Εκανα την καρδιά μου πέτρα και τόλμησα να δω στο λάπτοπ έναν λόγο του κυρίου Δούκα. Αλαλα τα χείλη των ασεβών (εκ του Μεγαλυναρίου της Παναγίας, ήχος τρίτος). Τι άνεσις, τι κομπορρημοσύνη, τι υψυπέτεια, και τι κενότης. Δεν υπήρχε ούτε μία ιδέα ούτε μία πρόταση ούτε ένα σχήμα λόγου που να μην το έχω ξανακούσει πάνω από χίλιες φορές. Και με μια φωνή δε που δεν απευθυνόταν πουθενά. Ή μάλλον απευθυνόταν στο πουθενά. Η άνεσις δε στην κίνηση τι να σας πω, τι να σας ομολογήσω.

Είχε τη φαεινή ο Δουξ να ακολουθήσει τον τρόπο σκηνικής συμπεριφοράς του κυρίου Κασσελάκη. Δεν τ’ άρεσε το βάθρο με το αναλόγιο, το μικρόφωνο μπροστά και το ποτήρι από δίπλα για την ξεροκαΐλα, μου ‘θελε την περιπατητική σχολή. Χάλια ιδέσθαι. Πού η σαγήνη του Στέφανου που σουλατσάριζε στην πασαρέλα με αέρα διεθνούς μοδέλου, και να τα χέρια στην έκταση, το κεφάλι να βλέπει το ταβάνι, οι φούρλες η μία μετά την άλλη να αποκαλύπτουν και μια κρυφή πτυχή του ρούχου και του χαρακτήρα, εδώ στον Δήμαρχο και δούκα από πάνω, το θέαμα ήταν να το κλαιν οι ρέγκες. Ελλείψει μέτρου (γενικώς) μέτραγε με δρασκελιές τη σκηνή σαν να έψαχνε να βρει πόσο επί πόσο θα είναι το γραφείο του σαν Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, κλούβια η ώρα.

Το κοινό πρέπει να πω ήταν σε πλήρη αρμονία με τον ομιλητή. Αρχιζε ένα σύνθημα με φόρα και στη δεύτερη στροφή λιποθυμούσε ο ήχος και έμενε μετέωρο το νόημα (το ανύπαρκτο άλλωστε) να αιωρείται στην αίθουσα σαν μεθυσμένο μέχρι που εξαερωνόταν εντελώς. Το όλον πάντως «ακυβέρνητο καράβι η αγάπη μας, ναυαγήσαμε κι οι δυο μας απ’ τα λάθη μας». Κι αυτό τώρα το ακυβέρνητο θέλει να κυβερνήσει την Ελλάδα. Μάλιστα.

Δε πρόλαβα να συνέλθω απ’ τον, τρόπον τινά, Δήμαρχο της Αθήνας και με χτύπησε κατακούτελα το βίντεο του Στέφανου.

«Είμαι ο Στέφανος. Σκέτο». Τι εννοεί το ποιητή με το σκέτο; Σκέτο το όνομα; Δηλαδή δεν έχει επώνυμο; Ή «σκέτο» όπως έλεγε η Μελίνα στο Λυγουριό μετά την παράσταση που όλοι παράγγελναν τα κοψίδια, τους κεφτέδες και τα χοιρινά κι αυτή: «Λεωνίδα, μια σκέτη από γιουβέτσι» μην ξέροντας κανείς αν ζήταγε να παραγγείλει ή έλεγε την άποψη για την παράσταση που είδε.

Εκτός αν εννοεί τον καφέ του (της παρηγοριάς) φαρμάκι σκέτο. Το να θέλει να πει ότι θα μιλήσει «σκέτα ντρέτα» δεν νομίζω, γιατί όλο «ήξεις αφήξεις» ήταν διάσπαρτο το βιντεοκλίπ του καταπεπτωκότος.

Πάντως γενικά μιλώντας θέλω να παρατηρήσω πως και στα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης ερίζουν για τη θέση του Προέδρου δύο ουρανοκατέβατοι. Δυο πρόεδροι μαλώνουνε σε ξένον αχυρώνα.

Αν έλεγες τα ονόματά τους πριν ένα χρόνο δεν τους ήξερε ούτε ο γραμματέας τους, και τώρα μου διεκδικούν και προεδρίες. Και τους αντιμετωπίζουν όλοι σαν να είναι πολιτικοί κανονικά.

Εγώ προσωπικά, αν και δεν ανήκω στον αντιεξουσιαστικό χώρο, πολύ θα γούσταρα να βρεθεί κάποιος να τους πει. «Α πάντε από δω ρε. Α πάντε από δω».

Ακραίο; Ισως. Οσο για σας, μπορείτε άνετα να συμφωνήσετε μαζί μου,

«Μολονότι ορθόν θα ήτονα

Να ρωτήστε και τον γείτονα».

Οπως λέει κι ο Σεφέρης σ’ ένα από τα σατιρικά του.

Χαιρετώ.