Η πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με βάση την οποία ο τεχνολογικός κολοσσός της Apple θα έπρεπε να πληρώσει αναδρομικά στην Ιρλανδία 13 δισ. ευρώ, χρήματα που καρπώθηκε από φορολογικές εκπτώσεις που της εκχώρησε το ιρλανδικό Δημόσιο και οι οποίες αντίκεινται στο ευρωπαϊκό δίκαιο, έφερε τη χώρα των 5 εκατομμυρίων κατοίκων στην ευχάριστη θέση να προσθέτει απροσδόκητα ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό στα ταμεία της.
«Η Ιρλανδία χορήγησε στην Apple παράνομη ενίσχυση την οποία αυτό το κράτος καλείται να ανακτήσει», αποφάσισε το ευρωπαϊκό δικαστήριο, βάζοντας τη σφραγίδα του στο κλείσιμο ενός νομικού «έπους» οκτώ ετών. Την απόφαση, μάλιστα, χαιρέτισε η προηγούμενη επίτροπος Ανταγωνισμού της ΕΕ Μαργκρέτε Βεστάγκερ, η οποία κίνησε τη διαδικασία πριν από οκτώ χρόνια, και έκανε λόγο για «νίκη της Επιτροπής, της δικαιοσύνης στην ενιαία αγορά και της φορολογικής δικαιοσύνης». Και πράγματι, πρόκειται για τη μακράν μεγαλύτερη φορολογική διαμάχη εναντίον ψηφιακού κολοσσού που έλαβε χώρα στην ΕΕ.
Από την πλευρά της, η κυβέρνηση της Ιρλανδίας αποκάλυψε το πώς σκοπεύει να διαθέσει τα 13 δισ. ευρώ, τα οποία – η αλήθεια είναι – έδωσε μάχη για να μην περάσουν στα ταμεία της, στο πλαίσιο της πολιτικής παροχής φορολογικών κινήτρων για να προσελκύσει ξένες επενδύσεις. Ο ιρλανδός υπουργός Οικονομικών Τζακ Τσέιμπερς είπε ότι η πρόσφατη απόφαση από το ανώτατο δικαστήριο της Ευρώπης παρείχε στη χώρα εφάπαξ έσοδα «που έχουν την ικανότητα να μεταμορφώσουν την οικονομία. Θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε αυτά τα έσοδα για να αντιμετωπίσουμε τις γνωστές προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε στις υποδομές στέγασης, ενέργειας, νερού και μεταφορών», τόνισε χαρακτηριστικά.
Σημειώνεται ότι η Ιρλανδία, η οποία λειτουργεί ως η βάση της Apple στην ΕΕ, έχει έναν από τους χαμηλότερους εταιρικούς φορολογικούς συντελεστές ανάμεσα στα υπόλοιπα κράτη-μέλη. Για χρόνια, η χώρα υποστήριζε ότι ο κολοσσός δεν έπρεπε να επιστρέψει απλήρωτους φόρους στη χώρα. Παράλληλα, είχε αμφισβητήσει την υπόθεση εν μέσω φόβων ότι μπορεί να απειλήσει την ικανότητα της χώρας να προσελκύει ξένες επενδύσεις από εταιρείες που επιθυμούν να περιορίσουν τη φορολογία τους στα κέρδη στο εξωτερικό, ώσπου ήρθε η τελευταία απόφαση του δικαστηρίου της ΕΕ.