Σε ένα τραγούδι του  ο Κρις Κριστόφερσον – ο οποίος έφυγε ήσυχα και μάλλον ευτυχής με τους δικούς του στο σπίτι του στη Χαβάη – περιέγραφε πώς είναι το πρωί της Κυριακής. Στο «Sunday Mornin’ Comin’ Down» ο Κριστόφερσον έλεγε για το κυριακάτικο πρωινό ενός ανθρώπου που για πρωινό πίνει μπίρα, μπίρα επιλέγει για επιδόρπιο αργότερα και σκαλίζει την ντουλάπα του για να φορέσει το πιο καθαρό από τα βρώμικα πουκάμισά του για να συναντήσει τη μέρα. Εχει κάτι – λέει – το τελείωμα της Κυριακής που το σώμα καταλαβαίνει και νιώθει μόνο…

Εχουν περάσει δεκαετίες από το 1969, τότε που ο νεαρός Κριστόφερσον με την κιθάρα του, τη ζεστή βαθιά φωνή του και τους στίχους του έπαιρνε θέση στην κάντρι μουσική, την «εκτός νόμου και καθαρού τόνου του Νάσβιλ».  Εκείνη την εποχή ήταν που έφτιαχνε τον μύθο του χαλώντας τον εαυτό του και ανέβαινε ψηλά, αφού είχε νιώσει ότι έπεσε χαμηλά. Μία μέρα ήταν που αργότερα  παρακολούθησε κυριακάτικη λειτουργία σε εκκλησία Μεθοδιστών και δέχτηκε την πτώση του. Και του ήρθε η επιφάνεια και έγραψε τους λυτρωτικούς στίχους του «Why Μe».

Αλλες διάσημες φωνές συγκατένευσαν στον μετανιωμένο άσωτο και δοκιμάστηκαν στην αλήθεια του Κριστόφερσον. Αλλα επεισόδια της ζωής του γέννησαν τραγούδια που η ειλικρίνειά τους παραμένει συγκινητική όταν τα ακούς μέσα στην ησυχία της νύχτας. Και θα λείψει. Αλλά όχι επειδή έφυγε, αφού η μουσική πάντα υπάρχει. Θα λείψει επειδή αυτό το λευκό στρέιτ νεανικό πρόσωπο των αυθεντικών αμερικανικών 70s με την πυκνή καστανόξανθη γενειάδα, τα t-shirts και τα μαύρα τζιν που ξέρει να χαμογελά ελαφρά και να κοιτάζει σε βάθος ψυχής σήμερα κυκλοφορεί σε εκατοντάδες κακαίσθητες απομιμήσεις.

Το look Κριστόφερσον πολλοί το υιοθετούν και μάλλον οι περισσότεροι ούτε θα γνωρίζουν από που προκύπτει αυτή η εικόνα της ισορροπημένης ατημελησιάς, στο αντιδιαμετρικό σημείο της συνειδητής παράδοσης του εαυτού σε νόρμες και καθήκοντα οριοθετημένα μέσα σε γραβάτες και κοστούμια. Σίγουρα οι Κυριακές βγάζουν σήμερα πολλές μοναξιές. Σίγουρα δεν φταίνε τα πολλά κουτάκια άδεια από μπίρα.