Καθώς το Ισραήλ προετοιμάζει τα αντίποινα εναντίον του Ιράν για την πυραυλική επίθεση που δέχθηκε, η αμερικανική κυβέρνηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν, έναν μήνα πριν από τις κρίσιμες προεδρικές εκλογές, μοιάζει ολοένα και περισσότερο με θεατή στις εξελίξεις της Μέσης Ανατολής, έχοντας περιορισμένες πληροφορίες για το τι σχεδιάζει ο πλησιέστερος σύμμαχός του στη Μέση Ανατολή, τονίζει σε σημερινό της άρθρο η Wall Street Journal.

Η επιρροή της αμερικανικής κυβέρνησης στο Ισραήλ δείχνει να φθίνει, με το εβραϊκό κράτος να αποφασίζει όλο και περισσότερο στρατιωτικές ενέργειες εναντίον αντιπάλων του ενάντια στις επιθυμίες και τις θέσεις των Αμερικανών αξιωματούχων.

Η Wall Street Journal υπογραμμίζει ότι η αμερικανική ηγεσία έχει εν μέρει παραλύσει λόγω των επερχόμενων εκλογών, και δείχνει απρόθυμη να λάβει μια πιο δυναμική στάση απέναντι στις επόμενες κινήσεις του Ισραήλ που φοβάται ότι μπορούν να οδηγήσουν σε περιφερειακή κλιμάκωση, καθώς οι όποιες κινήσεις μπορεί να βλάψουν πολιτικά τους Δημοκρατικούς.

«Ο Μπάιντεν και η ομάδα του συχνά μοιάζουν με θεατές, απρόθυμους ή ανίκανους να χαλιναγωγήσουν έναν σύμμαχο τον οποίο συνεχίζουν να υποστηρίζουν πολιτικά και να του παρέχουν κρίσιμης σημασίας στρατιωτική υποστήριξη», αναφέρει η WSJ.

Διαρκείς αιφνιδιασμοί Αμερικανών από ισραηλινές στρατιωτικές ενέργειες

Αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου υποστηρίζουν ότι βρίσκονται σε στενό συντονισμό με τους Ισραηλινούς ομολόγους τους και ελπίζουν ότι ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου θα προβεί πιθανόν σε μια περιορισμένη επίθεση εναντίον του Ιράν ως απάντηση στην ομοβροντία πυραύλων που εκτόξευσε η Τεχεράνη στο Ισραήλ την Τρίτη.

Η ανταεροπορική άμυνα του Ισραήλ μπόρεσε να αντιμετωπίσει σε μεγάλο βαθμό την ιρανική επίθεση, η οποία προκάλεσε μόνο μικρές ζημιές σε μία από τις αεροπορικές βάσεις του. Ισραηλινοί αξιωματούχοι έχουν πει σε ομολόγους τους στην Ουάσινγκτον ότι δεν αισθάνονται την ανάγκη να αντεπιτεθούν άμεσα ή με μαζικό τρόπο στην Ισλαμική Δημοκρατία.

Αμερικανοί και Ισραηλινοί αξιωματούχοι έχουν συζητήσει πιθανούς στόχους, συμπεριλαμβανομένων των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων του Ιράν. Ο πρόεδρος Μπάιντεν δήλωσε την Τετάρτη αντίθετος σε τυχόν χτυπήματα σε πυρηνικές εγκαταστάσεις της Τεχεράνης, αλλά χθες, Πέμπτη, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να υποστηρίξει μια ισραηλινή επίθεση σε πετρελαϊκές υποδομές, σχόλιο που έκανε τις αγορές πετρελαίου να εκτιναχθούν.

Το Ισραήλ δεν έχει λάβει ακόμη μια τελική απόφαση σχετικά με το ποια θα είναι η απάντησή του. Το θέμα όμως είναι ότι ο Λευκός Οίκος κατελήφθη εξαπίνης επανειλημμένα από τις αποφάσεις του Ισραήλ τις τελευταίες εβδομάδες.

Ο Νετανιάχου διέταξε την αεροπορική επιδρομή που σκότωσε τον ηγέτη της Χεζμπολάχ Χασάν Νασράλα από ένα δωμάτιο ξενοδοχείου στη Νέα Υόρκη,  τη στιγμή που Αμερικανοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι έτρεχαν μέσα σε αίθουσες στην έδρα του ΟΗΕ, λίγα τετράγωνα πιο πέρα, για να αποτρέψουν έναν διευρυνόμενο πόλεμο στη Μέση Ανατολή.

Η απόφαση αυτή του Νετανιάχου να εγκρίνει το πλήγμα της 27ης Σεπτεμβρίου όντας σε αμερικανικό έδαφος χωρίς να ειδοποιήσει εκ των προτέρων τον Λευκό Οίκο -και αργότερα να δημοσιοποιήσει μια φωτογραφία του να δίνει την εντολή,- ήταν μια ακόμη ένδειξη των διαφορετικών κατευθύνσεων στις οποίες κινούνται η ισραηλινή κυβέρνηση και ο Λευκός Οίκος και τη φθίνουσα επιρροή του τελευταίου στις ισραηλινές κινήσεις.

Βραχυπρόθεσμα, η μονομερής λήψη αποφάσεων από το Ισραήλ για το πλήγμα κατά του Ιράν κινδυνεύει να εμπλέξει την κυβέρνηση Μπάιντεν σε μια ακόμη αντιδημοφιλή περιφερειακή σύγκρουση. Μακροπρόθεσμα, θα μπορούσε να είναι άλλο ένα σημείο ανάφλεξης για επικριτές που λένε ότι οι ΗΠΑ δίνουν στο Ισραήλ πάρα πολλά περιθώρια, χωρίς να χρησιμοποιούν την επιρροή τους για να χαλιναγωγήσουν τον σύμμαχό του.

Ένα ακόμη δείγμα του Λευκού Οίκου – θεατή στις εξελίξεις: Τον Σεπτέμβριο, ο απεσταλμένος του Λευκού Οίκου, Άμος Χοστέιν συναντήθηκε με Ισραηλινούς αξιωματούχους στα μπούνκερ του ισραηλινού στρατού στο Τελ Αβίβ για να τους προτρέψει να μην εξαπολύσουν μια μεγάλης κλίμακας επιχείρηση κατά της Χεζμπολάχ στον Λίβανο. Τους παρακάλεσε να καταβάλουν προσπάθειες για να δεχθούν μια συμφωνία που θα απωθούσε τη Χεζμπολάχ μακρύτερα από τα βόρεια σύνορα του Ισραήλ.

Λίγες ώρες μετά τη συνάντηση του Χοστέιν με τον Νετανιάχου, εκατοντάδες βομβητές που χρησιμοποιούσαν μέλη της Χεζμπολάχ εξερράγησαν σε ολόκληρο τον Λίβανο σε μια άνευ προηγουμένου επίθεση που σκότωσε δεκάδες ανθρώπους, μεταξύ των οποίων παιδιά, και τραυμάτισε χιλιάδες άλλους. Την επόμενη μέρα, γουόκι-τόκι εξερράγησαν σε ένα δεύτερο κύμα επιθέσεων κατά της  σιιτικής οργάνωσης.

Αμερικανοί αξιωματούχοι είπαν ότι δεν είχαν πρωτύτερη γνώση της επιχείρησης αυτής και προσπάθησαν να κρατήσουν αποστάσεις από αυτήν που κλιμάκωσε περαιτέρω την τεταμένη κατάσταση στην περιοχή