλα όπλα. Κυρίως μάλιστα, όπως αποδείχθηκε, δεν είχε το βασικό που πρέπει να διαθέτει ένας «αρχηγός» όχι μόνο κόμματος αλλά οιουδήποτε σχήματος. Να επιλέγει συνεργάτες. Να έχει αυτό που λέμε πουλέν. Και ένα, άντε δύο, «υπαρχηγούς» ιδιαίτερων προσόντων. Και ενώ είχε, όντως, την ικανότητα να σηκώνει τον κόσμο από τους καναπέδες, συγχρόνως έδινε την εντύπωση ότι ο ίδιος δεν είχε καμία απολύτως διάθεση να σηκωθεί από τον δικό του καναπέ. Και αυτό, όσο περνούσαν τα χρόνια, γινόταν όλο και πιο έντονο. Σαν οι φιλοδοξίες του να εξαντλήθηκαν στην πρωθυπουργία του. Γι’ αυτό κι έχω την εντύπωση – δεν προκύπτει δηλαδή από ρεπορτάζ – ότι δεν θέλει να διεκδικήσει ξανά εξουσία. Εξάλλου το «πρώην πρωθυπουργός» είναι από μόνο του ένα επάγγελμα που μου φαίνεται ότι στον Τσίπρα αρέσει πολύ.

Η θεωρία του «αν»

Θα μπορούσαν τα πράγματα να είναι αλλιώς; Θα μπορούσε ο Τσίπρας να είναι ένας αρχηγός χωρίς ημερομηνία λήξης και ο ΣΥΡΙΖΑ ένα κόμμα διαρκείας; Κατά την ταπεινή μου γνώμη μου θα μπορούσε. Αν δεν είχε βιαστεί. Αν είχε αφήσει τον Σαμαρά να ξεμπλέξει με τα μνημόνια και κέρδιζε τις επόμενες εκλογές, θα είχαν αποκτήσει, αρχηγός και στελέχη, μεγαλύτερη εμπειρία. Αν δεν είχε επενδύσει στο θυμικό του κόσμου που όφειλε να ξέρει ότι, κάποια στιγμή, εκτονώνεται.. Και κυρίως αν δεν είχε γίνει μόδα. Διότι οι μόδες περνάνε. Αλλά η Ιστορία δεν γράφεται με «αν».

Διόρθωση: Επειδή οι μουσικές στο μυαλό μας μπερδεύονται γλυκά, στη χθεσινή στήλη έγραψα εκ παραδρομή ότι το «Μη χτυπάς» είναι του Δήμου Μούτση ενώ το έχει γράψει ο Λουκιανός Κηλαηδόνης.

  • Αυτό που μου κάνει εντύπωση – κυρίως λόγω της θητείας του στην ΚΝΕ – είναι ότι ο Τσίπρας δεν κατάλαβε τι θα σήμαινε για τον

    ίδιο η επιλογή και το προμοτάρισμα του Κασσελάκη Που και τόσο εκκωφαντικά νάρκισσος να μην ήταν δεν υπήρχε

    περίπτωση να μην υπονομεύσει τον μέντορά του. Δεν το λέω εγώ, η πολιτική Ιστορία το λέει